Πάντα με αυτή την απορία. Πάντα παρέα με αυτό τον προβληματισμό. Ισχύει το «τώρα ή ποτέ»; Ή θα ήταν καλύτερο να επαναπαυτούμε σε ένα «κάλλιο αργά παρά ποτέ»; Πώς ορίζουμε τον χρόνο που αφιερώνουμε σε καθετί; Πώς τον μοιράζουμε σωστά ανάμεσα σε καταστάσεις και πρόσωπα; Πόσο βεβιασμένες πρέπει να είναι οι κινήσεις μας; Ή ακόμα καλύτερα πόσο σωστό ή πόσο λάθος είναι αυτό το «πρέπει» που μόλις χρησιμοποίησα; Τελικά πού οδηγεί ο αυθορμητισμός και πού η αυτοσυγκράτηση;

Αν αποφασίσουμε να το δούμε πιο σφαιρικά, οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει εκείνους που βάζουν όρια στους εαυτούς τους και δύσκολα τα ξεπερνάνε. Αυτούς που τρενάρουν καταστάσεις, που κρατάνε πισινές και μικρό καλάθι –ίσως και μικροσκοπικό– όταν ακούνε για πολλά κεράσια. Αφήνουν το χρόνο να κυλήσει και τα πράγματα να εξελιχθούν όπως ορίζει η μοίρα, χωρίς πίεση. Καμία φορά χωρίς καν προσωπική προσπάθεια. Γιατί ίσως φοβούνται πως αν κινηθούν πιο γρήγορα, αν επιταχύνουν πολύ μόλις δουν το πράσινο να ανάβει θα φάνε τα μούτρα τους.

Πιστεύουν στην υπομονή κι αμφισβητούν σε μεγάλο βαθμό την επιμονή. Απολαμβάνουν τις φάσεις που εναλλάσσονται στην κάθε κατάσταση και μέσα από αυτές γνωρίζουν καλύτερα τον εαυτό τους, τα όριά τους και τις επιθυμίες τους. Μπορεί εμπειρίες του παρελθόντος, που πλέον έχουν γίνει μάθημα, να τους υπενθυμίζουν διαρκώς πως η βιασύνη τελικά ίσως και να μην είναι τόσο καλός σύμμαχος.

Αλλά επειδή είμαστε άνθρωποι κι η υπερβολή κι οι περίπλοκες καταστάσεις αποτελούν μέρος των εργοστασιακών μας ρυθμίσεων δε θα μπορούσε να λείπει η δεύτερη και λατρεμένη κατηγορία των αυθόρμητων και των παρορμητικών. Οι άνθρωποι του «όλα ή τίποτα» που θα αρπάξουν την πρώτη ευκαιρία που θα βρουν απ’ τα μαλλιά. Γιατί δεν έχουν χρόνο για χάσιμο. Όχι ότι όσοι ανήκουν στην πρώτη κατηγορία έχουν, απλά τον διαχειρίζονται διαφορετικά.

Οι αναμονές, λοιπόν, δεν είναι μέρος της ρουτίνας τους. Βασικά ίσως να μην έχουν καν ρουτίνα. Όλα πολύ και όλα πολύ γρήγορα. Πριν προλάβει η στιγμή να περάσει από δίπλα τους και να γίνει ανάμνηση. Λειτουργούν κατά κύριο λόγο με το συναίσθημα κι έχουν τη λογική απλό συνοδηγό σε όλο το ταξίδι τους, που ίσως καταφέρει να πετάξει απλά καμία ατάκα την κατάλληλη στιγμή. Ίσως κι όχι. Εννοείται πως για εκείνους στη βράση κολλάει στο σίδερο. Ο χρόνος είναι χρήμα και δεν έχουν καμία διάθεση να καταξοδευτούν για κανέναν και για τίποτα.

Πιστεύουν πως την τύχη σου τη φτιάχνεις εσύ ο ίδιος. Κυνηγάνε τα όνειρά τους μέχρι να καταφέρουν να εκπληρώσουν όσα περισσότερα μπορούν. Δεν το βάζουν κάτω και βγαίνουν εύκολα εκτός σχεδίου και πορείας. Δεν είναι πως δεν πιστεύουν στο μοιραίο και στο «αν είναι γραφτό θα γίνει», απλά προτιμούν να συνεισφέρουν σε αυτό, όσο είναι δυνατό. Στην τελική, θέλουν να βάλουν τα χεράκια τους και να βγάλουν τα ματάκια τους και λίγο τους νοιάζει.

Τελικά, όμως, υπάρχει απάντηση στο αρχικό ερώτημα; Μπορεί κανείς να γνωρίζει ποτέ πραγματικά αν πρέπει να απαιτεί τις απαντήσεις που ζητάει εδώ και τώρα ή αν πρέπει να παραμείνει για όσο χρειαστεί στην αναμονή μέχρι να κατασταλάξουν τα πράγματα;

Η αλήθεια είναι πως κάθε περίσταση και κάθε γεγονός απαιτεί τον δικό του χρόνο. Οι ακραίες συμπεριφορές ποτέ δεν οδήγησαν στα επιθυμητά αποτελέσματα. Γι’ αυτό ας δίνουμε το χώρο και το χρόνο που χρειάζονται ορισμένες φάσεις της ζωής μας για να ωριμάσουν, αλλά ας μην περιμένουμε λεπτό παραπάνω για κάτι που πρέπει να λυθεί εδώ και τώρα.

 

Συντάκτης: Θαλεία Σόκαλη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη