Υπάρχουν τόσα που θέλω να σου πω, μα νιώθω σαν να μη με φτάνει ο χρόνος, σαν να μην μπορώ να βρω τον τρόπο να σε αγγίξω. Ίσως φταίμε κι οι δύο. Όχι. Σίγουρα κι οι δύο. Ποτέ σε καμία σχέση δε φταίει μόνο ο ένας. Μεταξύ μας, φταίω εγώ που δεν μπορώ να βρω τον τρόπο να σου μιλήσω κι εσύ που δε δέχεσαι να ακούσεις και δε λες να καταλάβεις.

Μεταξύ, μας υπάρχουν πολλά συναισθήματα ανείπωτα. Μεταξύ μας υπάρχουν πολλά «αν» σε σενάρια μη εκτελεσμένα και καμένα στις στάχτες των τσιγάρων μας. Μεταξύ μας έχουμε πολλές επιθυμίες μεθυσμένες που ειπώθηκαν σε λάθος άτομα.

Βρήκα δύο τρόπους να συνεννοηθούμε. Ο ένας για εμένα κι ο άλλος για εσένα. Θα σε βλέπω να κοιμάσαι και θα μονολογώ. Θα σου μιλάω για ό,τι ποθώ κι ό,τι μισώ. Έπειτα θα σου γράφω για να με διαβάζεις. Να διαβάζεις τις λέξεις που γράφτηκαν για εσένα, μπας και νιώσεις. Μπας και καταλάβεις. Θα προσπαθήσω για μια τελευταία φορά κι αν ούτε αυτό μας βγάλει στην ακτή, καλύτερα να πνίξουμε το πλοίο μας στην τρικυμία μας.

Σε βλέπω να κοιμάσαι και σκέφτομαι. Φοβάμαι το πόσο πολύ μπορεί ένας άνθρωπος να λατρέψει έναν άλλο άνθρωπο. Σε χαζεύω. Χαϊδεύω με τα μάτια μου τα χείλη σου, τόσο ακίνητα, σαρκώδη, όμορφα. Τα έχεις μισάνοιχτα και ψιλομουρμουράς. Θέλω τόσο να τα φιλήσω, μα θα σε ξυπνήσω κι έχω τόσα ακόμη να σου πω. Βλέπω τα χέρια σου, το ένα το έχεις ακουμπήσει στο μπούτι μου. Μ’ αρέσει τόσο η εικόνα αυτή. Τρελαίνομαι να με ακουμπάς.

Ένα απ’ τα πράγματα που στην καθημερινότητα δε μου δίνεις είναι το άγγιγμά σου. Λες πως το κάνεις σπάνια και έτσι η κίνηση δε χάνει την αξία της. Όμως, υπάρχουν στιγμές που χρειάζομαι το λίγο περισσότερο και μην ανησυχείς ό,τι προέρχεται από εσένα, όσες φορές να το εκτελέσεις, δε χάνει την αξία του.

Αυτό είναι το κακό με εμάς, τόσο ξεροκέφαλοι και πιστοί στα πιστεύω μας, μα τόσο ερωτευμένοι. Το καλό είναι πως όσο και αν τσακωθούμε, μαζί ξαπλώνουμε, μαζί ονειρευόμαστε. Απ’ τη μια είναι καλό γιατί δε δίνουμε περιθώριο να δημιουργηθεί κάποιο χάσμα μεταξύ μας. Απ’ την άλλη, όμως, δε δίνουμε χρόνο στους εαυτούς μας να ηρεμίσουν και να σκεφτούν, πως ίσως κάτι πρέπει να αλλάξουν. Ίσως χρειάζεται ένα κάποιο ξεκαθάρισμα.

Αν ποτέ με ρωτήσει κάποιος γιατί παρά την γκρίνια μου και τα ανεκπλήρωτα θέλω μου σε ποθώ ακόμη, θα απαντήσω γιατί είσαι τόσο διαφορετικός από εμένα, μα τόσο κατάλληλος ώστε να με συμπληρώνεις.

Ξέρω, σου γκρινιάζω για μικροπράγματα, μα ίσως δε σκέφτηκες μήπως για εμένα είναι σημαντικά. Για τον κάθε άνθρωπο είναι υποκειμενικό το πόσο τον επηρεάζει η κάθε κίνηση ή η κάθε λέξη κάποιου άλλου. Έτσι, εσένα οι δικές σου κάνουν μεγάλο θόρυβο στη γαλήνη μου κι όσο κι αν σου εξηγώ, άλλο τόσο απομακρύνεσαι. Μα δε γίνεται κάθε φορά να αποφεύγεις καταστάσεις και να τις πλησιάζεις με δυο φιλιά και μια επαφή. Έτσι δε λύνεις τίποτα κι η γκρίνια μου θα παραμείνει όσο και το παράπονο. Μα φταίω κι εγώ που σου επιτρέπω να παίζεις τον ρόλο σου τόσο λάθος, μα τόσο γοητευτικά. Ή είμαι τρελή για εσένα κι έχεις πάρει τα ηνία των επιλογών μου.

Σε κοιτάζω κι είσαι τόσο γαλήνιος. Τόσο όμορφος, τόσο ερωτικός, ό,τι έγνοια είχα φεύγει και το μόνο που θέλω αυτήν τη στιγμή είναι να σε ξυπνήσω και να σε φιλήσω.

Κι άλλες φορές θέλω να φύγεις, μα δεν έχω τη δύναμη να το ξεστομίσω κι ίσως να μη στο γράψω και ποτέ. Δε θα αντέξω στην ιδέα πως εγώ πήρα την απόφαση αυτή. Δεν ξέρω, όμως, εσύ γιατί μένεις;

Τις περισσότερες μέρες μαλώνουμε και πάντα το βράδυ τα βρίσκουμε. Ποιο το νόημα σε όλο αυτό ακόμη δεν έχω καταλάβει. Όμως όταν σε κοιτάζω ξαπλωμένο δίπλα μου, να με αγγίζεις μες στον ύπνο σου, καταλαβαίνω το γιατί.

Είναι ψυχολογικά χαοτικό. Συνεχώς μαλώνουμε. Δυστυχώς δεν ξέρω αν τσακωνόμαστε από συνήθεια ή από έρωτα. Απλά είναι κουραστικό να πρέπει συνεχώς να σου εξηγώ. Να προσπαθώ να σε κάνω να καταλάβεις. Κουράζει όλο αυτό κι όμως η κούραση δεν ξεπερνάει την επιθυμία.

Έτσι, έχω δώσει μια προθεσμία, ψεύτικη, στον εαυτό μου. Πως όταν με κουράσεις ξανά θα φύγω. Όλο «θα φύγω» την επόμενη φορά κι όλο μένω. Μένω με εσένα να με παίρνεις κάθε βράδυ αγκαλιά και να τα ξεχνάω όλα. Ένας ύπνος μαζί αρκεί για να ΄χω πάλι αντοχές.

Σε βλέπω να κοιμάσαι κι ηρεμώ. Ηρεμώ όταν βλέπω τα χείλη σου να ζητάνε τα δικά μου, ακόμη και στον ύπνο τους. Με γαληνεύει η σκέψη πως θέλεις να με ακουμπάς ακόμη κι όταν κοιμάσαι. Ακόμη και τώρα που ονειρεύεσαι, μου κλέβεις κάθε μου σκέψη και κάθε μου λέξη. Ίσως καλύτερα να σταματήσω να παραπονιέμαι και να αποδεχτώ τη κατάσταση ή να συνεχίσω παρακάτω. Το ξέρεις, όμως, αγάπη μου, ο συμβιβασμός ποτέ δεν ήταν το φόρτε μου. Λίγο ακόμη έχει μείνει και το γνωρίζω.

Ας σε χαρώ τουλάχιστον την ώρα που σε λατρεύω λίγο περισσότερο. Την ώρα που κοιμάσαι. Την ώρα αυτή μου μιλάς περισσότερο από όσο στον ξύπνιο σου. Ίσως γιατί την ώρα αυτή είσαι πιο δικός μου, πιο ευάλωτος. Πάντα το ‘χες αυτό. Λίγο πριν πέσεις για ύπνο ήσουν πιο γλυκός. Κι ακόμα δεν αποφάσισα αν αυτό το μισώ ή το αγαπώ. Γαμώτο. Όσο το μισώ τόσο το ποθώ. Ίσως να έχω εγώ το πρόβλημα που συνεχίζω να ανέχομαι όσα με πνίγουν ή έχω βρει τρόπο να ανάψω λίγη φωτιά στην παγωμάρα σου, έστω και μόνο τα βράδια, λίγο πριν κοιμηθούμε.

Ίσως μένω γιατί λίγο πριν βρω τη δύναμη να φύγω, μου δίνεις αυτό που έχω ανάγκη από εσένα και κάπως έτσι ελπίζω ξανά σε μας. Κάθε βράδυ θα σου γράφω τον μονόλογο που κάνω όταν σε βλέπω να κοιμάσαι. Τον μονόλογο που ή θα μας φέρει πιο κοντά ή θα μας στείλει αλλού, τον καθένα ξεχωριστά.

Σε κοιτάζω, λοιπόν, σε φιλάω πάντα στο τέλος, με παίρνεις αγκαλιά κι η φωτιά σου δυναμώνει.

Συντάκτης: Ασημίνα Καποράλη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη