Αν ποτέ ταξιδέψεις στη Λατινική Αμερική, μη χάσεις την ευκαιρία να επισκεφτείς τη ζούγκλα του Αμαζονίου. Είναι ένας απ’ τους πιο περιπετειώδεις προορισμούς που μπορείς να επιλέξεις και που θα σε ανταμείψει τόσο. Πρόκειται για μεγάλη πρόκληση, καθώς θα βρεθείς στη μέση του πουθενά, κυριολεκτικά χαμένος μέσα σε μια ζούγκλα, μακριά απ’ τον πολιτισμό, με διάφορα έντομα και ζώα να σε επισκέπτονται κι ας είσαι ο επισκέπτης ουσιαστικά εσύ. Είχα την τύχη να ταξιδέψω στον Αμαζόνιο δύο χρόνια πριν, απ’ την πλευρά της Κολομβίας και λέω σήμερα να σας πάρω μαζί μου για μια μικρή επιστροφή στα μέρη αυτά.

Ξεκίνησα το ταξίδι μου απ’ το χωριό Puerto Narino, που είναι στο νότιο μέρος της Κολομβίας και συνορεύει με το Περού και τη Βραζιλία. Βέβαια ο Αμαζόνιος είναι πιο γνωστός για τη μεριά που βρίσκεται στη Βραζιλία, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του είναι εκεί, αλλά ρωτώντας και διαβάζοντας στο ίντερνετ έμαθα πως για μια πιο local και γνήσια εμπειρία προτείνεται να πας στο μέρος της ζούγκλας της Κολομβίας. Υπάρχουν πολλά ταξιδιωτικά γραφεία που προσφέρουν ξεναγήσεις σε γκρουπ μέσα στη ζούγκλα αλλά είναι υψηλά σε κόστος, προσφέρουν ελάχιστη απομόνωση αφού είσαι με μεγάλα γκρουπ και έχουν τη φήμη ότι καταλήγουν σε κάτι περισσότερο τουριστικό και λιγότερο αυθεντικό και ασυνήθιστο. Προσωπικά λοιπόν, διάλεξα να βρω έναν ντόπιο και να κανονίσουμε μαζί το ταξίδι και όλες τις εμπειρίες που ήθελα να ζήσω.

Ημέρα πρώτη και ο ντόπιος συνταξιδιώτης μου ήρθε με τη βάρκα του, καθώς είναι το μόνο μέσο που χρησιμοποιούν εκεί, με καλωσόρισε στα Ισπανικά (δε μιλάνε αγγλικά) και κατευθυνθήκαμε μαζί σε ένα διπλανό χωριό που λέγεται San Francisco. Στη διαδρομή κάναμε στάση για να δούμε τα ροζ δελφίνια, κάναμε βαρκάδα κάτω από κάτι τεράστια δέντρα που οι ρίζες τους χανόντουσαν μέσα στο νερό και -το πιο απίστευτο κι εντυπωσιακό απ’ όλα- ψαρέψαμε πιράνχας! Όταν μου πρότεινε να βουτήξω κι εγώ δείλιασα, καθώς τα φοβόμουν λίγο, εκείνος μου χαμογέλασε και μου είπε πως δεν πειράζουν τους ανθρώπους, οι άνθρωποι πειράζουν εκείνα.

Καθώς κολυμπούσα λοιπόν με δελφίνια, πιράνχας και πιθανότατα κροκόδειλους -που πάλι καλά δεν είδα- στα δέντρα πηδούσαν από κλαδί σε κλαδί μαϊμούδες και πουλιά πετούσαν ρυθμικά, λες και χόρευαν στον ουρανό. Γενικότερα ένιωθες να έχεις ξεφύγει από τον πραγματικό κόσμο και να είχες μπει κι εσύ στο βιβλίο της ζούγκλας, με μοναδικό χαρακτήρα που έλειπε να είναι ο Μόγλης. Μετά από δύο ώρες συνεχίσαμε τη βόλτα μας με τη βάρκα και φτάσαμε στις όχθες του ποταμού. Προχωρήσαμε για την παράγκα, όπου έμεναν οι γονείς του, τα αδέρφια του, τα ξαδέρφια του και τα παιδιά τους, με εμένα να παθαίνω σοκ καθώς όλη η παράγκα ζήτημα να ήταν πενήντα τετραγωνικά. Μου σύστησε τον αδερφό του και μου είπε πως εκείνος θα ήταν ο οδηγός μέσα στη ζούγκλα.

Η αρχή έγινε με τον οδηγό να εξοπλίζεται με σουγιάδες, καθώς και μια καραμπίνα, για το ενδεχόμενο επιθετικού άγριου ζώου. «Καλά ξεκινάμε» σκέφτηκα. Στη ζούγκλα μείναμε τρεις μέρες. Τα αξεσουάρ του ύπνου περιλάμβαναν μια αιώρα και μια κουνουπιέρα, καθώς τα κουνούπια γύρω ήταν αμέτρητα και υπήρχε κίνδυνος για ελονοσία. Οι πεζοπορίες αναρίθμητες, ημέρα και νύχτα, με την εμπειρία να θυμίζει ένα (πολύ καλό) πρόγραμμα επιβίωσης. Κλαδέψαμε δέντρα για να φτιάξουμε σχεδία, περπατήσαμε σε τεράστιους κορμούς δέντρων για να διασχίσουμε μονοπάτια, πιάσαμε εξωτικά πουλιά, φάγαμε δίπλα σε μαϊμούδες και βουτήξαμε στο ποτάμι.

Για τρεις ημέρες η αίσθηση που επικρατούσε ήταν αυτή ενός οδοιπόρου της ζωής με τη φύση να είναι το σπίτι του. Οι εικόνες, τα χρώματα, οι ήχοι, οι μυρωδιές και όλες οι αισθήσεις που ενεργοποιούνται στο εκατό τοις εκατό, κάνουν τη λέξη «μαγική» να είναι η μόνη ικανή να περιγράψει την εμπειρία, αφού δε θυμίζει σε τίποτα οτιδήποτε ήδη γνωστό σε εμάς. Η κατανόηση του πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι και πόσο σέβονται τη γη, είναι κομμάτι του ταξιδιού. Μέσα στην απλότητά τους κρύβεται ένα μεγαλείο και μια φιλοσοφία ζωής που βγάζει τόσο νόημα.

Τεράστιο ενδιαφέρον κρύβουν οι μύθοι και οι ιστορίες τους για τη ζούγκλα, την οποία αποκαλούν «μαμά». Θέλετε να δούμε μερικούς σε μια προσπάθεια να νιώσουμε την επαφή τους με το περιβάλλον τους; Αρκετά γνωστός είναι ο “El Tunche”, ένας τύπος κακού πνεύματος που περιπλανιέται τη νύχτα, δε φαίνεται ποτέ, αλλά μπορεί να ακουστεί στο σκοτάδι ως διακριτικό μα επίμονο κάλεσμα πουλιών. Εάν προσπαθήσετε να μιμηθείτε το πουλί, κινδυνεύετε να το θυμώσετε κι εκείνο να εξαπολύσει ένα ξόρκι με αποτέλεσμα ο ήχος των πουλιών, που αυξάνεται ολοένα και περισσότερο, να φτάσει να ακούγεται μέχρι και στον ύπνο μέχρι που να προκαλέσει τρέλα.

Άλλος μύθος είναι ο Chuyachaki, οι περιγραφές του οποίου ποικίλλουν. Συχνά περιγράφεται σαν νάνος, με το πόδι ενός αγριόχοιρου. Λέγεται ότι ζει σε γιγαντιαία δέντρα, όπως το Ceiba και ψάχνει για ανθρώπους που έχουν χαθεί στο δάσος. Μεταμφιέζεται σε κάποιον που εμπιστεύονται, παρασύροντάς τους όλο και βαθύτερα. Μόλις χαθούν εντελώς, τους εγκαταλείπει, περιμένοντας για το τέλος τους προκειμένου να αιχμαλωτίσει τις ψυχές τους.

Ο θρύλος της Ayay-mama αφορά στο νυχτερινό πουλί Potoo, που συχνά εμφανίζεται σε ζευγάρια. Η ιστορία τα θέλει να είναι αρχικά δύο μικρά παιδιά των οποίων η κακή μητριά πείθει τον πατέρα τους να τα εγκαταλείψει στο δάσος, έτσι ώστε να έχει τη μοναδική πρόσβαση στην κληρονομιά. Η πρώτη του προσπάθεια να τα χάσει στο δάσος αποτυγχάνει, αφού η κόρη έχοντας ακούσει το σχέδιο ρίχνει ψωμιά κατά μήκος του μονοπατιού για να βρει το δρόμο για το σπίτι (μήπως μας θυμίζει κάτι η ιστορία;). Τη δεύτερη φορά που καταφέρνει να βεβαιωθεί ότι οι τσέπες των παιδιών του είναι άδειες, τα παιδιά χάνονται εντελώς στη ζούγκλα. Το πνεύμα του Sachamama (μητρικό δάσος), λυπάται και αποφασίζει να τα υιοθετήσει, αλλά όχι ως παιδιά. Τους δίνει τη μορφή πουλιών. Γι’ αυτό το τραγούδι του θηλυκού Potoo λέγεται ότι ακούγεται σαν θρήνος (ay-ay-mama) και του αρσενικού, σαν την κραυγή ενός ανθρώπινου παιδιού.

Ιστορίες γεμάτες πνεύματα, πλάσματα τρομακτικά και δυνάμεις της φύσης ακατανόητες στον άνθρωπο είναι ευρέως διαδεδομένες, οπότε δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι σε απομακρυσμένες περιοχές οι άνθρωποι κρατούν σκύλους φύλαξης για να αποτρέψουν τα κακά πνεύματα.

Με θρύλους ή χωρίς, η ζούγκλα του Αμαζονίου είναι ένα μαγευτικό ταξίδι, που θα σου προσφέρει πάρα πολλά και θα σε φέρει πιο κοντά με τη φύση, θυμίζοντάς σου πως ήταν το πρώτο μας σπίτι. Θα ζήσεις μια περιπέτεια, θα γίνεις πιο τολμηρός και ίσως γνωρίσεις και καλύτερα τον εαυτό σου, εκεί, ανάμεσα σε μαϊμούδες, πιράνχας, κουνούπια και θρύλους για πνεύματα που αιχμαλωτίζουν ψυχές και πουλιά που θρηνούν ακόμη. Μακριά από την έντονη ζωή και από όλους του περισπασμούς. Κάπου ανάμεσα στους ήχους των ζώων, στη θέα των πελώριων δέντρων και στην ηρεμία του ποταμού, ίσως βρεις μια εκδοχή του εαυτού σου που πάντα έψαχνες.

Συντάκτης: Βίκυ Μήλιου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη