Μητέρες. Μια λέξη με τόσο μεγάλη σημασία. Μια λέξη που κρύβει μέσα της πολλή αγάπη, φόβο, γκρίνια-φωνές και καλές συμβουλές. Κάνει πολλά και λέει άλλα τόσα. Συνήθως την αμφισβητούμε και ύστερα λέμε: «Αχ ρε μάνα είχες δίκιο». Παρ’όλα αυτά ακόμα την αμφισβητούμε μέχρι να αποδειχτεί ότι έχει για ακόμη μια φορά δίκιο και ότι έπρεπε να την είχαμε ακούσει.

Εντωμεταξύ, υπάρχουν κάποιες φράσεις τόσο χαρακτηριστικές οι οποίες υπάρχουν και λέγονται χρόνια τώρα. Είναι σαν να υπάρχει βιβλίο με κανόνες και φράσεις μαμάδων. Λες και μαζεύτηκαν κάποια στιγμή όλες μαζί και διάλεξαν χαρακτηριστικές εκφράσεις για να τις λένε στα παιδιά τους. Όλες λένε τα ίδια λόγια με το ίδιο ύφος και τα ίδια ντεσιμπέλ φωνής.

Έχουν, ακόμη, διορατικές ικανότητες καθώς μπορούν να σου πουν για το φίλο σου τον Κωστάκη ότι δεν είναι καλό παιδί, ή η φίλη σου η Μαρία θα σου την φέρει πισώπλατα  και θα σε μπλέξει κι απαντάς με το «ώχου μωρέ μάνα άσε μας τώρα που έγινες και μέντιουμ» .  Στο τέλος έρχεται η ώρα της κρίσης  και σου λέει «στα ‘λεγα εγώ, αλλά εσύ δεν ακούς». Ο μεγαλύτερος κοινός παρονομαστής τους όμως είναι μια πολύ συγκεκριμένη φράση.

Όλοι την ξέρουμε. Την αγαπήσαμε και τη μισήσαμε. Όλοι ξέρουμε ότι μόλις την ακούσουμε και λιακάδα να έχει έξω θα ξεκινήσει να συννεφιάζει και να χαλάει ο καιρός ως δια μαγείας. Θα αρχίσει να φυσά βοριάδες που θα σου φωνάζουν με τη φωνή της μάνας «σου τα ‘λεγα εγώ». Είναι λες κι όλα γίνονται για να καταλήξουν σ’ αυτή τη φράση. Είναι εξήντα τοις εκατό ανησυχία ότι μπορεί κάτι να σου συμβεί και σαράντα τοις εκατό η προσδοκία του να σου πει ότι είχε δίκιο και έπρεπε να την ακούσεις. Ξέρει ότι δε θα την ακούσουμε απλά θέλει να πάρει την επιβεβαίωση ότι είχε για ακόμη μια φορά δίκιο.

Η περιβόητη αυτή φράση λοιπόν είναι η πολύ διάσημη και πανταχού παρούσα χειμώνα -καλοκαίρι, «ζακέτα να πάρεις».  Κάθε φορά το επισημαίνει και κάθε φορά την αγνοούμε. Μόλις πατήσεις το πόδι έξω από την πόρτα του σπιτιού σου και έχεις φτάσει στα μισά της διαδρομής, συνειδητοποιείς πως έπρεπε να την είχες πάρει εν τέλει.

Το καλοκαίρι είναι δύσκολο για τις μητέρες να πάρουν δίκιο για τη φράση αυτή καθώς έχει τόση ζέστη που ακόμη και το βραδινό αεράκι δε σ’ ενοχλεί. Τι να σου πουν το καλοκαίρι, δεν έχουν και πολλές επιλογές. Έχουν όμως το σχέδιό τους. Όσα έχεις δίκιο μαμά δεν πήραν το καλοκαίρι θα τα πάρουν στις επόμενες δύο εποχές.

Δεν πτοούνται περιμένουν πώς και πώς καρτερικά το φθινόπωρο. Σου έχουν στήσει καρτέρι και ξάφνου, σου φωνάζουν «πάρε ζακέτα» κι εσύ ξέρεις, ήρθε η περίοδος του «μάνα έπρεπε να σε ακούσω τελικά»  καταλήγοντας, για κόμη μια φορά, στην πιο αγαπημένη τους φράση «στα ‘λεγα εγώ».

Το φθινόπωρο κι ο χειμώνας είναι η μόνη περίοδος που επιβεβαιώνονται απόλυτα με τη φράση αυτή. Είναι η περίοδος που δε γίνεται να βγεις έξω χωρίς κάποιο πανωφόρι, μπουφανάκι, ζακέτα. Παίρνει το αίμα της πίσω και το ευχαριστιέται.

Σε λίγο όμως πλησιάζει και η περίοδος της φράσης «ομπρέλα πάρε»  και ναι, ξέρεις ότι θα βραχείς κι όχι απλά θα βραχείς, θα βρέχει καρεκλοπόδαρα.  Είναι σαν να ελέγχουν τον καιρό. Κάποια συμφωνία έχουν κάνει δεν εξηγείται διαφορετικά.

Μητέρα. Τη λατρεύουμε, χωρίς εκείνη δεν μπορούμε. Είναι ιερή και μοναδική για τον καθένα. Μάνα πάντα έχεις δίκιο, μα πάντα θα τρώμε το κεφάλι μας πρώτα πριν σου το δώσουμε.

 

Αφιερωμένο σε όλες της μητέρες εκεί έξω που παλεύουν να μας σώζουν από κάθε κίνδυνο, είτε μεγάλο, είτε μικρό.
Αφιερωμένο λίγο περισσότερο στη δική μου, Άννα. 

 

Συντάκτης: Ασημίνα Καποράλη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου