Οι ερωτικές σχέσεις που συνάπτουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας θα μπορούσαμε να πούμε πως αντανακλούν τον τρόπο με τον οποίο δεχθήκαμε την αγάπη και τη φροντίδα όταν ήμασταν μικρότεροι. Χωρίς απαραίτητα να σημαίνει πως δε μάς αγάπησαν ή δε μάς έδειξαν το ενδιαφέρον τους μπορεί να μην έγινε με τον τρόπο που εμείς επιθυμούσαμε ή να γινόταν ανά διαστήματα, μ’ αποτέλεσμα να συνηθίζουμε να δείχνουμε έναν παραπάνω ζήλο όταν θέλουμε να κρατήσουμε έναν άνθρωπο στη ζωή μας.

Σίγουρα καμία σχέση δε δομείται πάνω στην καλή θέληση και στην προσπάθεια του ενός. Δεν είναι όμως και λύση το να μη δίνουμε ευκαιρίες φοβούμενοι πως αργά ή γρήγορα θα καταλήξουμε μόνοι οπότε θα ακυρωθεί κάθε προσπάθειά μας. Αυτή η νοοτροπία έχει καλλιεργηθεί μέσα μας και φοβόμαστε διαρκώς πως αυτός ο άνθρωπος θα μάς εγκαταλείψει ή θα μάς προδώσει. Αυτό το mindset όμως δε μένει πολλές φορές -εάν όχι όλες- μέσα στο μυαλό μας αλλά εκδηλώνονται και στη συμπεριφορά του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας.

Είτε βρισκόμαστε στο talking stage, είτε έχουμε μια σχέση ή ακόμα και να μην έχουμε καθορίσει ακριβώς το είδος της θα προσπαθήσουμε να επιδείξουμε την επιθυμία αυτό ν’ αποτελεί μέρος της φροντίδας μας. Μπορεί να ξεκινήσει με κάποια αθώα πράγματα όπως να θέλουμε ν’ απαντήσουμε κατευθείαν στο μήνυμα που έρχεται απ’ το ταίρι μας, μέχρι το να θέλουμε ν’ ακούμε διαρκώς τη φράση «σε θέλω». Είναι αυτό το συνεχές άγχος που μάς κατακλύζει μέσα μας και θέλουμε να είμαστε αρεστοί, αλλά ταυτόχρονα να κάνουμε και πράγματα που ευχαριστούν το ταίρι μας, ακόμη κι αν σε εμάς φαίνονται αδιάφορα.

Μπορεί αυτά τα σημάδια στην αρχή να τα προσπερνάμε και να τα δικαιολογούμε ως έναν ενθουσιασμό της περιόδου που διανύουμε. Όμως αν αυτό το μοντέλο συνεχίζεται τότε αποτελεί ένα μοτίβο συμπεριφοράς. Σκεφτόμαστε πολλές φορές πώς μπορεί ν’ αντιδράσει ή τι θα πιστέψει για εμάς το ταίρι μας αν επιλέξουμε ως μέσο αντίδρασης τις σκηνές ζηλοτυπίας.

Το παράξενο είναι ότι συχνά μάς ελκύουν τ’ άτομα που δεν είναι διαθέσιμα συναισθηματικά κι ως εκ τούτου δεν μπορούν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες που εμείς έχουμε βάλει ως πήχη. Ταυτόχρονα, παρόλο που μπορεί να επικοινωνήσουμε στο ταίρι μας ότι έχουμε επενδύσει πολλά στη σχέση μας, δεν το εμπιστευόμαστε απόλυτα, μ’ αποτέλεσμα να μην μπορούμε να δεσμευτούμε πλήρως ούτε εμείς. Ωστόσο, δεν είναι ασυνήθιστο να νιώθουμε ότι ταιριάζουμε μ’ έναν άνθρωπο και να θεωρούμε ότι η σχέση μας είναι βαθιά, μόνο για ν’ αναθεωρήσουμε αργότερα και να διαπιστώσουμε ότι δεν ήταν και τόσο ιδανικό τελικά. Αν κι αυτό μπορεί να φαίνεται παράξενο όταν το διαβάζει κάποιος, στην πραγματικότητα μπορεί ν’ αντιληφθούμε ότι αυτή η εμπειρία αυτή ναι μεν έχει τα χαρακτηριστικά του έρωτα και του πάθους, μερικές φορές όμως μπερδεύεται με το άγχος και το συναίσθημα.

Αυτό που φαίνεται σαν ένα μπέρδεμα είναι στην πραγματικότητα ένας τρόπος προστασίας απ’ τον φόβο της απόρριψης και της απομάκρυνσης. Όταν έχουμε δημιουργήσει στο μυαλό μας την ιδέα ότι οι άνθρωποι που μάς πλησιάζουν θα μάς απογοητεύσουν, τότε μπορεί να λάβουμε μέτρα για να επιβεβαιώσουμε αυτή την προκατάληψη. Αυτή η αυτοεκπληρούμενη προφητεία λειτουργεί ώστε να κρατήσουμε το πιθανό ταίρι σ’ απόσταση, όπου δε χρειάζεται να εκτεθούμε ή να επενδύσουμε στη σχέση μας πλήρως.

Βαθιά μέσα μας όμως γνωρίζουμε πως δε θα μπορούσαμε να στηριχθούμε πλήρως σ’ έναν άνθρωπο, απ’ τη στιγμή που δεν αφήνουμε πολλά περιθώρια στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Τότε είναι που οφείλουμε στον εαυτό μία ενδοσκόπηση.

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Ανδρέας Πετρόπουλος