Ο έρωτας θ΄ αποτελεί, πάντοτε, ένα μυστήριο. Κι γι΄ αυτούς που τον βιώνουν, όπως και για όλους εκείνους που, απλώς, τον παρατηρούν. Και τούτο επειδή είναι εσωτερικός, είναι υποκειμενικός και καθαρά βιωματικός.  Η αλήθεια είναι ότι κάθε άνθρωπος ερωτεύεται διαφορετικά. Και στον τρόπο, αλλά και στη συχνότητα.

Πολλοί ερωτεύονται για μια και παντοτινή φορά. Ακόμη κι αν ο αυτός ο έρωτας δεν έχει το φινάλε που εξ΄ αρχής ονειρευόντουσαν, παραμένει για ‘κείνους ο ένας και μοναδικός. Πολύ δύσκολα θα ερωτευθούν και πάλι. Ή, έστω, με την ίδια ακριβώς ένταση. Υπάρχουν όμως κι εκείνοι που ερωτεύονται συχνά. Σαν να ΄ναι κάτι τόσο απλό κι αυτονόητο. Έρωτες με διαφορετικά κάθε φορά πρόσωπα, που διαρκώς εναλλάσσονται, με την ίδια ακριβώς ένταση. Η σχέση που κάθε φορά δημιουργούν, γεννά σ΄ αυτούς τα ίδια ακριβώς συναισθήματα· τον ένα και παντοτινό έρωτα. Ή, τουλάχιστον, έτσι νομίζουν.

Κάποιοι, απόλυτα δικαιολογημένα, θα σκεφτούν ότι όταν ερωτεύεσαι συνεχώς διαφορετικά πρόσωπα, μπορεί να δείχνει επιπολαιότητα και συναισθηματική ανωριμότητα απ΄ την πλευρά τους, ενδεχομένως κι ανασφάλεια. Πώς είναι δυνατόν σε κάθε πρόσωπο να βλέπουν πάντοτε τον ιδανικό άνθρωπο και τη μεγάλη αγάπη; Και στο τέλος (κάθε έρωτα) να τρώνε τα μούτρα τους. Ν΄ απογοητεύονται. Όμως να μη σταματούν. Να συναντούν, σχεδόν, αμέσως το επόμενο πρόσωπο και πάλι απ΄ την αρχή. Να ερωτεύονται ξανά και ξανά.

Όχι, δεν ερωτεύονται κάθε πρόσωπο, με το οποίο συνάπτουν σχέση. Νομίζουν μόνο ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει, καθώς η αλήθεια είναι ότι μεταβιβάζουν την άκρατη ανάγκη τους για έρωτα στα πρόσωπα που, διαρκώς, εναλλάσσονται. Είναι ερωτευμένοι με τον ίδιο τον έρωτα, δίνοντάς του μορφή κι υπόσταση στα μάτια του ανθρώπου, με τον οποίο σχετίζονται κάθε φορά συναισθηματικά. Εξισορροπούν με τον τρόπο αυτό την ανάγκη τους να βρίσκονται διαρκώς σε μία σχέση, πιστεύοντας ότι με την κάθε μία από αυτές είναι ερωτευμένοι. Πράγματι ο δείκτης αυτός της συναισθηματικής ανωριμότητας πηγάζει απ’ την ανάγκη των ανθρώπων αυτών ν΄ αποζητούν την αποδοχή του εαυτού τους μέσω του έρωτα.

Αυτό μπορούμε εύκολα να τ’ αντιληφθούμε. Αρκεί ν΄ αναγνωρίσουμε ότι όταν συνδεόμαστε συναισθηματικά μ΄ ένα πρόσωπο, ερωτευόμαστε αυτό που οι ίδιοι προβάλλουμε πάνω του κι όχι αυτό που είναι ή δείχνει. Καθώς αυτό δε γίνεται συνειδητά, το άτομο δεν μπορεί να καταλάβει το λόγο που ο έρωτας που ένιωσε για τον άνθρωπο αυτό πέρασε και ξαφνικά του τελείωσε. Πολύ εύκολα, λοιπόν, προχωρά σε δέσμευση με το επόμενο πρόσωπο, στο οποίο συνεχίζει να προβάλλει αυτό που το ίδιο είναι κι επιζητεί. Προσδοκά έτσι κι αγαπάει την ανάγκη του για τον έρωτα κι όχι το πρόσωπο με το οποίο κάθε φορά σχετίζεται. Με τον ασυνείδητο αυτό τρόπο κατορθώνει να καλύπτει και την ανάγκη της αποδοχής του εαυτού του.

Ο έρωτας είναι απλός γι΄ αυτό και συνήθως έρχεται αμέσως και μπορεί ν΄ εναλλάσσεται παίρνοντας τη μορφή διαφορετικών προσώπων. Δε χρειάζεται να γνωρίζεις και πολλά για τον άλλο. Ερωτεύεσαι την εικόνα που εσύ ο ίδιος έχεις προβάλλει και τελικά πλάσει για εκείνον, μέσω της φαντασίας σου. Ερωτεύεσαι την ίδια σου την ανάγκη για τον έρωτα. Ερωτεύεσαι τις προσδοκίες σου. Όταν στην πορεία οι προσδοκίες σου τελικά δεν καλύπτονται και τη φαντασία σου διαδέχεται η ψυχρή και στεγνή πραγματικότητα, τότε ο έρωτάς σου για το πρόσωπο-έρωτα παύει να υπάρχει. Και ξεκινάς να δημιουργείς νέες προσδοκίες κι όνειρα στην εικόνα του επόμενου προσώπου-έρωτα.

Η αγάπη, όμως, είναι αυτή που ‘ναι τόσο περίπλοκη. Για ν΄ αγαπήσεις τον άλλον πρέπει πρώτα να τον γνωρίσεις και να σε γνωρίσει. Ν’ ανακαλύψετε ο ένας τον άλλον μέσω της σύνδεσής σας. Ν΄ αναγνωρίσετε κομμάτια του εαυτού σας που ταιριάζουν και συμπληρώνουν το παζλ της σχέσης σας. Η αγάπη έρχεται σταδιακά και συμπληρώνεται απ’ τον έρωτα. Επειδή η αγάπη εμπεριέχει τον έρωτα. Τον «ώριμο», όμως, έρωτα. Σε γνωρίζω και σιγά-σιγά σ΄ ερωτεύομαι. Σε μαθαίνω και σ΄ αγαπώ γι΄ αυτό που είσαι και γι΄ αυτό που γίνομαι εγώ, όταν είμαι μαζί σου. Δεν προσδοκώ να ολοκληρωθώ σαν προσωπικότητα και να νιώσω ευτυχία απ’ τη σχέση μας. Αντίθετα εγώ είμαι αυτός, που προσθέτω τη δική μου χαρά κι ευτυχία σ΄ αυτό που κι οι δύο μαζί αποφασίζουμε, με αργά και σταθερά βήματα, να δημιουργήσουμε. Αυτή, λοιπόν, είναι η διαφορά ανάμεσα στον «ανώριμο» έρωτα και στον «ώριμο» που εμπεριέχεται στην αγάπη.

Πρόσφατα διάβασα ένα κείμενο που επί της ουσίας κατέληγε στο συμπέρασμα ότι αν δεν έχεις αναγνωρίσει τις ανώριμες πλευρές της προσωπικότητάς σου κι αισθάνεσαι ότι η ζωή που ζεις δε σε καλύπτει, τόσο περισσότερο θ΄ αποζητάς να ζεις τον έρωτα. Κι αυτό τελικά είναι απόλυτα αληθινό. Επειδή ο έρωτας ξεκινά απ΄ τον ίδιο μας τον εαυτό. Επειδή δε χρειαζόμαστε τους άλλους για να νιώσουμε εμείς οι ίδιοι ολοκληρωμένοι. Επειδή δύο μισά όταν ενωθούν δε δημιουργούν ένα ολόκληρο, το «εμείς». Αλλά θα παραμένουν πάντοτε δύο μισά. Ενώ αντίθετα δύο ολοκληρωμένα «εγώ» είναι αυτά που  συνθέτουν το «εμείς». Κι ίσως αυτό είναι που πρέπει ν΄ αναγνωρίσουμε.

 

Συντάκτης: Ελίζα Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου