«Τη σχέση που θες δεν έχω να στη δώσω».

Αυτά ήταν τα λόγια σου. Δεν ξέρω αν τα ερμήνευσα όπως τα εννοούσες, όπως θα ήθελα να τα εννοείς ή όπως ένιωσα ότι τα είπες, αλλά με σάστισαν. Ήταν εκείνη η κουβέντα σου που μου φώτισε έναν κόσμο και μου σκοτείνιασε έναν άλλο. Σε τόσες λίγες λέξεις χώρεσες όλη σου την αλήθεια κι όλη μου την πίκρα. Με πόσο ελάχιστες κουβέντες μπορούν άραγε να εκφραστούν τόσα πολλά; Θλιβερό ή βολικό; Πληγώνεις τον άλλο λιγότερο όταν με πέντε λόγια γκρεμίζεις όλο του τον κόσμο ή τελειώνεις ταχύτερα αυτό που έτσι κι αλλιώς είχες πρόθεση να τερματίσεις;

Μήπως τελικά με λύτρωσες; Αντηχούν ακόμη τα λόγια σου στο μυαλό μου. Μάλλον μου έδωσες να καταλάβω αυτό που δεν ήθελα να δω. Και σίγουρα μου σκότωσες αυτό που ήθελα να σου δώσω. Ή μάλλον καλύτερα, μου σκότωσες τη θέληση να σου δώσω ό,τι είχα φυλάξει για σένα και μόνο. Γιατί αυτό που ήθελα να σου δώσω, συγγνώμη αλλά με πέντε κουβέντες δε σκοτώνεται. Κάθεται απλά στη θέση του σαν παιδάκι που το έβαλαν τιμωρία για κάτι που ποτέ δεν είχε καταλάβει πως είναι λάθος να κάνει. Κι εγώ, μάτια μου, ποτέ δεν είχα καν σκεφτεί πως μπορεί να είναι λάθος να σ’ αγαπώ. Ή πως μπορεί να είναι λάθος να σ’ αγαπώ έτσι.

Τι ήθελες; Άλλης μορφής αγάπη; Πώς κλειδώσαμε συναισθήματα στο καλούπι μιας σχέσης; Πώς οι τύποι εγκλώβισαν τόσο την ουσία που τελικά την έπνιξαν; Μήπως αυτό είναι η αγάπη; Μήπως οι άνθρωποι δεν ψάχνουν αγάπη, αλλά τις κατάλληλες μορφές εκδήλωσής της; Και τι αναγνωρίζουμε ως αγάπη; Αυτό που έχουμε μάθει να ερμηνεύουμε έτσι;

Ίσως είχες δίκιο. Μπορεί να μη μου αρκούσε να ξέρω ότι με νοιάζεσαι, ότι με σκέφτεσαι, ότι με αγαπάς, αλλά να ήθελα να το βλέπω. Να ήθελα την καλημέρα σου, ένα τηλεφώνημα μες στη μέρα ξαφνικό που θα με πετύχει την πιο ακατάλληλη στιγμή και θα τη μετατρέψει στην πιο ωραία, να μπορώ μες στο χάος την καθημερινότητας να νιώθω την επαφή μας ακλόνητη, να ζούμε ταυτόχρονα αυτό που δεν μπορούμε να ζούμε μαζί.

Ήθελα να είσαι ένας άνθρωπος ολόδικός μου. Να ξέρω πως δίνεσαι μόνο σε μένα κι εγώ μόνο σε σένα. Ήταν λάθος; Μήπως η αγάπη δεν είναι αποκλειστική; Είχα ανάγκη μια φωτογραφία σου που να χαμογελάς. Στη δουλειά, στο αμάξι, θολή, κουνημένη, σκοτεινή, με κακή ανάλυση. Τίποτα δε με ένοιαζε. Φτάνει να έβλεπα εσένα και το χαμόγελό σου. Το χαμόγελο που είχα πρόθεση να κάνω τα πάντα για να το προκαλώ.

Εμείς οι δυο το χάσαμε στην ισοτιμία. Ήμασταν ανέκαθεν διαφορετικά νομίσματα. Κι όταν έφτασε η στιγμή της συναλλαγής, κάπου το χάσαμε και κάποιος έβγαινε μείον. Λάθος υπολογισμοί, λάθος κοστολόγηση ή εξαρχής πρόθεση εκμετάλλευσης των συγκυριών; Τι νόημα έχει; Είσαι αυτό που θέλω, αλλά όχι όπως το θέλω. Κι ίσως είμαι αυτό που θες, αλλά όχι όπως το θες. Εγώ σε πνίγω ή εσύ με χάνεις; Εσύ μου δίνεις ελευθερία κι εγώ υποχρεώσεις ή εγώ ενδιαφέρον κι εσύ αδιαφορία;

Δε θα ψάξουμε τον ένοχο, γιατί μάλλον δεν υπάρχει. Δεν είναι λάθος να αγαπάμε διαφορετικά. Είναι λάθος να βασανίζουμε εκείνους που απλά δε μας μοιάζουν. Γι’ αυτό και φεύγω. Γιατί βασανίζω και βασανίζομαι, όταν το μόνο που ήθελα ήταν να αγαπώ και να αγαπιέμαι. Λάθος άνθρωπος, λάθος χρόνος ή λάθος κατάσταση; Ίσως και λάθος όλα μαζί. Πήγαινε εκεί που δε θα σε πνίγει αυτό που θα σου ζητείται και που θα σε γεμίζει αυτό που προσφέρεις. Και θα πάω κι εγώ εκεί που δε μου είναι λίγο αυτό που παίρνω και που δε βρίσκει τοίχο αυτό που θέλω να δώσω.

Γιατί τελικά ίσως κανένα παραμύθι να μην είχε κακό τέλος, αν απλά δεν πρωταγωνιστούσαμε στις λάθος ιστορίες.

Συντάκτης: Εβίτα Λυκούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη