Η αδρεναλίνη είναι η ορμόνη που εξιτάρει κάθε έναν από εμάς και μας ωθεί σε καταστάσεις εκτός της ρουτίνας μας, που αποτυπώνονται στον νου μας, που μας κάνουν να νιώθουμε διαφορετικά, να αισθανόμαστε πιο ζωντανοί, πιο δραστήριοι. Τέτοιες καταστάσεις είναι δελεαστικές, τις αποζητάμε, τις θέλουμε και συνειδητά ή ασυνείδητα, τις επιδιώκουμε.

Κάποιες φορές όμως, μπορεί μια κατάσταση να μας φαίνεται εντελώς φυσιολογική, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα ενέχει σοβαρούς κινδύνους, που εκείνη την ώρα, αγνοούμε και προσπερνάμε.

Η επικαιρότητα τα λέει όλα. Μια πανδημία, κατά την οποία εμφανίζονται χιλιάδες κρούσματα ανά μέρα, άνθρωποι κι οικογένειες ανά τον κόσμο περνούν δύσκολα, όμως αν περάσει κανείς μια βόλτα από κεντρικό σημείο, θα δει ανθρώπους να γλεντούν όπως παλιά, να βγαίνουν, να χορεύουν, να αγκαλιάζονται. Μπορεί να έχουμε υπόψιν τον κίνδυνο και να τον ζυγίζουμε όπως ο καθένας από εμάς νομίζει, αλλά εκείνος υπάρχει και παραμονεύει. Κι όταν βγούμε από όλο αυτό σώοι, ενώ ο διπλανός μας κόλλησε, αισθανόμαστε τυχεροί που δε μας έπιασε το «κακό».

Ακόμα, ένα ξέφρενο βράδυ, όπου γνωρίσαμε ένα άτομο, ήπιαμε λίγο παραπάνω, τα αίματα άναψαν για τα καλά και καταλήξαμε σπίτι του. Και ποιος ξέρει τι μπορεί να είχε συμβεί στη διαδρομή με το αυτοκίνητο, στο σπίτι ή την ώρα που κοιμόμασταν; Ναι, στις 2 η ώρα τα ξημερώματα όλο αυτό φαίνεται σαν μια πάρα πολύ ελκυστική ιδέα που μας τραβά να τη ζήσουμε στο έπακρο, το επόμενο πρωί όμως δεν μπορεί να μην περάσει από το μυαλό η σκέψη του κινδύνου στον οποίο μπήκαμε οικειοθελώς.

Κι είναι πολλές οι καταστάσεις που ενέχουν μεγάλο ρίσκο, το οποίο είναι λίγο πολύ λογικό: άγνωστες επαφές, άγνωστοι άνθρωποι. Πάντα μπορεί να συμβεί κάτι. Οι πιο επικίνδυνες όμως καταστάσεις απ’ όλες, πέρα από τα αντικειμενικά ρίσκα για την υγεία και σωματική ακεραιότητά μας, είναι αυτές που περιέχουν το περισσότερο συναίσθημα, και λόγω αυτού δεν μπορούμε να δούμε καθαρά τι συμβαίνει πίσω από αυτό. Ένας έρωτας, ας πούμε. Φαντάζει μαγικός. Και συχνά έχουμε την ανάγκη να τον ζούμε με όλο μας το είναι. Ανοιγόμαστε, μοιραζόμαστε πράγματα, βγάζουμε τα εσώψυχά μας και τ’ ακουμπάμε στο τραπέζι για να τα πάρει ο άλλος και να τα κάνει κτήμα του. Και νιώθουμε καλά με αυτό. Μέχρι τη στιγμή που ίσως καταλάβουμε ότι δεν υπήρχε η ίδια σπίθα, η ίδια βλέψη για το μέλλον, η ίδια ανάγκη για επαφή και κατανόηση.

Ίσως το χειρότερο να είναι η εμπλοκή που οδηγεί στην προσδοκία και τον πολλές φορές αβάσιμο συνειρμό πως αφού νιώθουμε ότι χτίζουμε κάτι, κάπου θα βγει. Όμως, πολλές φορές, στο τέλος συνειδητοποιούμε ότι τζάμπα αγχωθήκαμε, κακώς καταστρέψαμε το πρόγραμμά μας για χάρη κάποιου άλλου που δεν κατάφερε να το εκτιμήσει, κι έχουμε δώσει τόσα πολλά, ενώ έχουμε φανταστεί άλλα τόσα, χωρίς να πάρουν απτή μορφή κι αυτό μας αφήνει κενούς.

Και μην ξεχνάμε, καταστάσεις που μας «πιέζουν» και δεν καταφέρνουμε να πούμε το «όχι», ίσως γιατί ντρεπόμαστε ή δε θέλουμε να χαλάσουμε την εικόνα που έχουμε χτίσει για τον εαυτό μας- εκείνη που ευχαριστεί και θα ευχαριστεί. Κι ίσως αυτή η οπτική να φαίνεται να έχει πιο έμμεση σχέση με το ρίσκο, μα σκέψου πόσο πιο εκτεθειμένος βρίσκεσαι μπροστά σε μια επιλογή την οποία έκαναν άλλοι για σένα κι εσύ απλώς δέχτηκες. Όταν δεν είμαστε έτοιμοι, σίγουροι για όσα πάμε να κάνουμε, μια έκβαση όχι και τόσο θετική αφήνει τριπλό τραύμα μετέπειτα.

Στην τελική, όλα πρέπει να γίνονται στον δικό μας χρόνο, με τη δική μας θέληση και χωρίς να αποζητάμε ασφάλειες για όταν συμβεί το βραχυκύκλωμα. Η ζωή είναι δική μας κι αν δεν προστατεύουμε εμείς τον εαυτό μας, κανείς δε θα μας αγαπήσει τόσο πολύ, και δεν πρέπει κανείς να μας αγαπήσει τόσο. Είναι κι αυτό ένα ρίσκο, ίσως το μοναδικό που πρέπει να πάρουμε με κλειστά μάτια. Αυτό της επιλογής να πάρεις τα ρίσκα σου.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Ίλυα Τρανούδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου