Αν η Γη ξαφνικά χωριζόταν στα δύο, το μόνο σίγουρο είναι ότι στο ένα κομμάτι θα βρίσκονταν όλοι εκείνοι που έμαθαν να μη σηκώνουν ούτε μύγα στο σπαθί τους, να κατηγορούν ο ένας τον άλλον και στο άλλο οι αιώνιοι πρεσβευτές της δικαιολόγησης των πάντων, να αναζητούν τις δικές τους ευθύνες για την καταστροφή -εκεί που ενδεχομένως να μην υπάρχουν.

Για τους τελευταίους, όλα ξεκίνησαν εκείνη τη μέρα που η μάνα τους, όταν τους χτύπησε ένα άλλο παιδί στον παιδοκομικό, τους είπε ότι δεν πρέπει να βιαστούν να το κατηγορήσουν, αλλά να κάτσουν και να σκεφτούν τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτή του την πράξη. Ότι πρέπει να μπουν στη θέση του και να κατανοήσουν ότι ίσως να αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα στο σπίτι του ή να μην ήταν τόσο τυχερό, ώστε να του δοθούν τα σωστά πρότυπα συμπεριφοράς.

Αυτή στάθηκε η σηματοδότηση, για να ξεκινήσει η διαδρομή προς την ανάπτυξη μιας κοσμοθεωρίας, η οποία υποστηρίζει ακράδαντα ότι το φταίξιμο για όλα τα άσχημα γεγονότα που συμβαίνουν στη ζωή τους εντοπίζεται αποκλειστικά και μόνο στους εαυτούς τους. Μιας κοσμοθεωρίας, όπου μέσα στο μυαλό τους όλοι οι υπόλοιποι απαλλάσσονται απ’ τις ευθύνες που δικαιωματικά τους αναλογούν, οπότε κι οι ίδιοι αναγκάζονται να επιληφθούν εξολοκλήρου μόνοι τους την όποια κατάσταση τους προβληματίζει.

Και συνήθως, αυτή η διαχείριση δεν εμπεριέχει σε καμία περίπτωση την απομάκρυνση των ανθρώπων που επανειλημμένα τους εμπλέκουν σε αυτές. Έμαθαν να ζουν με το βάρος να έχουν να αντιμετωπίζουν τα πάντα, αλλά και με τον καθησυχασμό ότι ζουν σε ένα ιδανικό κόσμο, όπου δεν υπάρχει κάποιος με πρόθεση να τους πληγώσει. Ή κι αν το κάνει, έμαθαν να ζουν με την πεποίθηση ότι μπορούν να ανατρέψουν ένα τέτοιο γεγονός με δική τους προσωπική αλλαγή.

Όσο λυτρωτικό κι αν φαντάζει να μην εξαρτάσαι από κανέναν και να είσαι ο μόνος υπεύθυνος για αυτά που σου συμβαίνουν, η κατάληξη δεν μπορεί να είναι άλλη απ’ την ακούσια αυτοθυματοποίησή σου. Με την πάροδο του χρόνου, αυτοί οι άνθρωποι γίνονται υποτελείς στον ίδιο τον τρόπο σκέψης τους, ο οποίος τους οδηγεί σε παντελή αυτοκαταστροφή. Αυτό γίνεται ωθώντας τους σταδιακά σε μια δυσλειτουργική αντίληψη όσον αφορά στην αλληλεπίδρασή τους με το περιβάλλον τους και στην αναγνώριση πιθανής εκμετάλλευσής τους.

Ζουν, πιστεύοντας ότι τους πλήγωσαν επειδή ανοίχτηκαν υπερβολικά. Ότι τους απέρριψαν επειδή δεν ήταν επαρκείς. Ότι τους έδιωξαν επειδή τους έδειχναν πόσο πολύ είχαν ανάγκη να μείνουν. Ότι τους πάτησαν επειδή δεν ήταν δυνατοί. Ότι τους κορόιδεψαν επειδή ήταν αφελείς υπέρ του δέοντος. Ότι δεν τους αγάπησαν επειδή δεν ήταν άξιοι να το κερδίσουν. Ότι δέχτηκαν το τέλος επειδή ήταν αρκετά δειλοί, για να παλέψουν.

Ενώ στην ουσία, ένιωθαν. Γι’ αυτό κι ανοίχτηκαν, γι’ αυτό και δε φυλάχτηκαν πίσω από ασπίδες προστασίας, γι’ αυτό κι έφτασαν να κάνουν πράξεις ακραίες. Πράξεις που θεωρήθηκαν εξαρχής δεδομένες, δεν εκτιμήθηκαν και κούρασαν. Πράξεις που ίσως να έδειχναν εξάρτηση στο άλλο άτομο –που δεν ένιωθε όσα αυτοί– και να το προέτρεπαν σε φυγή, ενώ στην ουσία εκείνος που θα έπρεπε να φύγει σίγουρα δεν ήταν ο ίδιος.

Ας μάθουμε να μη δικαιολογούμε πάντα τη συμπεριφορά κάποιων ανθρώπων, επειδή αυτό μας συμφέρει να κρατάμε μέσα στο μυαλό μας. Ας τους πιστέψουμε απλώς όταν μας τη δείχνουν και να κάνουμε αυτό που θα έπρεπε να είχαμε κάνει όσο καιρό εθελοτυφλούσαμε.

Να απομακρύνουμε απ’ τη ζωή μας όσους δεν παλεύουν για να μας έχουν στη δική τους. Γιατί δεν μπορεί πάντα να κρύβεται ένας λόγος πίσω από κάθε πράξη μεμπτή. Κάποιες φορές ο λόγος είναι ένας κακός χαρακτήρας. Κι η ζωή πολύ μικρή για να τη δηλητηριάζουμε με ανθρώπους τοξικούς.

Συντάκτης: Ελένη Σιήμη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη