Μανούλα, ξέρω πως τσακωνόμαστε πολύ τελευταία. Ξέρω πως ώρες-ώρες σου σπάω τα νεύρα. Κι εσύ σπας τα δικά μου άλλωστε. Αλλά σήμερα σκέφτηκα πόσο καιρό έχω να σε πάρω μιαν αγκαλιά και να σου πω ένα μεγάλο ευχαριστώ.

Ευχαριστώ που με κουβάλησες 9 μήνες στην κοιλιά σου κι ας έβριζες στο μαιευτήριο όποιον τολμούσε να σου μιλήσει, καθώς ούρλιαζες να «βγάλουν αυτόν τον διάολο από μέσα σου». Δεν έλεγα βλέπεις να κατέβω κι εγώ. Όμως δε κράτησες κακία. Όταν με πήρες στην αγκαλιά σου, έκλαιγες και γελούσες ταυτόχρονα από χαρά. Σε ευχαριστώ που χάρηκες τόσο με την έλευσή μου. Με έκανες να νιώθω τόσο σημαντική.  

Σε ευχαριστώ που ήσουν εκεί στα πρώτα μου βήματα να μου κρατάς το χέρι. Που φρόντιζες τα μικροτραύματά μου κάθε φορά που γυρνούσα από την παιδική χαρά με τα γόνατα σκισμένα, που άφησες απότομα τη σέλα όταν προσπαθούσες να μου μάθεις ποδήλατο. Αν δεν ήσουν εσύ, ακόμα δε θα μπορούσα να ισορροπήσω.

Σε ευχαριστώ και για τότε που με έβαλες τιμωρία στην τουαλέτα, επειδή είχε πιαστεί από το φόρεμά σου και χτυπιόμουν κάτω κλαίγοντας επειδή δεν ήθελα να πάω πρώτη μέρα σχολείο. Θυμάσαι που σου είχα θυμώσει και δε σου μιλούσα για 2 μέρες; Τώρα πια σου είμαι ευγνώμων, γιατί το σχολείο ήταν μιαν από τις ομορφότερες εμπειρίες.

Σε ευχαριστώ που ήσουν η σύμμαχός μου κάθε φορά που ήθελα να κάνω κάτι και φοβόμουν πως ο μπαμπάς δε θα με άφηνε. Αυτά τα μικρά αθώα ψεματάκια μας, πάντα θα μας δένουν. Μη νομίζεις πως δεν ήξερα τι καυγάδες ρίχνατε με τον μπαμπά αν τύχαινε και καταλάβαινε πως μου έκανες πλάτες.

Σε ευχαριστώ για αυτά τα βλέμματα τα γεμάτα κατανόηση, ακόμα και αν κρύβονταν πίσω από θυμωμένα βλέμματα. Ξέρω πως ήθελες να φανείς δυνατή για να μη σου πάρω τον αέρα, γι’ αυτό έκανες τη θυμωμένη φατσούλα. Ακόμα και τότε όμως ήσουν γλυκιά.

Σε ευχαριστώ που ανέχτηκες τη μούρλα της εφηβείας μου, χωρίς να αποτρελαθείς κι εσύ. Δεν ήμουν επίτηδες έτσι σκασμένο. Ούτε χαιρόμουν που έβλεπα διαρκώς το ανήσυχο βλέμμα σου, κάθε φορά που είχα μιαν εκρηκτική συμπεριφορά ή αργούσα να γυρίσω στο σπίτι και δε σήκωνα τηλέφωνα.

Σε ευχαριστώ που έβαζες το σώμα σου ασπίδα κάθε φορά που ένιωθες κάποιον κίνδυνο να απειλεί τη σωματική μου ακεραιότητα. Όπως τότε που με προστάτεψες από τις λαμαρίνες, τότε που πετάχτηκε εκείνος ο απρόσεχτος οδηγός και μας έκανε κομμάτια, και μπορώ σήμερα και είμαι υγιής και περπατάω ενώ εσύ όχι.

Αλλά πάνω από όλα, σε ευχαριστώ που με έφερες στον κόσμο και έκανες τα αδύνατα δυνατά για να μη μου λείψει τίποτα και να με κάνεις καλό και αξιόλογο άνθρωπο.

Ώρες-ώρες μπορεί με κουράζεις και νευριάζω, αλλά έπειτα θυμάμαι τι κούραση υπέμεινες εσύ για εμένα και πόσα ξενύχτια έκανες πάνω από το κρεβάτι μου και τότε νιώθω καλύτερα και ξαφνικά τα ξεχνάω όλα. Ξέρεις, μου λείπει να σε βλέπω χαμογελαστή και ξέγνοιαστη και για να σε ευχαριστήσω και έμπρακτα θα προσπαθήσω να σε κάνω πάλι να χαμογελάς συχνότερα.

Συγγνώμη για κάθε φορά που σου φώναξα ή σου μίλησα άσχημα. Φταίει μάλλον το κάθε μέρα. Αλλά οι μέρες περνάνε και ακόμα αυτήν την αγκαλιά τη σκεφτόμαστε και οι δύο. Και ξάφνου αύριο μπορεί να μην υπάρχουμε. Γι’ αυτό πια θα φροντίσω να αρχίσουμε να περνάμε ποιοτικό χρόνο μαζί και θα σε αγκαλιάζω κάθε μέρα, ακόμα και αν σου φαίνεται περίεργο και θα σου λέω «Σ’ αγαπώ και ευχαριστώ πολύ για όλα» μέχρι να το βαρεθείς.

Συντάκτης: Μαριάννα Κουρούπη