Οτιδήποτε μας συμβαίνει έχουμε την ανάγκη να το μοιραστούμε με δικούς μας ανθρώπους, ανθρώπους που αγαπάμε και τους θέλουμε κοντά μας. Στις χαρές και στις λύπες τρέχουμε κι αναζητάμε αυτά τα πρόσωπα, προκειμένου να διοχετεύσουμε ανάλογα είτε τη χαρά ή τη λύπη μας. Θεωρούμε πως μόνο αυτοί θα κατανοήσουν την εκάστοτε κατάσταση που μας συμβαίνει και με λίγες μόνο λέξεις θα διαλευκάνουν πολλά.

Όμως, δε συμβαίνει πάντα αυτό. Ορισμένες φορές άλλα περιμένουμε ν’ ακούσουμε κι άλλα ακούμε. Τη στιγμή που περιμένουμε αγωνιωδώς την απάντησή τους και κρεμόμαστε από αυτό που θα πουν, ακούμε τη μία και μοναδική ακατάλληλη φράση: «Έλα μωρέ, δεν είναι τίποτα θα σου περάσει».

Σοκ και δέος. Δεν έχεις συνειδητοποιήσει ακόμα αυτό που μόλις άκουσες, μα ούτε και θες να πιστέψεις πως ειπώθηκε η παραπάνω φράση. Τι πάει να πει «θα σου περάσει»; Μοιράζεσαι σε έναν κοντινό σου πρόσωπο ένα πρόβλημα κι η απάντηση είναι τόσο απλή; Αυτό δεν είναι καν απάντηση!

Απορώ, με ποια λογική ένας άνθρωπος απαντά κάτι τέτοιο. Όταν κάποιος σου εκμυστηρεύεται κάτι ουσιαστικά ζητάει από σένα τη συμβουλή σου. Το μόνο που θέλει είναι έναν καλό λόγο, μια εποικοδομητική συζήτηση, έτσι ώστε να τον βοηθήσεις να λυθεί το εκάστοτε πρόβλημα και να μην υπάρχουν άλλα παρόμοια. Θεωρείται συμβουλή το «θα σου περάσει»; Μάλλον όχι.

Μερικά ζητήματα είναι πολύ πιο σοβαρά απ’ όσο νομίζουμε. Ζητήματα που αφορούν την ψυχική μας υγεία μάς απασχολούν συνεχώς. Στεναχώρια, θυμός, θλίψη κι άλλα πολλά είναι τα συναισθήματα που μας κυριεύουν κι αποζητάμε έναν άνθρωπο να μας βοηθήσει και να σταθεί δίπλα μας με την ευχάριστη πρόθεσή του και τις χρήσιμες συμβουλές του. Αυτά χρειαζόμαστε τις δύσκολες στιγμές. Περιμένουμε κάποιον να μας συμπαρασταθεί και να νοιαστεί, να ρωτήσει περαιτέρω πληροφορίες προκειμένου να μας υπερασπιστεί όσο το δυνατόν καλύτερα.

Μια τέτοια φράση θεωρείται η εύκολη λύση σαν δρόμος χωρίς εμπόδια. Ακούγοντάς την, ίσως νιώσεις πως σε μειώνουν οι άνθρωποι που έχεις απέναντί σου με τους οποίους ζητάς να μιλήσετε. Εκείνη τη στιγμή το μόνο που σκέφτεσαι είναι πως κανείς δε νοιάζεται για εσένα και το πρόβλημα που αντιμετωπίζεις. Τα άτομα στα οποία έβλεπες στο πρόσωπό τους την αγάπη και τη στοργή προς εσένα, πλέον δε φαίνεται να νοιάζονται και τόσο. Το μόνο που κατορθώνει αυτή η πρόταση είναι να ξεπετάς τον άλλον χρησιμοποιώντας την και να μη βλέπεις την ουσία των πραγμάτων.

Από την άλλη πλευρά, νιώθεις πως κανείς δε θεωρεί σημαντική την κατάσταση που βιώνεις. Ακόμα κι αν γι’ εσένα είναι κάτι ιδιαίτερο και σε απασχολεί μέσα σου, κάποιοι θεωρούν την ίδια κατάσταση ασήμαντη κι ανούσια, ίσως και γελοία. Δεν επιθυμούν να ξοδέψουν τον χρόνο τους για να αναλωθούν σε κάτι τόσο ευτελές. Καταφεύγουν στην εύκολη λύση και λένε με άνεση: «έλα μωρέ, θα σου περάσει». Ναι, αυτό το ξέρεις κι εσύ πως κάποια στιγμή, κάπου, κάποτε, θα περάσει και θα ξεθωριάσει ό,τι βιώνεις τώρα, αλλά δεν έχει σημασία αυτό. Σημασία έχει ν’ αφιερώσει ένας δικός σου άνθρωπος λίγο απ’ το χρόνο του, ώστε να συζητήσει μαζί σου αυτό που σε απασχολεί.

Όσο μικροπρεπές κι αν είναι αυτό, δεν μπορείς να δεχτείς να το προσπεράσει έτσι απλά. Ελάχιστη προσοχή δεν μπορεί να δώσει; Μπορεί. Γιατί να μην το κάνει; Εκείνη τη στιγμή αισθάνεσαι πως είσαι απαθείς γι’ αυτόν τον άνθρωπο και δε νοιάζεται ούτε στο ελάχιστο για τυχόν προβλήματα που μπορεί να προκύψουν λόγω της αδιαφορίας του. Τελικά, ως επί το πλείστον, απογοητεύεσαι από τέτοιες συμπεριφορές.

Στις δύσκολες στιγμές έχεις ανάγκη την παρουσία αγαπημένων σου προσώπων, που αγαπάς και σ’ αγαπάνε και νιώθεις πως μόνο αυτοί ξέρουν πώς να ηρεμήσουν μια κατάσταση.  Γι’ αυτό το λόγο μοιράζεσαι τα πάντα μαζί τους και περιμένεις την ανάλογη ανταπόκριση.

Η φράση «θα σου περάσει» το μόνο που κατορθώνει είναι να νιώθεις ξένος και πως τελικά κανείς δε σε υπολογίζει. Φαίνεται λες και κανείς δεν ασχολείται με τα προβλήματά σου και δεν καταναλώνει έστω λίγα λεπτά για να σου συμπαρασταθεί. Τα δικά σου θέματα περνάνε αδιάφορα κι ασήμαντα.

Συνεπώς, καλύτερα να μην απαντήσει καν ο άλλος, να το αφήσει να περάσει, παρά να πει τη συγκεκριμένη πρόταση. Καλύτερη η σιωπή από μια καταναγκαστική και δεδομένη απάντηση.

 

Συντάκτης: Χρύσα Κωστοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα