Είναι κι εκείνες οι σελίδες των ημερολογίων που γυρίζουν γρήγορα, άλλοτε με θόρυβο κι άλλοτε σιωπηλά και υπόκωφα, καθώς αντιλαμβανόμαστε ότι τρέχουν όμοιες με κλέφτες των ονείρων, που φοβούνται να μην προλάβουμε και τους συλλάβουμε. Λεπτά, ώρες, μέρες, βδομάδες, μήνες, χρόνια, ζωές. Κι οι λεπτοδείκτες του ρολογιού μας, να χτυπούν με ρυθμό, ακατάπαυστα, σ΄ ένα κυκλικό στροβίλισμα, σχεδόν χορευτικό. Αρχή, μέση, τέλος. Αέναες οι διαδρομές του χρόνου, ατέρμονες οι εναλλαγές των ανίσχυρων λεπτών κι εμείς εκεί στην περατή διαδρομή της ζωής μας, να σχοινοβατούμε με τέχνη πάνω στα τεντωμένα κόκκινα νήματα, προσποιούμενοι ότι αψηφούμε το φόβο του κενού.

Μένουμε εκεί, περαστικοί διαβάτες στο δρόμο του χρόνου, ν’ αλλάζουμε μορφές, να περπατάμε μέσα του, άλλοτε με βήματα αβέβαια ή σταθερά κι άλλοτε τρέχοντας για να αδράξουμε τις μικρές στιγμές των δευτερολέπτων, που περνούν μπροστά μας όμοιες με αστραπές. Ο μόνος που παραμένει ίδιος, είναι ο καθρέφτης της ζωής μας, ο οποίος όμως κάθε φορά δείχνει μέσα του πολλές διαφορετικές μορφές μας. Πρόσωπο νεανικό, με μάτια που λάμπουν από επιθυμίες ή όνειρα, πρόσωπο θαμπό, αυλακωμένο με ρυτίδες, με μάτια ημιδιάφανα, χωρίς προσδοκίες. Γιατί νιώθουμε ότι ο χρόνος τις τιμώρησε, επειδή πεισματικά παρέμειναν μεγάλες. Τις ξέφτισε, τις αποχρωμάτισε και τις μετάλλαξε μέσα στη δίνη του, ξεβράζοντάς τες, σχεδόν εξαγνισμένες.

Άλλοι στα μέσα της πορείας τους σ΄ αυτό το δρόμο, δείχνουν ικανοποιημένοι γιατί νιώθουν ότι επιβλήθηκαν στις στιγμές, ότι διαφέντεψαν και τιθάσευσαν τις ζωές τους με επιτυχία. Ο δρόμος, τους φάνηκε ευκολοδιάβατος, γεμάτος με προκλήσεις, απαλλαγμένος από σκαιούς φόβους κι ανυπόληπτες παλινδρομήσεις. Κι αν κάποια στιγμή εκεί στις σκοτεινές γωνίες του, ξεπρόβαλαν ανυπόταχτες αποφάσεις, εκείνοι τις δάμαζαν, τις εξημέρωναν και τις μετέτρεπαν σε πιστούς φύλακές τους. Πορεύονταν έτσι παρέα μαζί τους κι ένιωθαν αήττητοι.

Άλλοι πάλι γυρνούν το βλέμμα πίσω τους και κατόπιν κοιτούν τα κατεστραμμένα και σκονισμένα παπούτσια τους με θλίψη, απογοήτευση και περιφρόνηση. Και προς στιγμήν σκέφτονται, ότι αυτός ο μακρύς, κακοτράχαλος δρόμος μόνο σκόνη, πέτρες, λάσπες κι αδιέξοδα τους πρόσφερε. Τινάζουν τότε με δύναμη τα πόδια τους κι αφήνουν πίσω τους τον κουρνιαχτό της σκόνης του, με λύτρωση. Κοιτούν όμως ξανά τον δρόμο τους κι έπειτα, χαμογελούν μειλίχια. Γιατί νιώθουν ότι τον διάβηκαν με περισσή εντιμότητα, μακροθυμία, υπομονή κι επιμονή. Κι αν δεν κατάφεραν πολλά στα μάτια των άλλων, για τους ίδιους η διάσχιση αυτής της στενωπού, τους δώρισε σοφία, εμπειρία, ικανότητα αποτελεσματικότερων χειρισμών και πρόβλεψης καταστάσεων. Κι ίσως, μοναδικά εντυπωμένες στιγμές, που θα μείνουν χαραγμένες κι ανεξίτηλες μέσα τους, για πάντα.

Πόσο μας επηρεάζει τελικά το πέρασμα του χρόνου; Νιώθουμε τις αλλαγές στο σώμα μας, στις σκέψεις μας και στον τρόπο που λειτουργούμε. Γιατί μέσα από το μεγάλωμά μας, η μορφή μας μπορεί να μεταβάλλεται και να αλλοιώνεται δραστικά, αλλά παράλληλα όλες αυτές οι αλλαγές που βιώνουμε σωματικά και νοητικά, μας κάνουν πιο ώριμους, πιο συνειδητοποιημένους, πιο σοφούς. Γι’ αυτό το λόγο η μεταβλητότητα και οι μεταμορφώσεις μας μέσα στο χρόνο είναι σχετικές. Γιατί εκείνος, πάντα κάτι θα μας προσθέτει και πάντα κάτι θα μας αφαιρεί.

Χρόνος. Για τους περισσότερους, ένας εχθρός αιώνιος, κρυμμένος κάτω από το διάφανο δέρμα μας, κυλώντας νωχελικά μέσα στις φλέβες μας, ελλοχεύοντας μυστικά μέσα στα κύτταρά μας. Με έσχατο σκοπό στο τέλος της διαδρομής, να μας αναγκάσει να έρθουμε αντιμέτωποι με την έννοια της ασημαντότητάς μας. Να μας διδάξει το υπέρτατο μάθημα της ύπαρξής μας. Ότι τίποτα δεν κρατά για πάντα.   Ότι προοριζόμαστε για να χαράξουμε στο χάρτη μας ατομικές πορείες, άλλοτε προδιαγεγραμμένες με βάση τα σημάδια της πυξίδας μας κι άλλοτε τυχαίες με βάση την παρατήρηση του πολικού αστέρα. Ότι βρισκόμαστε εδώ, για ν΄ αφήσουμε μόνο χνάρια κι αποτυπώματα πάνω στην άμμο της ιστορίας μας.

Συντάκτης: Όλγα Αρβανιτά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου