Κι ας κοντεύεις επικίνδυνα τα τριάντα, όσες φορές κι αν δεις την ίδια σκηνή με το γλυκανάλατο φιλί στο τέλος, άλλες τόσες θα κλαις όπως τότε που ήσουν δεκαπέντε. Και ξέρεις, είναι απ’ τις ελάχιστες πια φορές που στο συγχωρείς το δάκρυ σου. Είναι, ξέρεις, εκείνα τα δάκρυα συγκίνησης που σε φέρνουν ένα βήμα πιο κοντά στη νεανική σου αθωότητα, την αγνότητα που τόσο πολύ εγκατέλειψες -συνειδητά και μη- τα τελευταία χρόνια.

Όσο σκληρό κι αν σε έθεσε ο σάπιος τούτος κόσμος που σου φορτώσανε, εσύ, για κάποιους απροσδιόριστους και πάντα ασαφείς λόγους, θα επιμένεις στον αθεράπευτο ρομαντισμό σου κι ας είναι όλοι πεπεισμένοι πως ζεις σε ουτοπία. Σ’ έναν κόσμο αλλότριο που η αλήθεια φαντάζει ελάττωμα, εσύ να απαντάς με αυθεντική τρυφερότητα, με γλυκύτητα που αξίζει στους λίγους.

Αρνείσαι να δεχτείς το ουδέτερο, την αναπηρία συναισθημάτων για την οποία πολλοί καυχιούνται. Για ένα όνειρο και μια ελπίδα ζεις, άλλωστε. Κι επιτέλους! Ας κάνουν οι άνθρωποι για μία φορά πέρα κι ας μη σταθούν εμπόδιο για μία φορά στην ευτυχία σου.

Ακλόνητοι ονειροπόλοι, του λόγου μας, πιστεύουμε ακόμη σ’ εκείνα τα πρώτα καρδιοκτύπια, που θα είναι για πάντα πέρα για πέρα καθοριστικά και σημαντικά. Πιστεύουμε ακόμη, που λες, σε κόμπους στο στομάχι και σε πεταλούδες πράσινες, κόκκινες και κίτρινες, που έλεγε κι η Αλίκη. Πιστεύουμε ακόμα ακράδαντα σε εκείνα τα πρώτα βλέμματα που παραλύουν τα γόνατά σου και σε εκείνα τα χωρίς λόγο χαμόγελα, τα τόσο ισχυρά που είναι ικανά να διαρκέσουν για μέρες κι ας προστάζει η ζωή σου οτιδήποτε άλλο εκτός από γέλια.

Γινόμαστε και πάλι παιδιά όταν ερωτευόμαστε. Κι όχι μόνο δεν το μετανιώνουμε, μα το επιδιώκουμε κιόλας. Η αθωότητά μας αποτελεί και την πιο ισχυρή απόδειξη ότι είμαστε ακόμη δέκτες αλήθειας. Μα πιο πολύ η αγνότητα κι ο παραμυθένιος ρομαντισμός μας δείχνουν πως τολμούμε να αγαπήσουμε σαν να ‘ναι η πρώτη φορά κι ας μετράμε ακόμη μαχαιριές στις πλάτες μας.

Στην τελική, μας το οφείλουμε. Κι αν θα μπορούσαμε να επιλέξουμε, ωριμάζοντας σίγουρα θα μας αφήναμε για λίγο παιδιά. Ξέρεις, σαν τότε που ερωτευόσουν άνευ όρων, στο ζενίθ κι όμως ένιωθες πως είχες κι άλλα να δώσεις. Και το πιο σημαντικό, έδινες χωρίς να σου καίγεται καρφάκι για το τι κι αν θα λάβεις.

Σαν οφειλή στα πάθη σου, στις πληγές που άδικα σου άνοιξαν, στις ευθύνες που αδικαιολόγητα σου χρέωσαν, στη ζωή σου που δυσκολεύει μέρα με τη μέρα πιο πολύ κι ας μη φταις, σαν οφειλή σε όλα αυτά, μείνε ρομαντικός, μείνε για πάντα εκείνος ο χαζοχαρούμενος έφηβος που εκτιμούσε τα απλά. Γιατί σε εκείνα τα μικρά ήταν η ουσία για να κτίσεις όλο τον κόσμο σου, όλα σου τα όνειρα. Και ξέρεις, τα όνειρά σου τότε είναι ο απολογισμός σου σήμερα.

Υπάρχουν, τελικά, κι οι άνθρωποι που αγαπούν ακόμη αγνά. Είναι τελικά κι οι άνθρωποι που επιμένουν κι ας έχουν χάσει τη γη κάτω απ’ τα πόδια τους πολλές φορές. Είναι εκείνοι που ακόμη κοιτούν αποβλακωμένοι, που ζαλίζονται στο πρώτο φιλί, που σπαρταρούν και τρέμουν την πρώτη φορά. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που αγαπούν τον εαυτό τους, που αγάπησαν τα πιο μικρά μέσα από εκείνη όλη την αγάπη που η ζωή τους στέρησε.

 

Στην πολυαγαπημένη Αντριανή μου και στην αγνή τρυφερότητα που εκπέμπει σε κάθε γέλιο της.

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη