Νύχτωσε και μείναμε πάλι οι δυο μας. Θα ξημερώσει και δε θα έχει αλλάξει τίποτα, όπως κι όλα τα προηγούμενα βράδια. Έξω έχει απόλυτη ησυχία και μέσα μου σε ακούω να φωνάζεις, να ουρλιάζεις απ’ τον πόνο. Όταν γνωριστήκαμε για πρώτη φορά σου είχα ορκιστεί ένα πράγμα, θα ζήσουμε μία ζωή όπως την ονειρευόμαστε και δε θα κατηγορήσουμε ποτέ, τίποτα και κανένα για τα λάθη μας. Ξέρω, θα ήταν πιο εύκολο να κατηγορούμε πάντα τους άλλους, όπως ξέρεις ότι δε θα μπορούσα να ζήσω έτσι. Σου φόρτωσα μεγαλύτερο βάρος από αυτό που θα μπορούσες να αντέξεις και λύγισες. Μα, αν δεν τα πω σε σένα, ποιος άλλος θα με ακούσει;

Θυμάμαι, όταν ήμουν πιο μικρός να με χαρακτηρίζουν όλοι ως «καλό παιδί». Αυτό, ένα καλό παιδί και τίποτα άλλο. Εγώ, στον εαυτό μου έβλεπα μόνο τα αρνητικά, αυτά που έπρεπε να αλλάξουν. Πέρα από ένα καλό παιδί έβλεπα έναν εγωιστή, σκληρό, ατίθασο, ασυμβίβαστο, θυμωμένο, πεισματάρη άνθρωπο. Με κοιτούσα στον καθρέφτη κι έβλεπα αυτά που οι άλλοι δεν ήταν ικανοί να αντιληφθούν, την αλήθεια μου.

Μου πήρε καιρό να καταλάβω ότι μπορώ μονάχα να μετριάσω τα χαρακτηριστικά μου. Σε καμία περίπτωση να αλλάξω, όχι τη βάση μου. Ίσως, να μεταμφιέζομαι καμιά φορά ανάλογα με τις περιστάσεις, αλλά ως εκεί. Ένας δύσκολος χαρακτήρας.

Με τον καιρό γνώριζα εμένα και τους άλλους. Προσπαθούσα πάντα να φέρομαι όπως θα ήθελα να μου φέρονται, ειλικρινά και χωρίς γάντια. Αυστηρός πρώτα με μένα και στη συνέχεια με τους δικούς μου ανθρώπους. Μόλις κατάλαβα πως αυτό τους δυσαρεστεί, άρχισα να κρατάω τις απόψεις μου για μένα, να κλειδώνω βαθιά μέσα μου όσα σκεφτόμουν με αποτέλεσμα να με πνίξουν στο τέλος. Δεν ήμουν ποτέ καλός στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους, για ένα και μοναδικό λόγο, όλοι ζητάμε την ειλικρίνεια, αλλά απαρνιόμαστε την πίκρα της. Πιστεύουμε ότι θέλουν να μας βλάψουν, ή ακόμη χειρότερα πως ζηλεύουν, επειδή η ανθρώπινη φύση είναι εγωιστική κι ο εαυτός μας έχει μάθει να κλείνει τα αυτιά του σε κάθε είδους αρνητική κριτική.

Εξαιτίας του εγωισμού μου πλήγωσα ανθρώπους, για τους οποίους θα έδινα τη ζωή μου για να τους δω χαμογελαστούς. Από ψωροπερηφάνια τους άφησα να φύγουν και δεν έκανα την παραμικρή κίνηση για να τους φέρω πίσω. Κι όταν συνειδητοποίησα το λάθος μου, ήταν πια αργά. Για να σου πω και την αλήθεια, καλά να πάθω. Το άξιζα, κάθε στιγμή πόνου και θλίψης την άξιζα. Έπρεπε να πάθω, για να μάθω πως οι άνθρωποι σου δίνουν αυτό που παίρνουν. Όχι από θυμό ή εκδίκηση, αλλά αυτή είναι η μορφή της δικαιοσύνης που διέπει τη φύση: «Τα λάθη, αργά ή γρήγορα, πληρώνονται αδρά».

Πλήρωσα και συνεχίζω να πληρώνω το τίμημα όσων έκανα και δεν έκανα. Κάθε μέρα έσκυβα το κεφάλι, έσφιγγα τα δόντια και μονολογούσα πονεμένες απορίες. Γιατί έπρεπε να φερθώ με αυτόν τον τρόπο; Γιατί έκανα πάλι τη λάθος κίνηση; Το μεγαλύτερο σφάλμα που μπορεί να πράξει ένας άνθρωπος είναι να πληγώσει, όχι να πληγωθεί. Κι αυτό με βασάνιζε, ο πόνος που είχα προκαλέσει, άθελά μου ή ηθελημένα δεν είχε καμία σημασία. Ο πόνος μου μεγάλωνε κάθε φορά που επαναλαμβανόταν το ίδιο σκηνικό, μέχρι να βυθιστεί και πάλι στην άβυσσο της ψυχής.

Και μετά από όλα αυτά πώς να συμφιλιωθείς με τον εαυτό σου; Πόσες συγγνώμες κι απολογίες χρειάζονται για να σβήσουν τον πόνο που προκάλεσες; Δύστροπέ μου χαρακτήρα, τα κάναμε σκατά. Ξανά και ξανά, όμως ήρθε η ώρα να το λύσουμε. Να βάλουμε ένα τέλος σε αυτή την αλυσίδα πόνου που προκαλέσαμε, μία και καλή.

Μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ. Πρέπει να ανοίξουμε την καρδιά μας, να πετάξουμε τις κλειδαριές και να αφεθούμε. Να κοιτάξουμε στα μάτια τους ανθρώπους και να τους υποδεχτούμε με ανοιχτές αγκάλες. Μην ξαναδειλιάσεις μπροστά σε μεγάλα εμπόδια και δύσκολα μονοπάτια. Θα χρησιμοποιήσουμε σαν όπλο την κάθε μας ατέλεια και θα χαράξουμε το δικό μας δρόμο. Εγωισμοί και πείσματα δε θα μας σταματήσουν την επόμενη φορά. Αυτή είναι η αλήθεια μας, που προσπαθήσαμε να καλύψουμε με ψέμματα προτού νιώσουμε ευάλωτοι. Με αυτήν θα ανέβουμε κάθε ανηφόρα.

Μη φοβηθείς ποτέ ξανά, οι άνθρωποι που αγαπάμε είναι εδώ!

Συντάκτης: Θάνος Αραμπατζής
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη