«Έλα, μωρό μου, σε παρακαλώ.» Ο τόνος της φωνής ναζιάρικος. «Ξέρεις πόσο πολύ το θέλω.» Το βλέμμα γουρλωμένο σαν μικρού παιδιού τη στιγμή που ζητάει γλειφιτζούρι απ’ τη μαμά του. «Εγώ σου κάνω όλα τα χατίρια.» Ένα πλατύ χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο. «Κάνε μου αυτό κι από ‘μένα ό,τι θέλεις.» Βλέμμα, φωνή και χαμόγελο συντονίζονται σε μια πιο πονηρή και πολλά υποσχόμενη εκδοχή τους.

«Έλα, μωρό μου, σε παρακαλώ.» Το βλέμμα κάτι μεταξύ θυμού και λύπης. «Ξέρεις πόσο πολύ το θέλω.» Ο τόνος της φωνής φανερώνει ξεκάθαρα τον εκνευρισμό και την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, ένα δάκρυ στο μέγεθος μικρού κορόμηλου κάνει την εμφάνισή του, και γρήγορα βρίσκει τον δρόμο του κατά μήκος του προσώπου. «Εγώ σου κάνω όλα τα χατίρια.» Χαμόγελο ανύπαρκτο. Μόνο η απογοήτευση ζωγραφισμένη ξεκάθαρα στο πρόσωπο. «Κάνε μου αυτό κι από ‘μένα ό,τι θέλεις». Βλέμμα, φωνή και πρόσωπο φωνάζουν απροθυμία, αλλά είναι το τελευταίο χαρτί που μπορούσε να παιχτεί.

Και στις δύο περιπτώσεις ο στόχος ήταν ίδιος. Οι λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν επίσης ήταν πανομοιότυπες. Πολύ πιθανόν και το αποτέλεσμα να ήταν το ίδιο. Αν κοιτάξεις, όμως, τα περιστατικά αυτούσια, θα δεις ότι καμία απολύτως σχέση δεν έχουν μεταξύ τους. Μπορεί κι οι δύο να στόχευαν στο να ξυπνήσουν κάποιο συναίσθημα στον συνομιλητή τους και μέσα από αυτό να πετύχουν κάτι που ήθελαν πολύ, στόχευσαν όμως σε δύο πολύ διαφορετικές πλευρές του συναισθήματος, κι εκεί κρύβεται η διαφορά.

Στην πρώτη περίπτωση ο στόχος ήταν ξεκάθαρα τα θετικά συναισθήματα του συνομιλητή. Χαρά και τσαχπινιά επιστρατευμένα, νάζι στο ζενίθ του, ακόμη κι η μικρή ανταλλαγή, που αφέθηκε να εννοηθεί, είχε μια πολύ θετική χροιά. Μπορούμε άνετα να φανταστούμε τον άλλο να απαντάει κάτι του στιλ «Αυτά μου κάνεις και δεν μπορώ να σου πω “όχι” σε τίποτα». Μπορούμε να δούμε το χαμόγελο στο πρόσωπό του όταν τελείωσε η κουβέντα. Έκανε μεν μια υποχώρηση, αλλά την έκανε πρόθυμα. Αφέθηκε μεν να χειραγωγηθεί, αλλά αυτό συνέβη εν γνώσει του. Επρόκειτο για μια αποδεκτή επίκληση στο συναίσθημα.

Στη δεύτερη περίπτωση ο στόχος ήταν ξεκάθαρα τα αρνητικά συναισθήματα του συνομιλητή. Τύψεις, λύπηση, ενοχή κι όλα αυτά καθοδηγούμενα από μια κακεντρέχεια και μια απεγνωσμένη επιθυμία επίτευξης του στόχου με όποιο τίμημα. Μπορείς να φανταστείς τον άνθρωπο αυτό να λέει το πολυπόθητο «ναι» με χαρά; Σε καμία περίπτωση. Θεωρείς ότι τελειώνοντας την κουβέντα συνέχισε τη μέρα του με κέφι; Δυσκολάκι. Η πρακτική που ασκήθηκε σε αυτήν την περίπτωση άγγιζε τα όρια του ψυχολογικού πολέμου.

Δυστυχώς, η γραμμή που χωρίζει αυτά τα δύο είναι πολύ λεπτή κι υπάρχουν φορές που θέλει μεγάλη προσοχή για να μην την περάσουμε. Αν, όμως, προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση του συνομιλητή μας, έστω και για ένα λεπτό πριν μιλήσουμε, θα καταλάβουμε με μεγάλη βεβαιότητα ποια από τις δύο τεχνικές ετοιμαζόμαστε να χρησιμοποιήσουμε.

Θα ‘θελες να ακούσεις τα λόγια που ετοιμάζεσαι να ξεστομίσεις; Μήπως θα σε πλήγωναν; Μήπως θα σε οδηγούσαν σε μια όχι καλή ψυχολογική κατάσταση; Ανάλογα με την απάντηση που έδωσες, προσαρμόσου. Κανείς δε θέλει δίπλα του άτομα που του προκαλούν αρνητικά συναισθήματα, πόσο μάλλον εσκεμμένα. Γιατί όσο κι αν θέλουμε να πιστεύουμε ότι τέτοιες κινήσεις γίνονται ακούσια, όχι! Ο ψυχολογικός πόλεμος είναι κάτι που κι οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι συμβαίνει, απλώς επιλέγουν να το βαφτίσουν αλλιώς, λόγω της σκληρότητας του όρου και της θυματοποίησης που μπορεί να κρύβει από πίσω.

Αν δέχεσαι τέτοιες συμπεριφορές από άτομα του περίγυρού σου, σταμάτα το! Δεν είναι κάτι αποδεκτό, μπορεί να επιφέρει πολύ άσχημα αποτελέσματα καταρχάς σε ‘σένα κι έπειτα στις σχέσεις σου με τους άλλους. Συζήτα ανοιχτά για όσα νιώθεις και δώσε στον άλλον να καταλάβει ότι μια τέτοια συμπεριφορά παύει να ‘ναι αποδεκτή. Αν ο άλλος σε νοιάζεται ή, έστω, σε σέβεται, θα βάλει τα δυνατά του ώστε να διορθώσει τη συμπεριφορά του. Αν δεν το κάνει κι εσύ κρατήσεις μια σταθερή στάση στο να μην το δέχεσαι, θα απομακρυνθεί από μόνος του, κι εσύ θα καταλάβεις ότι προφανώς ήταν κάτι που δεν άξιζε εξαρχής.

Λεπτή η γραμμή όπως είπαμε και πριν. Ίσως η πιο ασφαλής μέθοδος είναι να μην την πλησιάζεις καν ή αν την πλησιάζεις, να μην το κάνεις συχνά. Υπάρχουν τόσοι τρόποι να πετύχεις κάτι που θες, γιατί λοιπόν να παίξεις με τόσο ευαίσθητα όρια; Να θυμάσαι πάντα πως η επιλογή μπορεί να ‘ναι στο χέρι σου, αλλά η επιλογή της αντίδρασης είναι στο χέρι του άλλου. Παίξε, λοιπόν, το παιχνίδι σου σωστά, τίμια, και κυρίως με σεβασμό προς το πρόσωπο που ‘χεις απέναντί σου.

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη