Σου έχουν εξάψει τη φαντασία από την αρχή, σου έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον πριν ακόμα τους γνωρίσεις καλύτερα. Μια γοητεία τους περιτριγυρίζει, εκπέμπουν ένα μυστήριο και η αύρα τους έχει το κατακόκκινο χρώμα του πάθους. Θέλεις να εισέλθεις στον κόσμο τους, να τον εξιχνιάσεις. Αυτοί είναι οι ακαταμάχητοι άνθρωποι.

Τους πλησιάζεις λοιπόν και η ατμόσφαιρα γύρω σου αλλάζει. Φορτίζεσαι, τα ηλεκτρόνια και τα πρωτόνια χορεύουν σαν τρελά και δημιουργούν μια άκρως ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα ανάμεσά σας. Η αδρεναλίνη έχει φτάσει στο ζενίθ της, η πυξίδα σου έχει συντονιστεί με ακρίβεια στον πιο επιθυμητό προορισμό σου και σε καθοδηγεί σ’ εκείνο το άτομο που στέκεται μπροστά σου και σε παρατηρεί με δύο μάτια από τα οποία αναβλύζει μια λάμψη και μια γλυκύτατη βουβή μελαγχολία και δύο χείλη που κυρτώνουν δειλά αφήνοντας ένα αθώο χαμόγελο να ξεπροβάλλει.

Μια πηγαία ζεστασιά βρίσκεται μέσα τους η οποία -σχεδόν απαιτητικά- σε προκαλεί να μην αλλάξεις κατεύθυνση το βλέμμα σου και τελικά το αιχμαλωτίζει. Έτσι, αβίαστα πετυχαίνουν το σκοπό τους  που δεν είναι άλλος από το να σε μαγέψουν. Μέχρι στιγμής τίποτα δεν προδίδει το τι έπεται.

Θέλοντας λοιπόν να πλησιάσεις κι άλλο για να λύσεις το μυστήριο, να δεις την κρυμμένη αλήθεια που βρίσκεται βαθιά στον ψυχισμό τους, κάνεις βήματα σταθερά για να πας κοντά τους. Τότε συμβαίνει κάτι απρόσμενο, αναπάντεχο, απροσδόκητο. Η μορφή τους αλλάζει, μεταμορφώνονται σ’ έναν άνθρωπο ψυχρό, παγερό. Σε κάθε βήμα που κάνεις προς την κατεύθυνσή τους εκείνοι κάνουν δύο βήματα οπισθοχωρώντας προκειμένου να ξαναβρεθούν στη ζώνη ασφαλείας που οι ίδιοι έχουν ορίσει.

Τους αρέσει, τους αρέσει πολύ να διατηρούν το μυστήριο, να τους θαυμάζεις αλλά από μακριά. Το ξέρουν άλλωστε ότι τους θαυμάζεις. Είναι κι έξυπνοι, αυτό κι αν τους κάνει ακαταμάχητους. Όμως δεν το εκμεταλλεύονται ούτε προσπαθούν να σε χειραγωγήσουν. Είναι απλά πληγωμένοι και πολύ φοβισμένοι γι’ αυτό απομακρύνονται. Είναι άνθρωποι που θέλουν τόσο πολύ να σκορπίσουν απλόχερα όση αγάπη πηγάζει από μέσα τους γεμίζοντας κάθε κύτταρό σου μ’ αυτή και το καταφέρνουν. Εν μέρει, διότι ελάχιστα χιλιοστά πριν ευθυγραμμιστείτε, λίγο πριν την ένωση, εγκαταλείπουν. Ποιος κερδίζει αλήθεια έτσι;

Εκείνη τη στιγμή ένας αέρας αποπνικτικός, σκληρός στο πέρασμά του διαπερνά ανατριχιαστικά το κορμί σου. Βλέπεις, είχες προσδοκίες. Είχαν πει ότι μπορείς να παραδοθείς, να αφήσεις την ψύχη σου εκτεθειμένη κι εκείνοι θα τη ζεστάνουν. Είχαν πει θα κοιμάσαι ασφαλής, θα σε προσέχουν,  ό, τι κι αν γίνει εσύ να μη φοβάσαι. Λόγια που δε μετουσιώθηκαν σε πράξη.

Μπέρδεμα η υπόθεση. Κι αφού έχεις αφεθεί άντε να βρεις τώρα την αρχή από το κουβάρι για να το ξετυλίξεις. Κανονικός λαβύρινθος το  μυαλό και η καρδιά και των δύο σας πια. Τώρα κυριαρχεί η αλεξιθυμία. Κάτι παρόμοιο που κάνουν τα αλεξικέραυνα με τους κεραυνούς κάνετε εσείς με τα συναισθήματά σας, κοινώς τα απωθείτε για να προστατευτείτε.

Και περνάει ο καιρός και φανερώνει την αλήθεια, εξαφανίζει το θυμό και συνειδητοποιείς τη θλιβερή πραγματικότητα, πως δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι είναι γεννημένοι με το χάρισμα να σκορπίζουν συναίσθημα μα ταυτόχρονα και με την κατάρα να μην ξέρουν τι να το κάνουν κι εσύ απλά είχες παρασυρθεί από την ακαταμάχητη γοητεία τους και δεν πρόσεξες τα σημάδια που ήταν εκεί και χοροπηδούσαν για να τους δώσεις λίγη σημασία. Δεν παρατήρησες ότι η απαίτηση ήταν τέτοια που να μην τους εκθέτει, ήταν σιωπηρή, ένα κάλεσμα.

Σε προσκάλεσαν σ’ ένα παιχνίδι που γνώριζαν εξ’ αρχής ότι θα εγκαταλείψουν την κατάλληλη στιγμή. Εκείνοι δηλαδή τη στιγμή που η καρδιά τους αρχίζει να χτυπά πιο δυνατά για’ σένα, που αρχίζουν να χάνουν τον έλεγχο γιατί τα συναισθήματά τους είναι όλα έτοιμα να πολεμήσουν το ατίθασο μυαλό τους που τους διατάζει να διατηρήσουν τον αυτοέλεγχό τους, με κάθε κόστος.

Τους ανθρώπους αυτούς θα καταφέρεις να τους μάθεις, μόνο αν παίξεις με τους όρους τους. Αν μείνεις σιωπηλός και τους παρατηρήσεις. Αν τους τοποθετήσεις στο κέντρο και τους αφήσεις να βασιλεύουν κάνοντας το απόλυτο τίποτα. Ίσως να προσπαθήσουν να σε προσεγγίζουν εκείνοι. Ξέρεις οι άνθρωποι αυτοί ανθίζουν στην ασφάλεια κι αν εμφανιστεί ακόμα και μια μικρή ένδειξη επικινδυνότητας θα την αρπάξουν ως ευκαιρία για να απομακρυνθούν. Αυτό έχουν μάθει να κάνουν πιο καλά. Θέλουν να παίζουν το παιχνίδι με τον τρόπο και στο χρόνο που θέλουν. Εγωιστές; Πιθανό. Ανασφαλείς; Πιθανότερο. Αδύναμοι; Πιθανότατο.

Εσύ τώρα τι μπορείς να κάνεις γι’ αυτούς; Τίποτα! Αυτό όμως είναι και το πιο ωραίο. Μπορείς απλά να συνεχίσεις τη ζωή σου ανέμελα κρατώντας τους ως μια ανάμνηση του παρελθόντος κι απαντώντας το δικό σου δίλημμα. Εσένα σου αξίζουν αυτοί οι άνθρωποι στη ζωή σου; Μη ρωτάς κανέναν. Η απάντηση εδώ είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση. Ο καθένας για τον εαυτό του έχει διαφορετική προσέγγιση της ευτυχίας κι εσύ είσαι ελεύθερος να ορίσεις τη δική σου, δίνοντας τους το χρόνο που έχουν ανάγκη για να ξαναζεσταθούν ή στερώντας τον. Εδώ είναι το δίλημμα.

Δίλημμα;; Ποιος είναι ευτυχισμένος όταν οι προσδοκίες του αφορούν κάτι έξω από τον εαυτό του κι άρα εξαρτάται από κάποιον άλλο η πραγματοποίησή τους; Εδώ δεν υπάρχει κανένα δίλημμα.

 

 

 

 

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Ραυτοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου