Και ποιος δεν ξέρει εκείνη την ταινία-ύμνο στον αγνό έρωτα και τους αθεράπευτα ρομαντικούς και λίγο τρελούς καλλιτέχνες; Βγαλμένη από άλλη εποχή, εκείνη που μπορεί πολλοί να λησμονούν κι άλλοι να φαντάζονται έτσι όπως προβάλλεται σε σειρές και ταινίες, τα φθηνά τσιγάρα δεν είναι απλώς μια καλτ ταινία. Είναι εκείνη που οφείλει να συντροφεύει κάθε δειλινό του Αυγούστου και μόνο οι βαθιά ερωτευμένοι μπορούν να καταλάβουν την αξία και τη σημασία της. Το έργο του μεγάλου Ρένου Χαραλαμπίδη στη συγκεκριμένη περίπτωση άργησε ν’ αναγνωριστεί καθώς κατά το ξεκίνημά της η ταινία χαρακτηρίστηκε σαν «αποτυχία». Μα πόσο «αποτυχημένο» μπορεί να θεωρείται κάτι το οποίο στην επέτειο των 20 χρόνων της πρώτης προβολής της, οι θεατές βλέποντάς την ξανά χειροκροτούσαν όρθιοι στους τίτλους τέλους;

Κι εκεί που λες ότι αυτή η ταινία θα μείνει μια ανάμνηση, κίτρινο γράμμα στο συρτάρι, έρχεται το μιούζικαλ που θ’ αλλάξει όλα τα δεδομένα και θα σε ταξιδέψει πάλι σ’ εκείνη τη μαγική στιγμή. Η εναλλακτική σκηνή της ΕΛΣ παίρνει αυτή τη φορά την καλύτερη μορφή της, καθώς στις 4 Δεκεμβρίου μετατρέπεται στην άδεια Αθήνα του Αυγούστου, με την πανσέληνο να δεσπόζει υπέροχη πάνω από τον Παρθενώνα και να σε καλεί να θυμηθείς ξανά ανεκπλήρωτους έρωτες στην εποχή της τηλεκάρτας και της απουσίας του Instagram. Μια «οπερέτα» όπως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, η οποία αποτελείται από 34 συνολικά σκηνές και 19 τραγούδια, έρχεται για εκείνους τους συλλέκτες στιγμών οι οποίοι μιλάνε πολύ και λένε μόνο τα μισά από αυτά που σκέφτονται γιατί νιώθουν ότι οι γύρω τους δεν τους καταλαβαίνουν.

Το μιούζικαλ αυτό έρχεται 22 χρόνια μετά, να συστήσει στη νέα γενιά τα «Φτηνά Τσιγάρα» σε μια συνάντηση κορυφής του μουσικού θεάτρου και της τέχνης του κινηματογράφου η οποία στοχεύει να κρατήσει αλώβητα τα καλλιτεχνικά στοιχεία της ταινίας. Φυσικά από την παράσταση δε θα μπορούσε να λείπει ο δημιουργός της Ρένος Χαραλαμπίδης ο οποίος πλαισιώνει ένα καστ ηθοποιών, τραγουδιστών κι άλλων καλλιτεχνών, 18 στο σύνολο. Τη μουσική υπογράφει ο Παναγιώτης Καλατζόπουλος ο οποίος έχει προσθέσει 16 καινούργια τραγούδια στην αρχική παρτιτούρα της ταινίας, όπως και τη σκηνοθεσία, κινησιολογία και σκηνικά υπογράφει ο μοναδικός Κωνσταντίνος Ρήγος.

Οι συντελεστές αλλά κι η ταινία που κανείς τότε δεν ήξερε ότι αποτελεί το κύκνειο άσμα μιας εποχής που προβάλλει τον αστικό ρομαντισμό και αντι-ήρωες που βρίζουν, ερωτεύονται και διεκδικούν και στο τέλος καταλήγουν να ικανοποιούνται με τα ελάχιστα όντας από εκείνους που καπνίζουν πάντα φθηνά τσιγάρα. Το ιδιαίτερο γνώρισμα όμως της ταινίας, είναι ότι τον ρόλο του ερωτευμένου, ονειροπόλου αυτή τη φορά τον έχει ένας ανδρικός χαρακτήρας κι όχι ο γυναικείος, ο οποίος εμφανίζεται πιο ρεαλιστικός και προσγειωμένος στην πραγματικότητα. Ίσως πάλι να τον διεκδικεί το ίδιο το κοινό, αφού υποψιασμένο πια θα πάει να ερωτευτεί ξανά την αυγουστιάτικη Αθήνα τον Δεκέμβρη.

Το σημείωμα της λυρικής μεταξύ άλλων αναφέρει:

«Αύγουστος 1999. Γυρισμένη μέσα σε είκοσι τρεις ημέρες του Αυγούστου του 1999 με φόντο την έρημη Αθήνα, η δεύτερη κινηματογραφική ταινία του Ρένου Χαραλαμπίδη Φτηνά τσιγάρα φέρνει στο μυαλό έναν τζαζ αυτοσχεδιασμό. Ο Ρένος Χαραλαμπίδης έγραψε το σενάριο της ταινίας καθώς ταξίδευε, εμπνευσμένος από τη συνάντησή του με τον μπιτ συγγραφέα Πωλ Μπόουλς, τις πλαστικές σακούλες με τα χρυσόψαρα που απλώνονταν σαν γιρλάντες στις λαϊκές αγορές της Ταγγέρης και τις ταινίες του Τζιμ Τζάρμους. Οι ήρωές του ερωτεύονται, βρίζουν, φιλοσοφούν, διεκδικούν τον ρομαντισμό και ικανοποιούνται με τα ελάχιστα, καπνίζοντας πάντα φτηνά τσιγάρα. Η ταινία, ένας φόρος τιμής στο κέντρο της Αθήνας και στον ανεκπλήρωτο έρωτα, σημάδεψε την έναρξη της δεκαετίας του 2000 χάρη στον αστικό ρομαντισμό και τη νυχτερινή, νεανική της αισθητική.

Μια ταινία «ανδρικού ρομαντισμού», σύμφωνα με τον συνθέτη Παναγιώτη Καλαντζόπουλο, τα Φτηνά τσιγάρα προβλήθηκαν σε άδειες αίθουσες από το φθινόπωρο του 2000 στον κινηματογράφο «Απόλλων» στην οδό Σταδίου, λαμβάνοντας κυρίως κακές κριτικές. «Τα Φτηνά τσιγάρα, που μου δίνουν όλες αυτές τις πολύ μεγάλες χαρές, είναι η ταινία μου που μου έχει δώσει και τις μεγαλύτερες θλίψεις. Έχασα την πίστη μου. Με συνέτριψε όλο αυτό. Τι να κάνεις δηλαδή όταν προβάλλεις μια ταινία και πάει άπατη; Έπεσα, μου κόπηκαν τα φτερά. Σκέφτηκα ότι η ταινία ήταν ένα προσωπικό μου καπρίτσιο, μία προσωπική μου τρέλα. Και ότι απέτυχα στους στόχους μου», λέει ο σκηνοθέτης της ταινίας Ρένος Χαραλαμπίδης. Ωστόσο, η ταινία δεν είχε πει την τελευταία της λέξη.»

Τέτοιες καλλιτεχνικές δημιουργίες δε θα μπορούσαν να μείνουν απαρατήρητες και να μην έρθουν στην επιφάνεια. Είναι εκείνες που σε εμπνέουν, σε γοητεύουν και σε κάνουν να ελπίζεις ακόμη ότι ο έρωτας είναι εδώ και δεν έχει χαθεί. Είναι αυτό που δεν ήξερες ότι είχες ανάγκη να δεις. Γι’ αυτό τράβα μια τζούρα γερή κι αυτή τη φορά πάρε τη σωστή στροφή και κατευθύνσου στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. Αυτή τη θεϊκή στιγμή έμπνευσης δεν πρέπει να τη χάσεις.

Συντάκτης: Βαρβάρα Αθανασίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου