Πόσες είναι εκείνες οι φορές που εξαπατάμε τον ίδιο μας τον εαυτό πιστεύοντας το πόσο σημαντικοί, ιδιαίτεροι και μοναδικοί είμαστε; Αισθανόμαστε πανίσχυροι, δυναμικοί, άτρωτοι με παρορμητικές διαθέσεις που επιθυμούν την κατάκτηση των πάντων γύρω μας. Είμαστε οι πιο έξυπνοι, οι πιο δυναμικοί, οι πιο δίκαιοι, οι πιο σωστοί, αυτοί που αξίζουν τον κόσμο όλο. Οι χωρίς ανόητα συμπλέγματα, περιττούς δισταγμούς, περιοριστικούς φόβους κι ανούσια, άτολμα διλήμματα.

Νιώθουμε ότι βρισκόμαστε στο κέντρο ενός ατομικού σύμπαντος το οποίο έχουμε δημιουργήσει οι ίδιοι κι έχουμε επιτρέψει στις ζωές μας να πρωταγωνιστήσουν σ΄ αυτό. Κι όλοι οι άλλοι απλά φαντάζουν τα ηλεκτρόνια ή τα πρωτόνια, που αναγκαστικά θα πορεύονται γύρω μας σε πορείες αέναες κι αδιάλειπτες. Θα εξακολουθούν να βρίσκονται αιωρούμενοι εκεί, σε ατελεύτητες συμπαντικές τροχιές, γύρω από το επιφανειακά ωραιοποιημένο εγώ μας. Αγκιστρωμένοι γερά, στο δόλωμα της αβαθούς μας γοητείας. Παρασυρμένοι στους ανέμους της ισχυρής κενοδοξίας μας.

Είμαστε η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας, μέσα από το κάτοπτρο του μυαλού μας. Κι ενώ για μας, η εικόνα αυτή μοιάζει με το προφίλ μιας όμορφης φιγούρας, φαντάζοντας ιδεατή και όμορφη, ξεπροβάλλει πίσω από τα γκρίζα πέπλα της, θολά κι αδιόρατα, η πραγματική της μορφή. Μια τρεμάμενη, ζαρωμένη σκιά με επιτηδευμένη, υπεροπτική ματιά, που μας κοιτάζει έντρομη μην τυχόν κι ανακαλύψουμε μέσα μας, την τεράστια δολιότητά της. Το πελώριο εγώ μας. Πεινασμένο και πάντα έτοιμο να τραφεί, καταπίνοντας όλα τα συναισθήματα που θα σερβιριστούν μπροστά του. Ισχυρά, ανίσχυρα, φοβισμένα, ατρόμητα, εφήμερα, μόνιμα. Χωρίς εξαίρεση. Θα θρέψουν το -θεωρητικά για εμάς-, υποσιτισμένο εγώ μας και θα το μεταμορφώσουν σε ισχυρό εξοντωτικό σάρωθρο, όλων των άλλων γύρω μας.

Πιστεύουμε, ότι τολμάμε ν’ αντικρίσουμε στην πραγματική της διάσταση αυτήν την ξεθωριασμένη σκιά, που ξεπροβάλλει μέσα από τον καθρέφτη μας, ή μας βολεύει να τη βλέπουμε ν’ αναδύεται φτιασιδωμένη και σαγηνευτικά αποπλανητική μπροστά μας; Μήπως γιατί δεν έχουμε τη δύναμη να διαχειριστούμε την πραγματική μας εικόνα, γιατί αυτό προϋποθέτει έντονη αυτογνωσία όπως και ρηξικέλευθες, βαθιές αλλαγές μέσα μας, για τις οποίες δε θα είμαστε ποτέ πραγματικά έτοιμοι;

Τελικά, μοιάζει η ζωή με μια πλανεύτρα παραίσθηση, φτιαγμένη από ύλη κι ιδιοτέλεια, όπου οι θεοί που λατρεύουμε είναι απλά, οι καθρέφτες μας; Οι καθρέφτες μας, που μέσα από τις προσωρινές, ναρκισσιστικές αντανακλάσεις τους, προάγουν κι ανταμείβουν την ατελέσφορη ματαιοδοξία μας;

Από την άλλη πλευρά, το να μπορέσουμε ν’ αντιληφθούμε ότι είμαστε ένας κόκκος άμμου μέσα στο χάος μιας αχανούς ερήμου, άτακτα σπαρμένης μέσα σ΄ ένα σύμπαν δισεκατομμυρίων γαλαξιών, μας κάνει να ξεχωρίζουμε για την πλήρη συνειδητότητα της ύπαρξής μας; Είναι το χαμήλωμα του εσωτερικού αναστήματός μας, η αρετή που μας κάνει ξεχωριστούς ανθρώπους στις μέρες μας; Κι αυτό το χαμήλωμα μοιάζει ν΄ ακούει στο όνομα ταπεινότητα; Σ΄ αυτή τη σπάνια αρετή, η οποία δε φωνάζει, δεν επαίρεται, δεν οργίζεται, δεν επιβάλλεται. Μόνο σιωπά, μεστώνοντας αργά και μυστικά μέσα μας. Βρίσκεται εκεί, για να συνοδεύει στο ταξίδι της ζωής, όλους εκείνους τους ανθρώπους, που έχουν τη γνώση της ασημαντότητας, του εγώ τους, μπροστά στην απεραντοσύνη της φύσης και την περατότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Κι αγγίζοντας ο καθένας μας, το όριο της απόλυτης ταπεινότητας, μπορεί να κατανοήσει το μέγεθος του ανεκτίμητου βάθους που κρύβει μέσα του, ανακαλύπτοντας ταυτόχρονα την απόλυτη εσωτερική του δύναμη. Μια δύναμη ικανή ν΄ ανατρέψει όλο το υπόβαθρο της θεώρησής του, για την ίδια τη ζωή.

Κι αν η κατάκτηση της ταπεινής σκέψης, αποτελεί στόχο των ανθρώπων που θέλουν να φτάσουν σε υψηλότερα επίπεδα εσωτερικής ανάπτυξης, τότε γιατί όταν την συναντούμε δίπλα μας σε ανθρώπους που έχουν παλέψει πολύ για να την κατακτήσουν, δεν την εκτιμούμε; Γιατί στα μάτια μας αυτοί οι άνθρωποι εξακολουθούν να παραμένουν αδιάφοροι κι ασήμαντοι και με την πρώτη ευκαιρία θα τους ρίξουμε στον καιάδα του χλευασμού μας; Ίσως γιατί, δε θα τους θεωρήσουμε ποτέ εμπόδιο ικανό να μας προκαλέσει το ενδιαφέρον, ώστε να του αντισταθούμε σθεναρά και να νιώσουμε μέσα από αυτή μας την αντίσταση, το μέγεθος της υπεροχής του εγώ μας.

Τελικά θα μείνουμε εκεί, να θαυμάζουμε όλους εκείνους τους εραστές της φιλαυτίας, προσφέροντάς τους τον ακραιφνή σεβασμό μας; Μήπως επειδή τείνουμε να γινόμαστε έρμαια των σύγχρονων αντιλήψεων και στερεοτύπων, που ορίζουν ως πετυχημένους, όλους εκείνους τους δυναμικούς, διεκδικητικούς, επίμονους κι απαλλαγμένους από τρωτά συναισθήματα, ανθρώπους; Ή μήπως επειδή τείνουμε στο να θεωρούμε αδύναμο, εκείνον τον οποίο προσπαθεί εναγωνίως να βυθιστεί στη συνείδηση του, για να βρει τον εαυτό του και το πραγματικό νόημα της ζωής;

Συντάκτης: Όλγα Αρβανιτά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου