Σε βλέπω που με καρφώνεις εδώ κι ώρα κι αναρωτιέμαι τι ρόλο να βαράς κι εσύ. Ίσα για το παιχνίδι και να περάσει η βραδιά ή μήπως όχι; Έτσι μου ‘ρχεται να ‘ρθω και να σου πω δυο λόγια σταράτα, από εκείνα που βγαίνουν μέσα από αγανάκτηση, θυμό, απωθημένα, προδοσίες και πληγές. Να σε κεράσω ένα ποτό, να σου κάνω «τράκα» ένα τσιγάρο και να σου πω όσα με πνίγουν. Να στα πω κι ας μη σε ξέρω κι ας μη σε ξαναδώ ποτέ. Να σου μιλήσω κι ας φανώ απελπισμένη. Λίγο με νοιάζει. Έτσι κι αλλιώς η κριτική για τους άλλους είναι εύκολη δουλειά.

«Κι όμως τολμώ. Κάνω πράξη τη σκέψη μου και σε διατάζω να μη μου συστηθείς. Δε θέλω να σε ξέρω. Να ξεπλύνω την ψυχή μου θέλω μόνο. Σου δίνω χρόνο δέκα λεπτά. Αν δεν εξαφανιστείς σημαίνει ότι θες να μοιραστείς στιγμές κι ας μην υπάρξει συνέχεια. Κερδίζω τον χρόνο μου κι εσύ εκούσια γίνεσαι ο παραλήπτης των σκέψεών μου.

Γλυκέ μου άγνωστε, απόψε θέλω να γίνεις το παραμύθι μου κι εγώ να γίνω το δικό σου. Πήρα την πρωτοβουλία μα σου παραδίδω τη συνέχεια, γιατί για μένα δεν υπάρχουν ρόλοι και ταμπέλες. Σε όποια σχολή κι αν ανήκεις, όσο πουριτανό ή φιλελεύθερο πνεύμα κι αν έχεις, ένα θέλω να σε διακρίνει μαζί μου. Η αλήθεια κι η ελευθερία. Άκουσέ με και μετά πες ό,τι θες ή σήκω φύγε.

Με κοιτάς αποσβολωμένος μα συνεχίζεις να κάθεσαι κοντά μου. Ανάβεις τσιγάρο κι εγώ παίρνω κουράγιο κι αραδιάζω λόγια και συναισθήματα. Δε θέλω να σου μιλήσω για τα προβλήματά μου, ούτε τα δικά σου έχω διάθεση ν’ ακούσω. Να μιλήσω για έρωτα γουστάρω. Για συναισθήματα. Για μαγεία και ξελόγιασμα, για φλερτ και διεκδίκηση.

Να μου πάρεις το μυαλό και να μη μ’ αφήσεις να έχω δεύτερες σκέψεις. Να ξεχάσω να κοιτάξω το κινητό μου. Να μη θυμάμαι πού πάρκαρα. Να μη σκεφτώ πόση δουλειά με περιμένει αύριο. Να μη με νοιάζει πόσο θα κρατήσει. Τι σημασία έχει ο χρόνος που περνάνε δυο άνθρωποι μαζί αν δεν υπάρχει ουσία ανάμεσά τους.

Ένα λεπτό, μια ώρα, μια μέρα, ένας μήνας, ένας χρόνος ακόμη, δεν έχει κανένα νόημα. Το θέμα είναι να μου ξελογιάζεις την κάθε μου στιγμή. Να μου λείπεις και στο δίπλα και στο μακριά, το ίδιο πολύ.

Κάτι πας να πεις μα εγώ είμαι χείμαρρος και δε σου δίνω το δικαίωμα να με διακόψεις. Την πάτησες μα δε σε βλέπω ν’ αντιστέκεσαι. Δεν ξέρω τίποτε για σένα. Ίσως σε διακρίνει λίγος μαζοχισμός, ή μπορεί να είσαι πιο τρελός από μένα τελικά. Ποιος ξέρει.

Νομίζεις ότι είμαι ένα βήμα πριν την ψυχασθένεια; Μπορεί. Εγώ νομίζω, απλώς ότι βαρέθηκα τις υποσχέσεις, τα μεγάλα λόγια και τους δήθεν ανθρώπους, τους δήθεν δεσμούς, τις δήθεν επιλογές. Πες απ’ την αρχή τι θες και ξεκαθάρισε. Σίγουρα δεν ξέρεις το ταξίδι ή τον προορισμό, αλλά το μέσο μεταφοράς εσύ το επιλέγεις. Άρα έχεις μια ιδέα του πόσο γρήγορα ή αργά μπορείς να κινηθείς και ποιο θα είναι το τίμημα που θα πληρώσεις.

Θα μου πεις πως αλλιώς τα υπολογίζεις κι αλλιώς σου προκύπτουν. Δε σου ζητάω προϋπολογισμό, μάτια μου. Ευκαιρία ανάπτυξης θέλω. Να μου δείξεις και να σου δείξω πόσα μπορώ και πόσα δύναμαι να ρισκάρω για πάρτη σου. Να σε αγγίζω και να τρέμω από ηδονή και πόθο. Να μου μιλάς κι εγώ να ερωτεύομαι τις εκφράσεις στο πρόσωπό σου. Να θυμώνεις και να φιλάω τις ρυτίδες σου. Να γίνω η συνήθειά σου σπάζοντας τη ρουτίνα σου. Να με θες και στη γλύκα μου και στην ξινίλα μου, αλλά να με θες μέχρι κόκκαλο.

Νομίζεις πως είναι απλά όλα αυτά; Λάθος κάνεις. Τα πιο δύσκολα είναι. Γιατί το θέμα δεν είναι να σε κατακτήσω κι εσύ να με κερδίσεις. Αλλού θέλω να εστιάσεις. Να γεμίζουμε με οξυγόνο τις στιγμές μας για να κρατήσουμε ζωντανό ό,τι μας έφερε στον ίδιο δρόμο. Αυτό είναι η μαγκιά. Να κάνουμε το ξημέρωμά μας αρχή και στην καληνύχτα μας να κοιμίζουμε όσα δεν έχουν αξία. Να μ’ αγκαλιάζεις σαν άντρας και να σε κοιμίζω σαν μωρό. Να μην ανήκουμε ο ένας στον άλλον μα να γινόμαστε δέσμιοι του μαζί.

Το βλέμμα σου γίνεται πιο βαθύ, όσο σου μιλάω. Ίσως νομίζεις ότι σε διεκδικώ απ’ τη ζωή σου και προσπαθώ να κερδίσω εντυπώσεις. Σε διαψεύδω. Δε στα λέω γιατί αποσκοπώ κάπου. Ούτε ξέρω αν σε θέλω κι αν με θες. Δυο βλέμματα ανταλλάξαμε όλα κι όλα και τώρα έχεις τις οδηγίες χρήσης μου.

Καρφί δε μου καίγεται. Εγώ στα είπα. Καπνίσαμε το τσιγάρο μας. Τσουγκρίσαμε τα ποτήρια. Σου απέσπασα την προσοχή απ’ τον περίγυρο, ή τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω και τώρα μπορώ να σ’ ακούσω ή να παραμείνω στη θέση μου κοιτώντας την πλάτη σου καθώς θα φεύγεις. Ό,τι κι αν επιλέξεις, το ίδιο μου κάνει. Εγώ απόψε μαζί σου, ξελογιάστηκα, μου πήρες το μυαλό κι έζησα το παραμύθι μου.»

Το κινητό αρχίζει να δονείται κι εγώ ξυπνάω απ’ τις σκέψεις μου. Εσύ εξακολουθείς να με κοιτάς από μακριά. Παραγγέλνω στον μπάρμαν δυο σφηνάκια και του προσφέρω το ένα. Πιες του λέω. Σε τι πίνουμε, με ρωτάει. Σε κοιτάζω και του λέω όσο πιο δυνατά μπορώ: «Στους ονειροπόλους αυτού του κόσμου».

 

Επιμέλεια Κειμένου Μελίνας Αγγελάκη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μελίνα Αγγελάκη