Έχεις σκεφτεί ποτέ αν η ζωή που κάνεις είναι αυτή που πραγματικά θέλεις; Έχεις σκεφτεί πόσα «πρέπει» και «μη» σε έχουν σταματήσει από αυτό που ποθούσες μια δεδομένη στιγμή; Είναι λίγοι αυτοί οι τρελοί, οι παρορμητικοί και υπερβολικοί που αψηφούν κινδύνους, μέτρο και «πρέπει» και αφήνονται σε μια επιθυμία, σε ένα πάθος ή σε κάτι που ξέρουν ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα τους κάνει κακό. Κακό σωματικά ή ψυχικά.

Η πλειοψηφία από εμάς βάζει πάντα φρένο στις επιθυμίες της και προσπαθεί να ζει με μέτρο και αυτοκυριαρχία. Πολλές φορές πιεζόμαστε να πούμε «όχι» σε οτιδήποτε μας γεμίζει και μας ευχαριστεί, μόνο και μόνο επειδή ξέρουμε ότι δεν πρέπει. Θα βάλουμε φρένο στο τσιγάρο που μας αρέσει να φουμάρουμε δίχως αύριο, θα πούμε όχι στο παχυντικό φαγητό μιας και πρέπει να προσέξουμε την εικόνα και την υγεία μας, θα πούμε όχι σε περιπέτειες μιας βραδιάς ή σε έναν απαγορευμένο έρωτα, γιατί είναι ανήθικο και χαλάει την εικόνα μας. Όχι και στο παραπάνω ποτό, μιας και μπορεί να καταλήξουμε αλκοολικοί, όχι και στα επαναλαμβανόμενα ξενύχτια, μη μας θεωρήσουν το λεχρίτη της γειτονιάς.

Τι θα πει «πρέπει» όμως; Όσο γραφικό και βαρετό κι αν ακούγεται, ποιος ορίζει τι είναι υποχρεωτικό, τι είναι ηθικό και σωστό; Είναι η κοινωνία και τα πρότυπά της που ορίζουν συγκεκριμένο τρόπο ζωής και μας γαλουχεί με συγκεκριμένες αρχές και κανόνες; Οτιδήποτε ξεπερνά τα όρια της θεωρείται πρόστυχο, φθηνό, ανήθικο και κατακριτέο; Ξεχνάμε ότι κάθε άνθρωπος βλέπει από διαφορετική σκοπιά τα πράγματα γύρω του. Έχει διαφορετικές απόψεις, επιθυμίες κι αποτελεί ξεχωριστή προσωπικότητα. Αυτό δεν είναι άλλωστε το νόημα; Από πότε το να ακολουθείς τα όνειρά σου και τις επιθυμίες σου είναι λάθος; Η απαιτητική κοινωνία, το «τι θα πει ο κόσμος», οι απαιτήσεις των άλλων κι όχι οι δικές μας, μας κάνουν να ξεχνάμε το πιο σημαντικό: ότι η λογική έχει πολλές πτυχές, η επιθυμία και το πάθος της καρδιάς μας, όμως, μια.

Δε γίνεται να ζούμε πάντα με μέτρο, με κανόνες, με σύνεση. Κάποια στιγμή όταν ακολουθείς μόνο όσα πρέπει να κάνεις κι όχι όσα σε γεμίζουν και σε χαροποιούν, θα κάνεις «μπαμ». Πόσο ακόμα θα αντέχεις χωρίς τσιγάρο, χωρίς τα ξέφρενα ξενύχτια σου, χωρίς το φαγητό που σου αρέσει, χωρίς τον έρωτα που σου έχει πάρει τα μυαλά κι ας είναι λάθος; Θα έρθει η στιγμή που γεμάτος απωθημένα και μπουχτισμένος από «πρέπει», θα ξεσπάσεις και τότε θα επέλθει χειρότερη καταστροφή. Τότε στο πέρασμά σου θα ξεσπάσεις ακόμη χειρότερα, απ’ ότι αν είχες ενδώσει στην αρχική σου επιθυμία κι αδυναμία. Η αυτοκαταστροφή σου θα είναι τελειωτική κι ο εαυτός σου αγνώριστος. Δε θα είσαι εσύ αυτός που κάνει πράξη όλα αυτά στα οποία κάποτε έβαζε stop, αλλά ο μπουχτισμένος σου εαυτός που απλώς τα κάνει για να ξεδώσει, να ξεθυμάνει και χωρίς να ευχαριστιέται πραγματικά.

Θα υπάρξουν πολλοί που θα βιαστούν να σε συμβουλέψουν ή να σε κρίνουν γι’ αυτό που κάνεις λέγοντας σου πως σε δυσφημεί, προκαλεί κακές εντυπώσεις, πως απαγορεύεται ή επιβάλλεται. Ε, και; Ο κόσμος πάντα θα κρίνει και θα σχολιάζει ακόμη κι αν ακολουθείς κατά γράμμα όσα ορίζει η κοινωνία. Την καρδιά σου, όμως, και τις επιθυμίες σου, ποιος θα τις γεμίσει, αν όχι εσύ με τις πράξεις σου;

Nα μην έχεις ενοχές για τίποτα. Ούτε για το επιπλέον κομμάτι πίτσα, τα πιτόγυρα, το παγωτό που έφαγες κόντρα στη δίαιτα σου. Ούτε για το μεθυσμένο μήνυμα τα ξημερώματα. Ούτε για τα κρεβάτια με αγνώστους, κενά από συναισθηματισμούς. Ούτε για τον απαγορευμένο έρωτα που ανήκει αλλού, αλλά τον πόθησες και τον κατέκτησες. Ούτε για το μπουκάλι ουίσκι που κατέβασες μόνος σε μια ώρα. Ούτε για την τεμπελιά σου ή την φιλοδοξία και το ψώνιο σου. Μην νιώθεις ενοχές για τα γούστα, τις επιθυμίες, το χαρακτήρα σου, άνθρωπε.

Βγες έξω και ζήσε, με κάβλα, πάθος κι αλήθεια. Κόντρα στα «πρέπει» και τα «μη» των λιγόψυχων ανθρώπων που κατάντησαν μαριονέτες της απαιτητικής κοινωνίας μας.

Συντάκτης: Γεωργία Ιορδανοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.