Κοιμάσαι ήρεμα κι ωραία στο ζεστό σου κρεβατάκι όταν ξαφνικά αρχίζει να χτυπά το κουδουνάκι της πείνας. Τσεκάρεις ρολόι, σκέφτεσαι δε γίνονται αυτά. Βαριέσαι τόσο να σηκωθείς που αποφασίζεις να καταπιέσεις την αίσθηση πως κάτι λείπει απ’ το στομάχι σου αλλάζοντας πλευρό. Έλα, όμως, που δεν πιάνει και το γουργουρητό δεν ξεγελιέται. Τα σχέδια άλλαξαν!

Νυχτερινή λιγούρα λέγεται κοινώς, νυχτερινή υπερφαγία κατά τους επιστήμονες. Κάποιοι μάλιστα το κατατάσσουν στα σύνδρομα που μπορεί άνετα κάποιος να αποκτήσει. Τι σημασία παίζει ο όρος όταν λίγο-πολύ όλοι μας έχουμε πιάσει τον εαυτό μας ουκ ολίγες φορές να τσιμπολογάει όρθιος με το ένα μάτι κλειστό και το άλλο καρφωμένο στα ράφια του ψυγείου.

Είναι επομένως κοινό μυστικό πολλών κι ένα ευχάριστο διάλειμμα απ’ τον ύπνο μας.

Ναι, τα καλύτερα τσιμπούσια γίνονται στο όρθιο μπροστά στο ψυγείο πάντοτε μεταμεσονύχτιες ώρες, σε μια φάση ημιχρόνου απ’ το χουζούρι μας.

Έχοντας, λοιπόν, τεντωθεί αρκετές φορές κι αφού μας καρφωθεί στο μυαλό το αν θα επιλέξουμε γλυκό ή αλμυρό κατευθυνόμαστε προς την κουζίνα. Μάλιστα οι κινήσεις μας είναι τόσο επιδέξιες που όλοι μας καταλαβαίνουμε πόσο έμπειροι έχουμε γίνει πια σε αυτό -ειδικά αν η συχνότητα επανάληψης είναι μεγάλη.

Κάποιοι από εμάς ανάβουμε τα φώτα, άλλοι πάλι όχι, προτιμούμε το ρομαντικό φωτάκι του ψυγείου. Ανοίγουμε την πόρτα του κι ιδού ο παράδεισος! Λίγο το δυνατό φως του ψυγείου, λίγο ο ενθουσιασμός, ανοίγει και το άλλο μας μάτι προς αναζήτηση γευστικής ανακούφισης. Να ξεκινήσεις απ’ το βαζάκι με το γλυκό κουταλιού που έστειλε η μαμά ή να περάσεις στην πίτσα που περίσσεψε απ’ το μεσημέρι; Μεγάλο το δίλημμα. Γιατί, όμως, καταπιέζεσαι; Οι γεύσεις όλες δικές σου! Αν χρειαζόμασταν έναν τίτλο για το ξέσπασμά μας στο εσωτερικό του ψυγείου θα ήταν σίγουρα «τσιμπολόγημα δίχως αύριο!» Τα ωραιότερα τσιμπολογήματα γίνονται εκεί, επιτόπου, τι ταβέρνες κι ιστορίες;

Νυχτερινή έξοδος κι επιστρέφεις στο σπίτι με φίλους. Πόσοι από εμάς δεν έχουμε ζήσει το σενάριο, ειδικά κατά τη περίοδο των φοιτητικών μας χρόνων. Εκεί που συζητάς για τα δρώμενα της βραδιάς, να σου κι η λιγούρα! Επιδρομή ο ένας μετά τον άλλον στο ψυγείο. Κάποιος ανοίγει τα ταπεράκια, τσεκάρει το περιεχόμενο κι αρχίζει να προσφέρει και στους άλλους. Εκεί, όρθιοι, γιατί έτσι μας αρέσει! Γέλιο, φαγητό και φίλοι σε μια όμορφη στιγμή που σε χορταίνει κυριολεκτικά μα και μεταφορικά.

Αν το καλοσκεφτούμε έχει τη δική της χάρη όλη αυτή η φάση. Είναι η ποικιλία εδεσμάτων που απλώνεται μπροστά μας, όλα διαθέσιμα να τα γευτούμε. Είναι το προχωρημένο της ώρας κάνοντάς μας να νιώθουμε λιγάκι σαν το ποντικό του σπιτιού που τρυπώνει για να ικανοποιήσει την όρεξή του. Κυρίως, όμως, είναι η ηρεμία που υπάρχει στο χώρο δίνοντάς μας την αίσθηση πως είμαστε μόνο εμείς, εκεί πιστοί στο ραντεβού μας με το αγαπημένο μας ψυγείο και το περιεχόμενό του.

Και ξέρεις, ε; Συνήθως δε διαρκεί πολύ, μονάχα λίγο για να μας δώσει αυτό που αποζητάμε. Αλλαγή γεύσης, διάλειμμα απ’ τον ύπνο, ψυχολογική ανακούφιση κι ικανοποίηση. Τι σημασία έχε ποιος είναι ο λόγος; Σημασία έχει ότι αποτελεί αγαπημένη συνήθεια για εμάς.

Σύμφωνα με τους ειδικούς το ποσοστό των νυχτερινών εφόδων στο ψυγείο αγγίζει περίπου το 60%. Είναι λένε τόσο έντονο σε κάποιες περιπτώσεις που μοιράζεται κοινά στοιχεία με τις συνήθειες των υπνοβατών. Ναι, έχουμε σίγουρα υπνοβατήσει ως τα ράφια του ψυγείου μας όλοι, ας μην το αρνηθούμε. Μάλιστα στα μάτια μας φαντάζουν παράξενοι όσοι δεν το κάνουν!

Εκεί, λοιπόν, όρθιοι τσιμπολογάμε και σκεφτόμαστε. Πάμε απ’ το γλυκό στο αλμυρό σε κλάσματα δευτερολέπτου. Το σώμα μας ακόμη λειτουργεί υπό συνθήκες ύπνου, αλλά η μασέλα μας δουλεύει σε φουλ ρυθμό. Μας αρέσει και το απολαμβάνουμε. Δοκιμάζουμε και χαμογελάμε.

Κι αφού ικανοποιήσουμε αυτή μας την επιθυμία μας και γεμίσουμε λίγο ακόμα τα στομαχάκια μας, επιστρέφουμε ευτυχισμένοι στο γλυκό μας κρεβατάκι σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα.

Μονάχα τα μισοάδεια ταπεράκια θα μαρτυρούν τη μεταμεσονύχτια επιδρομή μας, μέχρι το επόμενο βράδυ!

 

Συντάκτης: Μαίρη Σάμου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη