Λένε πως αν δεις κάποιον στον ύπνο σου, σε σκέφτεται κι αυτός. Και σε είδα στον ύπνο μου χθες βράδυ. Ένα όνειρο ήταν, απλά και μόνο για να μου θυμίσει πόσο έντονο ήταν αυτό που νιώσαμε κι οι δύο. Και έτσι ξέρω ότι με σκέφτεσαι.

Μη με κοροϊδέψεις, όμως. Δεν περίμενα μόνο ένα όνειρο για να το καταλάβω. Ούτε θα πω απλά ότι το νιώθω. Το ξέρω. Και το ήξερα εδώ και καιρό. Με ψάχνεις, άκουσα, κάτι  βράδια που νιώθεις έντονα την απουσία μου. Σε τρώει όλο αυτό ακόμα και ρωτάς.

Μη μου πεις ότι όλα να είναι στο κεφάλι μου ή ότι μου παίζει παιχνίδια το μυαλό μου κι οι άλλοι. Μπορεί, αλλά δεν το πιστεύω. Γιατί έμαθα να πιστεύω σε μας και να πιάνομαι απ’ το παραμικρό. Ναι, μπορεί το μυαλό μου, όντως, να παίζει μαζί μου και να σε εμφανίζει όταν δεν πρέπει στις σκέψεις και στα όνειρά μου. Θα μπορούσες  να μην είσαι πραγματικός, θα μπορούσε να μην υπήρξε τίποτα, να μην υπάρχει τίποτα. Αλλά δεν είναι έτσι.

Οι αποδείξεις δε χρειάζονται για κάτι τόσο αυτονόητο, δηλαδή, το ότι κανείς απ’ τους δύο δεν ξέχασε. Νιώθεις την ενέργεια, βλέπεις τα μάτια, καταλαβαίνεις.

Και τώρα που το θυμήθηκα και δε στο είπα ακόμη. Ξέρεις πόσο όμορφος ήσουν στο όνειρο; Αλλά δε μου μιλούσες. Δε μου μιλούσες κι εγώ έτοιμη να σκάσω ήμουν. Εσύ που δε σταματούσες να μου κάνεις πλάκες, να με πειράζεις, να θέλεις να έρχεσαι σε μένα, να μου μιλάς. Εσύ, ναι, δε μου μιλούσες ούτε και στο όνειρο κι έτσι ξύπνησα απότομα, με έναν κόμπο στο στομάχι μου.

Σίγουρα κι εσύ θα με βλέπεις στα όνειρά σου. Γιατί κι εγώ σε σκέφτομαι -κι όπως είπα στην αρχή, αν βλέπεις κάποιον στον ύπνο σου, σε σκέφτεται-, όσο κι αν δε θέλω να το παραδεχτώ ούτε στον εαυτό μου. Αλλά η αλήθεια είναι αυτή. Δεν ξοδεύεται η ενέργειά μου στο κενό, αλλά σε σένα. Και θα το νιώθεις, δεν μπορεί. Και τουλάχιστον ας αχνοφαίνομαι εκεί πίσω στις υποσυνείδητες σκέψεις σου, σαν κάποια που κάποτε ήταν εκεί. Και τώρα έφυγε.

Ξέχνα το, καλύτερα να μη με ονειρεύεσαι ούτε κι εσύ. Θα σταματήσω να σε σκέφτομαι, και έτσι θα σταματήσω να ενοχλώ τον ύπνο σου. Και δεν έχει νόημα να ρωτάς τι κάνω. Ας το ξεχάσουμε. Το θέμα ήταν να με διάλεγες. Ξανά και ξανά. Δεν το έκανες, γι’ αυτό πάμε παρακάτω. Κι άσε το όνειρο σιγά-σιγά να σβήσει σαν να μην το είδαμε ποτέ.

Απλά είναι τρελό, το γεγονός ότι αντί να σε σκέφτομαι τα βράδια και να μου λείπεις, να το παθαίνω αυτό τα πρωινά μου. Τα πρωινά που γυρνάω το κεφάλι στο μαξιλάρι και δεν είσαι εκεί. Τα πρωινά που δεν έχω ποιον να ξυπνήσω και να νευριάζει. Τα πρωινά που καταλαβαίνω, ότι το όνειρο δεν είναι η πραγματικότητα και δε θα γίνει ξανά.

Ξημέρωσε πάλι, ξύπνησα κι εσύ δεν είσαι εδώ. Εγώ δεν είμαι εκεί, δίπλα σου. Δειλές, σκληρές, μα κυρίως αμήχανες, σιωπές ανάμεσά μας. Τελείωσε. Γιατί; Γιατί το παιχνίδι που αρχίσαμε κι οι δύο, εγώ δεν το άντεχα άλλο κι έτσι, εσύ κέρδισες.

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη