Θέλω στις καταστροφές μου να ‘σαι εκεί. Θέλω όλα γύρω μας να καίγονται κι εσύ να ‘σαι εκεί. Να στεκόμαστε στο πιο ψηλό σημείο του νησιού και να βλέπουμε από ψηλά την καταστροφή. Ούτε χρειάζεται ούτε θέλω να με αγγίζεις. Θέλω μόνο να στέκεσαι δίπλα μου, με τα χέρια στις τσέπες και να κοιτάς ίσια μπροστά σου. Κάποτε να γυρίζεις να με κοιτάς και να μου λες πως το χρώμα της καταστροφής είναι το αγαπημένο σου. Αυτό το γκριζόμαυρο που μπλεδίζει λίγο στο τέλος.

Να σχολιάζεις αυτά που διαλύονται μπροστά μας, να είσαι παρών, να συμμετέχεις. Να μου δείχνεις τη θάλασσα πέρα στον ορίζοντα, και το μεγάλο κτήριο κάπου στα αριστερά μας. Κι όταν με δεις να κλαίω –γιατί είναι σχεδόν αδύνατον να βλέπεις αποκαΐδια και να μην κλαις– να μη με αγκαλιάζεις, ούτε να με φιλάς. Θέλω μόνο να με κοιτάζεις και να μου λες πως όλα θα πάνε καλά. Μα θέλω να το νιώθω στη φωνή σου πως το εννοείς, πως όχι μόνο πιστεύεις πως στο τέλος όλα θα φτιάξουν, μα πως θα κάνεις ό,τι μπορείς για να τα καταφέρουμε μαζί.

Κι όταν κομπιάζουν τα λόγια μου, να μη με κοιτάξεις με οίκτο, με μάτια που προδίδουν πως με λυπάσαι. Ίσως και να μη θέλω τίποτε άλλο να μου πεις. Μόνο να μη δω στα μάτια σου τη λύπηση, να μη δω την ντροπή που μισώ. Δε θέλω να χαλάσει η εικόνα που ‘χεις για μένα, θέλω την επόμενη μέρα που θα ξυπνήσουμε να με κοιτάζεις με τον ίδιο θαυμασμό, όπως κάθε πρωινό. Να μην αλλάξει το βλέμμα σου, ούτε τα συναισθήματά σου.

Κι όταν πια θα έχουν όλα καεί, να καθίσουμε στο παγκάκι πιο κάτω, να στρίψουμε δυο τσιγάρα και να πιούμε μέχρι να μεθύσουμε. Και να γελάμε για άσχετα και σχετικά, και να μου λες πώς πέρασες χθες και τι θέλεις να κάνεις το σαββατοκύριακο. Να ακουμπήσω για λίγο στον ώμο σου, έτσι για να νιώσω για λίγο το άγγιγμά σου και να με φιλήσεις απαλά. Και μετά να μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και να οδηγάμε αντίθετα απ’ την καταστροφή και να σου λέω πως το μόνο που θέλω είναι να μην ξαναδώ ποτέ μου φωτιές και καταστροφές. Κι εσύ αντί για απάντηση, να βάζεις στο ράδιο το αγαπημένο μας τραγούδι, να ανοίγεις τα παράθυρα και να τραγουδάς δυνατά δίπλα μου, με το πιο όμορφο χαμόγελο που έχω δει.

Ναι, λοιπόν, θέλω στις καταστροφές μου να ‘σαι εκεί. Γιατί πέρασα τόσες πολλές χωρίς εσένα, που μοιάζει πια τρομακτικά δύσκολο να περάσω κι άλλες μόνη μου. Ακόμη κι αν ξέρω να στηρίζομαι στα πόδια μου, ακόμη κι αν βάζω πάντα τη λογική μου μπροστά, ακόμη κι αν στις πιο σκοτεινές μου μέρες δεν έχω κανέναν ανάγκη. Εσένα, όμως, σε θέλω, δε σε ‘χω ανάγκη.

Από επιλογή σε θέλω, γιατί καλά τα κατάφερνα ως τώρα να μην έχω κανέναν να στέκεται δίπλα μου, αλλά πιστεύω πως μαζί σου θα ‘ναι καλύτερα.

Να είσαι εκεί, λοιπόν.
Ακόμα κι αν ξέρω πως μια μέρα εσύ θα ευθύνεσαι για τις καταστροφές γύρω μου.

 

Συντάκτης: Ναταλία Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη