Καθένας από εμάς στο πέρασμα των ετών θα χρειαστεί να μετακινηθεί από μια πόλη σε μια άλλη, από μια χώρα σε κάποια νέα ή ακόμα να αλλάξει κι ήπειρο. Θα περάσει ώρες αμέτρητες σε σταθμούς τρένων, διαδρόμους αεροδρομίων και σε λιμάνια. Το  ταξίδι από μόνο του είναι μια πολύ όμορφη διαδικασία. Η επιλογή του προορισμού, η προετοιμασία της βαλίτσας η αναμονή έως ότου περάσουν οι μέρες για να φύγεις και φυσικά η προσμονή του άγνωστου που θα συναντήσεις.

Αν το σκεφτείς, κάθε προορισμός όσες φορές και να τον έχεις επισκεφθεί, κάθε φορά που φτάνεις είναι σαν ένα ταξίδι στο άγνωστο. Άγνωστο γιατί δεν ξέρεις τι νέο θα δεις στην πόλη, πόσα μέρη νέα θα συναντήσεις, σε πόσα παλιά θα πας και θα έχουν αλλάξει εντελώς, ακόμα και τους ανθρώπους που θα συναναστραφείς ίσως τους γνωρίζεις χρόνια κι άλλους ίσως τους δεις για  πρώτη φορά. Τα πάντα είναι μια έκπληξη.

Υπάρχει ένα κομμάτι στο ταξίδι που είναι δύσκολο να ερμηνευθεί μιας κι αν ξεκινήσεις να ρωτάς, κάθε άνθρωπος θα σου πει κάτι διαφορετικό, θα σου δώσει μια δική του ερμηνεία. Αυτό το κομμάτι αφορά τη στιγμή εκείνη που περιμένεις να είναι κάποιος εκεί για να σε υποδεχτεί.

Δεν έχει σημασία αν φτάνεις σε ένα νέο προορισμό ή επιστρέφεις στα πάτρια εδάφη, αν θα συναντήσεις φίλους ή ταξιδεύεις για επαγγελματικούς λόγους. Το να μην περιμένει κάποιος να σε υποδεχτεί στην αίθουσα του αεροδρομίου, στο λιμάνι ακόμα και στο σταθμό του τρένου, βρε παιδί μου, είναι απόλυτα λυπηρό για τον ταξιδιώτη.

Έχεις ανάγκη κάποιος να σε προσμένει, να χαρεί που θα σε δει, να αγωνιά να φτάσεις. Εκείνο το χαμόγελο ανακούφισης που επιτέλους έφτασες, η χαρά ζωγραφισμένη στο πρόσωπο κι η τεράστια αγκαλιά υποδηλώνουν όλα όσα νιώθετε και θέλετε να πείτε αμφίδρομοι χωρίς να τα εκφράσετε με λόγια. Μια σφικτή αγκαλιά κι ένα φιλί είναι πολύ περισσότερο εκφραστικά από ένα απλό «καλώς όρισες». Κάνε το εικόνα. Είναι το ακριβώς το ίδιο όπως καλείς τον αγαπημένο σου μετά από τσακωμό και λαχταράς να το σηκώσει για να του πεις πόσο σου έχει λείψει αυτήν την μία ώρα που έχετε να μιλήσετε.

Ακόμα και το προσωπικό που θα σε μεταφέρει στο ξενοδοχείο να είναι στην αίθουσα αναμονής, το συναίσθημα είναι θετικό. «Κάποιος με περιμένει», σκέφτεσαι. Ίσως όλοι ενδόμυχα έχουμε την ανάγκη να αισθανόμαστε ότι κάποιος αγωνιά για το αν θα φτάσουμε ή όχι, πως υπάρχει κάποιος που ανησυχεί για εμάς. Στην πιο όμορφη και ρομαντική εκδοχή του, ακόμη κι ότι δεν μπορεί να χάσει δευτερόλεπτο απ’ το «μαζί», εφόσον είμαστε πια στο ίδιο μέρος.

Απορώ τι είδους άνθρωποι είναι εκείνοι που τους προτείνεις να πας να τους παραλάβεις και σου λένε ότι δεν είναι αναγκαίο και δε θα χρειαστεί γιατί, λέει, θα πάρουν ταξί, μετρό, προαστιακό, κάρο, ξέρω κι εγώ; Πάντα μου έκαναν εντύπωση τέτοιες δικαιολογίες. Ακούγονται τόσο ψυχροί, τόσο απρόσωποι. Είναι δυνατόν να θέλει κάποιος τόσο πολύ να σε δει και να στο εκφράζει κι εσύ να το αρνείσαι;

Ξέρεις; Ίσως τελικά εκείνοι να έχουν περισσότερο από όλους την ανάγκη για αυτήν την αγκαλιά. Μη δίνεις βάση στα λόγια τους, λοιπόν, και κάνε την έκπληξη. Πήγαινε να τους υποδεχτείς και κάνε το με τον πιο ένθερμο τρόπο. Κράτα λουλούδια, το αγαπημένο τους γλυκό, κλείσε τραπέζι στο αγαπημένο τους εστιατόριο και πήγαινέ τους. Μόνο μην τους αφήσεις να έρθουν μόνοι.

Είναι τόσο μεγάλη η απογοήτευση. Το ξέρεις κι εσύ ο ίδιος. Το έχεις νιώσει και δε σου άρεσε. Μη μας αφήνετε, λοιπόν. Να έρχεστε, να μας αναζητάτε, να μας προσμένετε και να μας το δείχνετε.

Συντάκτης: Αγγελική Τριανταφύλλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη