Οι άνθρωποι δεν είναι καλοί. Ακόμα κι εκείνοι που το παίζουν θύματα. Ειδικά εκείνοι, που κερνάνε τύψεις που δεν παρήγγειλε κανένας. Γι’ αυτό, μη νομίζεις πως είσαι καλός, πως είσαι αθώος. Όχι. Είσαι άδικος, και σκληρός, και παρτάκιας. Όσο κι αν κλαις, όσο κι αν χτυπιέσαι. Δε με πείθεις.

Νομίζω το ξεκαθάρισα απ’ την αρχή. Μην περιμένεις να ‘μαι καλή μαζί σου. Δεν περιμένω να είσαι καλός/η μαζί μου. Αν σε φέρνω σε δύσκολη θέση, φύγε. Αν νομίζεις πως βρίσκομαι σε δύσκολη θέση, άσ’ το. Αν πιστεύεις ότι κάποια στιγμή συνάντησα τον κακό λύκο κι απόψε τον σκέφτομαι και γράφω, τότε θα σου πω ότι είμαι ο κακός λύκος. Κι η κοκκινοσκουφίτσα. Δεν ξέρω ποιος απ’ τους δύο είναι πιο επικίνδυνος. Πιο αμαρτωλός.

Οι άνθρωποι δεν είναι αθώοι. Δε λέω, όμως, ότι είναι κακοί. Μη βάζεις λέξεις στις λέξεις μου. Μη βιάζεσαι. Δεν είναι καλό. Ούτε ο πιο καλός άνθρωπος που γνώρισες ποτέ στη ζωή σου είναι καλός. Για κάποιον, κάπου, ο δικός σου καλός άνθρωπος, δεν είναι και τόσο πολύ καλός. Γιατί απλά οι άνθρωποι δε φτιάχτηκαν για να ‘ναι καλοί. Φτιάχτηκαν με ανάγκες. Και πάνω από όλες, μία: Επιβεβαίωση ότι είμαι εδώ.

Γιατί, αν δε με βλέπεις, δεν υπάρχω. Αν δε σε επηρεάζει η απουσία μου, ποια είναι η αξία της παρουσίας μου; Εσένα διάλεξα για καθρέφτη μου. Για λύκο ή κοκκινοσκουφίτσα μου. Γι’ αυτό θα σε πονέσω. Γι’ αυτό θα σε αφήσω να με πονέσεις. Εσένα διάλεξα. Για να γίνω ο λύκος σου ή η κοκκινοσκουφίτσα σου.

Και περιμένω να διαλέξεις ποιο ρόλο προτιμάς να παίξεις μαζί μου. Θα διαλέξεις, θες-δε θες. Αλλιώς θα διαλέξω εγώ για εσένα. Κι αν δεν παίξεις, θα σε κάνω λύκο. Και θα λέω στις παρέες μου πως με προσπέρασες. Θα βάζω την κόκκινη κουκούλα μου, γιατί δήθεν δε θέλω να με δουν να κλαίω. Αλλά ευτυχώς είναι κόκκινη. Και θα με δουν. Θέλουν-δε θέλουν.

Αν μου κάνεις τη χάρη να παίξεις, θα ‘χεις διαλέξει κι εσύ εμένα. Για να αλληλοσπαραχτούμε. Κι αν είσαι ο λύκος, θα υποφέρεις. Από πείνα. Από μίσος για την ανάγκη σου αυτή. Θα καταδικαστείς σε μοναξιά. Θα αποφεύγεις τον κόσμο. Θα σε θυμώνει. Θα τον φοβάσαι. Γιατί θα ‘σαι μόνος κι απροστάτευτος. Και για πάντα πεινασμένος. Και ποτέ ξανά λύκος. Γιατί, τι είναι ο λύκος χωρίς την κοκκινοσκουφίτσα;

Αν πάλι το προτιμάς, μπορείς να διαλέξεις τον πιο αποδεκτό, εύπεπτο, μάλλον εύκολο, ρόλο. Στον παραχωρώ. Μπορείς να ‘σαι εσύ ο κυνηγημένος κι εγώ ο κυνηγός. Το θύμα κι όχι ο θύτης. Όχι πως θα υπάρξει κάποιου είδους λύτρωση και θα βρεις το δίκιο σου. Όχι πως σε νοιάζει κιόλας να το βρεις. Τι να το κάνεις; Δεν έψαχνες ποτέ αυτό. Έψαχνες κάτι πολύ πιο δύσκολο. Πολύ πιο επιτακτικά αναγκαίο. Έψαχνες το κυνήγι. Το λαχάνιασμα. Την κομμένη ανάσα. Τα νύχια που σκίζουν τον κόκκινο ευπρεπισμό σου. Τα δόντια που θέλουν κάθε κομμάτι σου, κομμάτι τους.

Άσε, λοιπόν, τα παραμύθια σε εμένα. Έψαχνες να παραδοθείς. Να καταναλωθείς. Διάλεξα να φιλήσω τον λύκο. Διάλεξες να λιμοκτονείς για την κοκκινοσκουφίτσα. Μας διαλέξαμε.

Γι’ αυτό, όταν θα έρθει η ώρα, μη με πεις κακιά. Δε θα σε πω κακό. Μόνο πες μου τι ώρα πηγαίνεις στο δάσος.

Συντάκτης: Γιάννα Κατ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη