Πολλά έχουν γραφτεί τα τελευταία κυρίως χρόνια για την έννοια της ενσυναίσθησης, παρ’ όλα αυτά αρκετές φορές παρερμηνεύεται η σημασία της και ταυτίζεται με τους όρους της συναίσθησης και της συμπάθειας, που είναι όμως δυο διαφορετικά πράγματα. Μπορεί να συναισθάνεσαι ή να συμπάσχεις βιώνοντας ενδιαφέρον για το πρόβλημα και τον πόνο που βιώνει ο άλλος επειδή σου θυμίζει μια δική σου περίπτωση. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δε οδηγεί να το κατανοήσεις με την οπτική του άλλου, με τις δικές του σκέψεις και φίλτρο.

Εν-συν-αίσθηση. Δεν πιστεύω να μπορούσε να εκφραστεί με πιο όμορφο τρόπο η επέκταση της αίσθησης του ατόμου πέρα από τον εαυτό του. Πιο συγκεκριμένα, ο ορισμός της λέξης δόθηκε από Γερμανούς θεωρητικούς της τέχνης. Εισήγαγαν τη γερμανική λέξη «Einfühlung» η οποία αφορά στα συναισθήματα του παρατηρητή μπροστά σ’ ένα έργο τέχνης. Ο Theodore Lipps (1851-1914) ήταν αυτός που διαβίβασε την έννοια της ενσυναίσθησης από τον χώρο της τέχνης στο πεδίο της ψυχολογίας. Πιο συγκεκριμένα, ο Lipps ανέφερε ότι «όταν παρατηρώ έναν ακροβάτη να στέκεται στη μέση ενός δακτυλίου που κρέμεται από το ταβάνι, νιώθω σαν να είμαι μέσα σ’ αυτόν».

 

 

Τα επόμενα χρόνια όμως, επήλθε μια διαφωνία παρά συμφωνία για τον ακριβή ορισμό του όρου, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα να μελετηθεί από δυο πλευρές, τη γνωστική και τη συναισθηματική. Από τη γνωστική πλευρά, η ενσυναίσθηση απαιτεί να μπορείς να λαμβάνεις την οπτική γωνία ενός άλλου ατόμου και να κατανοείς τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Από τη συναισθηματική πλευρά, η ενσυναίσθηση περιλαμβάνει το συναίσθημα  για τους άλλους, με αποτέλεσμα συχνά μια συναισθηματική απόκριση. Αυτή η ικανότητα συναισθηματικής σύνδεσης με τους άλλους είναι αυτό που μας επιτρέπει να δείχνουμε συμπόνια σε, και φροντίδα για όσους υποφέρουν ή έχουν ανάγκη.

Η ενσυναίσθηση θεωρείται βασική διάσταση της συναισθηματικής νοημοσύνης (Emotinal Intelligence) κι αποτελεί διαδικασία στην οποία ένα άτομο μπορεί να κατανοήσει τη συναισθηματική κατάσταση του άλλου, χωρίς όμως τη δεδομένη στιγμή να βιώνει το ίδιο γεγονός. Τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί η άποψη ότι μονάδες μέτρησης των ικανοτήτων της ευφυίας, όπως το γνωστό σε όλους IQ, δεν είναι επαρκής. Πλέον λαμβάνονται υπόψη κι άλλοι παράμετροι όπως είναι η δυνατότητα που έχουμε ν’ αναγνωρίζουμε και να κατανοούμε τα συναισθήματα των άλλων, ακόμη κι αν διαφωνούμε μαζί τους. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η ενσυναίσθηση δε συνεπάγεται με ταύτιση συναισθημάτων, αλλά μια βαθιά επικοινωνιακή διαδικασία μέσα από την οποία προσπαθούμε πραγματικά ν’ ακούσουμε τον άλλο με τη μέθοδο της ενεργητικής ακρόασης.

Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια ενσυναισθηματική ικανότητα ούτε και μπορούν να την αποκτήσουν, διότι η ενσυναίσθηση είναι συνάρτηση βιολογικών παραγόντων (γενετικοί και νευροαναπτυξιακοί παράγοντες), αλλά και περιβαλλοντικών παραγόντων. Σύμφωνα με τους βιολογικούς παράγοντες μια ειδική ομάδα εγκεφαλικών κυττάρων είναι υπεύθυνα για το συναίσθημα της συμπόνιας το οποίο μας καθιστά ικανούς να καθρεφτίζουμε τα συναισθήματά μας, να αισθανόμαστε τον πόνο του άλλου, τη χαρά και τον φόβο του (το σύστημα του νευρωτικού καθρέφτη). Οι ενσυναισθητικοί θεωρείται πως έχουν υπερευαίσθητους νευρωτικούς καθρέφτες κι έτσι βιώνουν πιο έντονα ερεθίσματα γύρω τους. Ένα δεύτερο εύρημα βασίζεται στο γεγονός πως τόσο ο εγκέφαλος όσο κι η καρδιά δημιουργούν ηλεκτρομαγνητικά πεδία, τα οποία μεταδίδουν πληροφορίες σχετικά με τα συναισθήματα και τις σκέψεις των ανθρώπων.

Οι ευνσυναισθητικοί είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις πληροφορίες και πνίγονται από τον όγκο και την έντασή τους διότι νιώθουν πιο έντονα τις αλλαγές του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου της γης και του ηλίου. Ένα άλλο φαινόμενο είναι αυτό της συναισθηματικής μόλυνσης και με τον όρο αυτό, εννοούμε την ικανότητα να “κολλάνε” τα συναισθήματα των γύρω τους, που ανήκουν στην ίδια ομάδα. Με λίγα λόγια, συγχρονίζουν τη διάθεσή τους με των άλλων. Ο νευροδιαβιβαστής της ντοπαμίνης (που είναι υπεύθυνος για την έκκριση της ορμόνης της χαράς) στους εσωστρεφείς ενσυναισθητικούς λειτουργεί με περισσότερη ευαισθησία, πράγμα που εξηγεί το γεγονός πως με μικρή μόνο ποσότητα νιώθουν ικανοποιημένοι και τους αρέσει να περνάνε χρόνο με τον εαυτό τους, διαβάζοντας ή κάνοντας διαλογισμό. Δεν έχουν δηλαδή ανάγκη εξωτερικά ερεθίσματα σε αντίθεση με τους εξωστρεφείς. Τέλος, το “συναισθηματικό καθρέφτισμα” είναι μια νευρολογική κατάσταση κατά την οποία δυο διαφορετικές αισθήσεις συνδυάζονται στον εγκέφαλο. Για παράδειγμα, βλέπετε χρώματα ενώ ακούτε ένα μουσικό κομμάτι ή νιώθετε τη γεύση των λέξεων. Σε αυτή την συναίσθηση οι άνθρωποι μπορούν να νιώσουν και τις σωματικές αισθήσεις των άλλων, σαν να ήταν δικές τους.

Σημαντικά τα ευρήματα που καθιστούν έναν άνθρωπο από τη φύση του ενσυναισθηματικό (κι αν μπορώ να προσθέσω την άποψή μου είναι ένα ιδιαίτερο χάρισμα), αλλά αυτό δεν πρέπει να σταθεί ούτε τροχοπέδη, αλλά ούτε και δικαιολογία για κανέναν, διότι έχουμε και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Σ’ αυτούς περιλαμβάνεται η ικανότητα της μίμησης των εκφράσεων που ξεκινά νωρίς μετά τη γέννηση (και στα ζώα και στους ανθρώπους), η σχέση γονέα-παιδιού κι ο δεσμός που αναπτύσσεται, η ιδιοσυγκρασία (που αποτελεί σύνθεση πολλών μεταβλητών που διαμορφώνουν την εκάστοτε προσωπικότητα). Γι΄αυτό θεωρώ απαραίτητο μέσα από βιωματικά παιχνίδια να διδάσκεται η ενσυναίσθηση από το νηπιακά χρόνια ώστε να διαμορφώσει ενσυναισθηματικούς ενήλικες που θα κατανοήσουν τη σπουδαιότητα που έχει για όλες μας τις διαπροσωπικές σχέσεις η ενσυναίσθηση, ως επίτευγμα μέσα από την ενεργητική ακρόαση: ακούω με προσοχή τον ομιλητή, παρατηρώ τις εκφράσεις του, δε διακόπτω, κάνω διευκρινίστηκες ερωτήσεις, δεν κρίνω και δεν επικρίνω.

Όπως λέει κι ο Δαλάι Λάμα: «Η ενσυναίσθηση είναι η πιο πολύτιμη ανθρώπινη ποιότητα.» Μ’ αυτούς τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς που ζούμε, είναι εύκολο να εξαντληθούμε. Ακόμη κι έτσι, η ενσυναίσθηση είναι η ποιότητα που θα μας βοηθήσει. Θα μας καταστήσει ικανούς να σεβαστούμε ο ένας τον άλλο, ακόμη κι όταν διαφωνούμε. Η ενσυναίσθηση φέρνει τους ανθρώπους κοντά, τους βοηθά να καταλάβουν ο ένας τον άλλον. Αναπτύσσεται η εμπιστοσύνη κι ο σεβασμός. Εκφράζονται τα συναισθήματα. Μειώνουμε την ένταση και εμφανίζονται μπροστά μας πληροφορίες. Δημιουργείται ένα ασφαλές περιβάλλον το οποίο συμβάλει στην επίλυση των προβλημάτων κι αντιλαμβανόμαστε τις διαφορετικές απόψεις των άλλων χωρίς αυτές να συμπίπτουν με τις δικές μας. Εν κατακλείδι, η ενσυναίσθηση είναι το γιατρικό που η ανθρωπότητα χρειάζεται.

Συντάκτης: Μαρία Παναγή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου