Όλο και συχνότερα μας δημιουργείται η τάση (που έγινε πια συνήθεια) να αναπτύσσουμε και να εκφέρουμε απόψεις για τους άλλους έχοντας ως κριτήριο ή μέτρο αξιολόγησης τον εαυτό μας. Βγάζουμε συμπεράσματα γι’ αυτούς ή για μας εστιάζοντας στα προσωπικά μας βιώματα και χωρίς να γνωρίζουμε τις συνθήκες στις ζωές των άλλων.

Μπορεί να νιώσουμε μειονεκτικά, επειδή θεωρούμε ότι υστερούμε συγκριτικά με τους άλλους σε ομορφιά, εξυπνάδα ή κάποιες συγκεκριμένες ικανότητες. Σε μια εποχή που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξιδανικεύουν την καθημερινότητα ορισμένων, προβάλλοντας ονειρεμένες διακοπές κι ευτυχισμένες οικογενειακές σχέσεις, η ζήλια (ίσως ασυνείδητα) φουντώνει ακόμα περισσότερο μέσα μας.

Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι πως όλοι οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικοί μεταξύ μας. Το ότι ο συνάδελφός μας πήρε προαγωγή ή ο συμφοιτητής μας πήρε νωρίτερα πτυχίο από μας, δε σημαίνει πως εκείνος αξίζει περισσότερο από μας. Ούτε όμως και λιγότερο, γιατί έτσι θα νιώθαμε εμείς πιο ασφαλείς. Ακόμη και στο ίδιο περιβάλλον, τα προσωπικά δεδομένα κι ερεθίσματα διαφέρουν.

Κουβαλάμε διαφορετικά βιώματα, εμπειρίες, έχουμε διαφορετικές απόψεις κι αντιλήψεις, άρα και διαφορετικές αντιδράσεις. Εκεί που εμείς βλέπουμε μόνο μία αποδεκτή αλήθεια, στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλές. Ο καθένας από μας αποτελεί μία ανθρώπινη μονάδα που δε μοιάζει με καμιά άλλη, που σκέφτεται και δρα αλλιώς. Κι αυτή είναι κι η μαγεία.

Πολλές φορές συγκρίνουμε τον εαυτό μας είτε με εκείνους που είναι καλύτεροι από μας, είτε με εκείνους που θεωρούμε εμείς πως υστερούν και τους τοποθετούμε σε χειρότερη θέση από μας, ως μια προσπάθεια να πείσουμε τους άλλους ή ακόμα περισσότερο τον ίδιο μας τον εαυτό για την αξία μας και να λυτρωθούμε απ’ τη διάχυτη ανασφάλειά μας.

Η σύγκρισή μας με τους άλλους, όχι απλώς δεν οδηγεί στην ευτυχία μας, αλλά μας κατευθύνει μοιραία σε μια μάταιη πάλη με τον εαυτό μας, μια ανασφάλεια και μια υποβάθμιση. Όχι μόνο εξιδανικεύει κι υπερτονίζει τα χαρίσματα και τη ζωή των άλλων, αλλά αδικεί φριχτά την υπόστασή μας. Μας οδηγεί σε μια καταπίεση κι έτσι καταλήγουμε να ζούμε τη ζωή κάποιων άλλων, σίγουρα όχι τη δική μας.

Είναι άδικο κι αυθαίρετο (όσο για εκείνους όσο και για εμάς) να κρίνουμε τους άλλους σύμφωνα με τα δικά μας δεδομένα. Να συγκρίνουμε πτυχία, καριέρες, ικανότητες κι υλικά αγαθά, λες και πρόκειται για κάποιον διαγωνισμό. Να θεωρούμε πως τα δικά μας αυτονόητα είναι δεδομένα και για τους άλλους κι αντίστοιχα να περιμένουμε να φερθούν όπως θα φερόμασταν εμείς.

Το αλλιώτικο απ’ όσα ξέρουμε και πιστεύουμε δε θα έπρεπε να μας τρομάζει. Ίσα-ίσα, είναι αυτό που μας κάνει να ξεχνάμε τη ρουτίνα, που μας ωθεί να θέλουμε να γνωρίσουμε τον άλλο καλύτερα και μέσω αυτού να δούμε μια άλλη πλευρά του κόσμου. Σκεφτείτε πόσο βαρετή κι ανούσια θα ήταν η ζωή μας αν όλοι ήμασταν ίδιοι, αν κινούμασταν με τον ίδιο τρόπο και κουβαλούσαμε τις ίδιες συμπεριφορές.

Πρέπει να ποντάρουμε στη βελτίωση της ζωής και του εαυτού μας, όχι για να έρθουμε στα μέτρα του διπλανού μας, ούτε για να γίνουμε κλώνοι του, αλλά για να μπορέσουμε να τον κατανοήσουμε και κυρίως για να εξηγήσουμε καλύτερα εμάς τους ίδιους, να μας αναζητήσουμε και να μας ευχαριστήσουμε εστιάζοντας στα πραγματικά (για μας) ουσιώδη.

Πρέπει να αγαπήσουμε αληθινά τον εαυτό μας. Είναι ένα πλάσμα μοναδικό, με χαρίσματα που πρέπει να ανακαλύψουμε και να εκτιμήσουμε περισσότερο. Όσο περισσότερο αγαπήσουμε κι αποδεχτούμε εμάς, τόσο θα εκτιμήσουμε και θα σε σεβαστούμε και τους γύρω μας, όσο διαφορετικοί κι αν είναι από μας.

 

Συντάκτης: Στέλλα Δημητρίου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη