«-Σ’ αγαπώ.

– Αγάπα με!

– Μου λείπεις!

– Ας σου λείπω!

-Όποτε με σκέφτεσαι στέλνε μου φως και αγάπη.»

 

Ο παραπάνω συγκλονιστικός διάλογος, εκτυλίσσεται στην ταινία “Εat, Pray, Love” τη στιγμή, που ένα παντρεμένο ζευγάρι οριστικοποιεί το χωρισμό του. Κι αναρωτιέσαι, αν μπορεί ένα ζευγάρι να βάλει τέλος σε μια κοινή πορεία που διέγραψε μέσα στο χρόνο, ανταλλάσσοντας εκφράσεις γεμάτες με έντονα συναισθήματα, που αιμορραγούν ακατάσχετα. Αντέχουν να εκφράσουν τώρα στο τέλος, έστω κι αργά, ό, τι πιο δυνατό φυλάσσουν μυστικά μέσα τους;

«Σ΄ αγαπώ». Αφήνεις τα χείλη να απασφαλίσουν, λύνοντας τα δεσμά τους κι αφήνοντας να δραπετεύσει όλο εκείνο το συναίσθημα που σφυρηλατήθηκε μέσα σου αργά αλλά σταθερά. Τολμάς ν’ αφεθείς στη διεκδικητικότητα της μοναξιάς σου, έχοντας ειπωμένο στα χείλη ένα κατακερματισμένο «σ΄ αγαπώ»; Κι αναρωτιέσαι, γιατί δε σιωπάς άραγε, γιατί δεν το καταπίνεις, γιατί το αφήνεις να σκαρφαλώσει απροσποίητα στα ειπωμένα, ν’ αναδυθεί και να καρφωθεί σαν ύβρις στ΄ αφτιά του συντρόφου σου; Τι ελπίζεις; Ότι θα σου δώσει μήπως, μια τελευταία ευκαιρία για την πιο βαθιά σου μεταμέλεια; Ότι θα γαντζωθείς από αυτή τη μεγαλειώδη λέξη, που την προφέρεις ίσως για τελευταία φορά, ώστε να μπορέσεις να δικαιολογήσεις μέσα σου, την ενοχή που ένιωσες, για όλον εκείνον το χρόνο που διάβηκε και χάθηκε στο «μαζί»;

«Αγάπα με». Σε ικετεύει, σε προστάζει, σε εκλιπαρεί. Άλλοτε κραυγάζοντάς το παράφορα, για να μπορέσεις να το ακούσεις μέσα στο θόρυβο του μυαλού σου κι άλλοτε ψιθυρίζοντάς το, με μια γαλήνια φωνή ώστε να αισθανθείς το χάδι της λέξης μέσα στην ψυχή σου. Γιατί ίσως, απ’ όλον τον κόσμο στη γη, μόνο εσύ το κάνεις για τον άνθρωπο που έχεις δίπλα σου. Γιατί παραμένει κι εκείνος ένας ταπεινός επαίτης της αγάπης, όπως όλοι. Γιατί χωρίς αγάπη, δεν αναπνέει, δε ζει, δεν αισθάνεται ότι προστίθεται νόημα στην πορεία του μέσα στο χρόνο. Το ζητά, το διεκδικεί, το ουρλιάζει για να τ’ ακούσεις! Κι ύστερα, αφήνει την ψυχή του να πιστέψει ότι εσύ θα το κάνεις, γιατί αδημονεί κι ο ίδιος να σου προσφέρει ό, τι πιο πολύτιμο έχει. Τον ατλαζένιο κόσμο, που αποσιωπά μέσα του και τον κρατά για να τον ανακοινώσει μόνο σε σένα.

«Μου λείπεις!» Όταν δεν είσαι κοντά στον άνθρωπό σου, όταν δε σε βλέπει, όταν δε σ΄ ακούει, όταν δε σ΄ αγγίζει. Όμως εξακολουθεί πάντα να παραμένει εκεί, να σέρνεται στη λεηλατημένη σκέψη σου, για κάθε ισχνό λεπτό του χρόνου. Κουρνιάζει στις στοές του μυαλού σου, σκιρτά σε κάθε χτύπο της καρδιάς σου, ανασαίνει μαζί σου σε κάθε ανασήκωμα του στέρνου σου. Ναι, σου λείπει! Η χημεία σας, η έντονη εναλλαγή της νοητικής επικοινωνίας σας, το θάλπος σας. Η αγκαλιά σας, που όταν φωλιάζεις μέσα της επουλώνεσαι, καθώς νιώθεις την ανάλαφρη σπιλιάδα της ασφάλειας να φυσά στο πρόσωπό σου. Η αύρα του, που κάθε φορά που αναχωρεί από δίπλα σου, τη βλέπεις να αποχρωματίζεται και να ξεθωριάζει από τιρκουάζ σε γκρίζο.

«Ας σου λείπω!» Μια αδίστακτη, αυθάδης απάντηση, που θα τον χτυπήσει οδυνηρά σαν ηχηρός κόλαφος, προκειμένου να οριοθετήσει πλέον τη συμπεριφορά του. Πόσο κενό αφήνει να εισρεύσει στην ψυχή του, όταν ξέρει πόσο θα του λείπεις! Πόσο άδειος να νιώσει κάποιος μετά από αυτή τη παραδοχή; Γιατί θα πρέπει να συνηθίσει την απουσία σου, σ΄ όλο εκείνο το υπόλοιπο, που θα το διαβείτε σε παράλληλες, μη τεμνόμενες πλέον πορείες. Γνωρίζοντας κι οι δυο, ότι το κοινό σας ταξίδι έφτασε στο τέλος της διαδρομής του, αφήνοντας μέσα σας μόνο απομεινάρια από τη μοναδική σας εσωτερική συνέργεια.

«Όποτε με σκέφτεσαι, στέλνε μου φως κι αγάπη.» Φως, που άπλετο θα ξεχυθεί μέσα από τις ρωγμές σου και θα προσπαθήσει μάταια, να τινάξει από πάνω σου την καταχνιά του αποχωρισμού. Εκφράζει όλο αυτό που αναδεύεται μέσα σου, εκεί στα σκοτεινά λαγούμια της σκέψης σου και νιώθεις ότι όταν αρθρώνεις αυτές τις όμορφες λέξεις, το φως τρυπώνει, διαχέεται από παντού και διαλύει κάθε σκοτεινή πτυχή της ζωής σου. Είναι που στη σκέψη σου, η αληθινή αγάπη διώχνει τις σκιές, μετουσιώνεται σε παρορμητική κινητήρια δύναμη μέσα σου, σου δίνει σθένος να συνεχίσεις ν΄ αγωνίζεσαι, να συνεχίσεις ν΄ αναζητάς με την ίδια σφοδρή επιθυμία εκείνο το άλλο σου μισό, που το φέρνεις στο νου καθώς κατεβάζεις τα βλέφαρα. Εκείνο, που απλά αφήνεσαι και το ονειρεύεσαι.

 

«Σ΄ αγαπώ, αλλά τελικά, σ’ εγκαταλείπω;

Σ΄ αγαπώ, αλλά τελικά επιλέγω να μείνω μακριά σου;

Σ΄ αγαπώ, αλλά τελικά δε θα γυρίσω πίσω;

Σ’ αγαπώ ουσιαστικά κι αληθινά τότε; Απόλυτα.

Αγάπα με, λοιπόν. Μόνο.»

 

Συντάκτης: Όλγα Αρβανιτά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου