Υπάρχει μία αλλεργία που τελευταία όλο και περισσότερο εξαπλώνεται. Αλλεργία στο συναίσθημα, στη δέσμευση, στις σχέσεις. Για να μη χρειαστεί, λοιπόν, να πάνε στα επείγοντα με αλλεργικό σοκ οι άνθρωποι που υποφέρουν από αυτήν, επιλέγουν να κρατάνε τις αποστάσεις τους απ’ την πηγή των προβλημάτων τους, το ρομάντζο.

Δε θέλουν να κάνουν σχέσεις, δεν περνούν έτσι καλά, δεν είναι γι’ αυτούς. Κι εμείς τι μπορούμε να κάνουμε, να πιέσουμε κάποιον να πάει με τα νερά μας; Και να θέλαμε, δε γίνεται. Αξίζει μόνο ό,τι επιλέγουμε να κάνουμε, επειδή το θέλουμε, για τους δικούς μας λόγους κι όχι επειδή κάποιος άλλος το θέλησε για εμάς, όχι γιατί κατάφερε να μας πείσει. Δεν είμαστε όλοι οι ίδιοι, ούτε κι οι επιθυμίες μας μοιάζουν. Ο καθένας λειτουργεί αλλιώς και ξέρει εκείνος το «γιατί». Κάποια εξήγηση θα υπάρχει και για εκείνους που συνειδητά επιλέγουν τις «σχεδόν σχέσεις» και τις πιο επιφανειακές συναναστροφές.

Μπαίνοντας στα παπούτσια κάποιου που έχει επιλέξει να μη δίνεται ολοκληρωτικά, είναι λογικό να σε στενέψουν, ίσως να μη σου μπαίνουν καν και μάλλον δε θα μπορείς να τα περπατήσεις τόσο εύκολα. Για εσένα, το να δένεσαι είναι ελευθερία, όχι φυλακή. Για σένα η σχέση είναι η φυσική ροή ενός έρωτα, όχι η καταστροφή του. Μα εσύ δεν είσαι εκείνος ο άνθρωπος.

Ποικίλουν οι λόγοι που κάποιος αποφεύγει σχέσεις και τα «μαζί» όπως αντίστοιχα διαφέρουν κι οι λόγοι που κάποιος το αναζητά και το επιλέγει. Για κάποιους είναι απλά μια φάση, για άλλους συνειδητοποιημένη στάση ζωής. Δίψα για ελευθερία, μεγάλη δόση ανεξαρτησίας, ποιοτική μοναχικότητα, απαλλαγή από ευθύνες και δεσμεύσεις.

Κάποιος μπορεί να μην αντέχει να μένει μόνος κι άλλος να νιώθει εγκλωβισμένος, να χάνει τον εαυτό του και την ανάσα του, σαν να ‘ναι υποχρεωμένος να συμβιβάζεται με πράγματα που δεν του αρέσουν όταν μπαίνει σε μία μονογαμική σχέση. Ίσως αυτό να προέρχεται από παλιές πληγές κι άσχημα βιώματα του παρελθόντος, που εσφαλμένα θεωρεί αυτονόητο πως θα συναντήσει και στο μέλλον, βάζοντας στον ορισμό της σχέσης την καταπίεση και την έλλειψη ελευθερίας. Ίσως, πάλι, να ξέρει ότι δεν είναι έτσι, αλλά να φοβάται το ρίσκο, να εκτεθεί, να πληγωθεί, να αφεθεί και να αλλάξει.

Κάποιος που επιλέγει το «σχεδόν» ίσως έτσι να αποφεύγει να πληγώσει και να πληγωθεί. Προτιμά ένα χαλαρό κι επιδερμικό μοντέλο σχέσης που τον βοηθάει να κρατάει τις αποστάσεις τους και τις άμυνές του. Φοβάται να δεθεί κι ύστερα ίσως να πληγώσει έναν άνθρωπο, αφού γνωρίζει τον εαυτό του και ξέρει τι μπορεί ή θέλει να προσφέρει, πόσο αντέχει να υποχωρήσει, πώς κατευθύνεται από τον εγωισμό του ή πόσο άπιστος τείνει να είναι. Περισσότερο μπορεί να φοβάται να αφήσει τον εαυτό του να βάλει κάποιον άλλο πολύ ψηλά, για να μη ζήσει την απογοήτευση της απομυθοποίησης μετά. Επιλέγει το ασφαλές «σχεδόν» και συμπεριφέρεται τόσο όσο. Μένει στην καθησυχαστική επιφάνεια, γι’ αυτό συχνά χαρακτηρίζεται και ως ρηχός ή ακόμα και ψεύτικος. Δεν τον καταλαβαίνουν πολλοί, οι περισσότεροι απλά τον κρίνουν.

Μα ακόμα κι αν δεν μπορείς να τον κατανοήσεις, οφείλεις να τον πιστέψεις. Όταν είναι ξεκάθαρος ο άλλος πρέπει να βλέπεις και να δέχεσαι την αλήθεια του, να μην κάνεις τα στραβά μάτια. Ξέρεις τι θέλει και τι μπορεί να δώσει, στο δείχνει είτε με τα λόγια είτε με τις πράξεις του. Κι αν δεν το αντέχεις και δε σου κάνει, να μην πηγαίνεις εκεί. Κι αν πηγαίνεις, να μην προσπαθείς να τον αλλάξεις. Μόνος του αποφασίζει κάποιος αν θέλει να αλλάξει και μόνο τότε αξίζει. Σεβάσου την επιλογή του κι αν σε χαλάει, φύγε.

Κάποιοι άλλοι, πάλι, τους μοιάζουν, αλλά δεν είναι ίδιοι. Είναι απλά επιφυλακτικοί, δε χαρίζουν κάστανα, ούτε τον εαυτό τους, δε δίνονται έτσι απλά σε έναν άνθρωπο, αν δεν τους αποδείξει πρώτα ότι αξίζει. Κλειστοί κι επιλεκτικοί, δύσκολα θα αποφασίσουν να ανοιχτούν και να αφεθούν. Δεν είναι μόνο ο φόβος της πληγής που τους κρατάει στο «περίπου», αλλά κι ο βαθύς ρομαντισμός στην πεποίθηση πως το απόλυτο θα ‘ρθει και πρέπει να ‘ναι εκεί, διαθέσιμοι, για να το ζήσουν.

Κάποιος άλλος μπορεί να γνώρισε κάποτε τον μοναδικό του, να τον έζησε, να τον αγάπησε και να τον έχασε. Μπορεί να βγήκε απ’ τη ζωή του αλλά όχι απ’ το μυαλό του, δεν τον ξεπέρασε, ούτε θέλησε να προχωρήσει. Θα κινείται πια μόνο στα «σχεδόν» αφού το ολόκληρο το συνάντησε και δε θέλει να το αντικαταστήσει με απομιμήσεις.

Κάθε άνθρωπος κατευθύνεται απ’ τις πεποιθήσεις του, τα βιώματα, τα προβλήματά του, τις επιθυμίες και τις ανάγκες του. Κανείς δεν τον ξέρει και κανείς δε θα τον καταλάβει, αν δεν προσπαθήσει να τον μάθει.

Είναι πρόβλημα που δε θέλει κάποιος σχέση; Όχι απαραίτητα. Η συντροφικότητα είναι ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας, αλλά και το να μπορείς να μένεις μόνος σου και να ‘σαι καλά μ’ αυτό είναι σπουδαίο επίτευγμα.  Τα συναισθήματα δεν έχουν σωστά και λάθη και το συνηθισμένο, όπως εμείς το ξέρουμε, δεν είναι μονόδρομος. Αυτοσκοπός οφείλει να ‘ναι η ευτυχία, κι αυτή είναι πολύ προσωπική κι ιδιαίτερη υπόθεση.

Προτού, λοιπόν, απορρίψουμε συλλήβδην τους ανθρώπους εκείνους που θέλουν να κάνουν αναστροφή στον μονόδρομο αυτό, ας σκεφτούμε κι εμείς για εμάς τι είναι σχέση κι αν είμαστε πραγματικά ευτυχισμένοι με τις δικές μας επιλογές. Το να δίνεσαι ολοκληρωτικά είναι επιλογή, όπως και το να μη δίνεσαι ολοκληρωτικά!

 

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη