Το θέμα της αισθητικής αφορά διαχρονικά έναν προσωπικό φλοιό και τον κοινωνικό του περίγυρο. Προσδιοριζόμαστε απ’ τα σύγχρονα δεδομένα της εποχής κι από ό,τι μας γεμίζει, ό,τι μας εκφράζει και μας κάνει να αισθανόμαστε άνετα με τον εαυτό μας.

Ετεροπροσδιοριζόμαστε από σύνολα που δεν μπορούμε να ορίσουμε στην κοινωνική μας σφαίρα. Είναι οι γνωστοί, οι συνάδελφοι, οι ξένοι που μπορεί να κοιτούν έντονα, οι ξένοι που δεν ασχολούνται καν και μοιράζεστε βλέμματα, είτε αδιάφορα είτε προβληματισμένα. Οι προκαταλήψεις είναι αναπόσπαστα μέρη που χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους στο σύνολό τους. Είναι αλυσιδωτά με την κοινωνία, γιατί πολλοί αρέσκονται να ασχολούνται με άλλους∙ να τους κρίνουν, αλλά όχι απαραίτητα να κρίνονται.

Αν μας κοίταζε κανείς με γυμνό μάτι, θα έβλεπε πολλές ετικέτες πάνω μας, όσον αφορά το τι εκπέμπουμε, τη στάση και το ύφος μας, καθώς και τον τρόπο ντυσίματος. Αυτομάτως, κάποια τυποποιημένη –για να χρησιμοποιούμε και μία συνήθη τυπολογία– ενδυμασία κατηγοριοποιεί τον καθένα και τον εντάσσει απ’ το τι πρεσβεύει ιδεολογικά μέχρι το τι χαρακτήρας είναι. Πάντα οι τρίτες γνώμες επηρέαζαν με έναν θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο. Αρκετοί δεν ανέχονται τις έντονες αλλαγές, τα ξεσπάσματα που ίσως κάποιος καταφεύγει σε αυτά για να βάλει λίγο χρώμα, κάτι διαφορετικό στην καθημερινότητά του. Με αποτέλεσμα να επηρεαζόμαστε και να ανακατασκευάζουμε ταυτότητες. Να ‘χουμε τύψεις για το τι μας εκφράζει. Η προσωπική μας αισθητική αντιμετωπίζεται πλέον σαν ένα μαζικό ζήτημα κι όχι ατομικό.

Και κάπου εκεί εμφανίζονται οι καθρέφτες μας, που συνήθως μας επιφυλάσσουν αρκετές δόσεις αλήθειας. Ναι, η αισθητική μας προβάλλει μέρη του χαρακτήρα μας, κυρίως σε τι περιόδους μας παραμελούμε και μας βάζουμε στην απ’ έξω. Οι προσωπικοί μας κύκλοι μας υπενθυμίζουν αυτό ακριβώς: ότι αδιαφορούμε για την εικόνα μας. Αλλά αυτή η εικόνα είναι ό,τι αντικρίζουμε στον καθρέφτη κι απλά τη συνηθίζουμε όταν άλλα πράγματα, ίσως λανθασμένα, έχουν υπάρξει ως προτεραιότητα στη ζωή μας.

Η ατομική μας αισθητική θα ‘πρεπε να ‘ναι ακέραιη και να επιδέχεται γνώμες μονάχα καλοπροαίρετες. Έχουμε καταλήξει να ανεχόμαστε ένα dress code στην καθημερινότητά μας∙ κλασικός είναι ο περιορισμός σε αρκετά εργασιακά περιβάλλοντα όταν προβλέπεται κάποιος να ‘ναι ξυρισμένος, για παράδειγμα. Δε θα αναφερθώ στην πειθαρχία που χαρακτηρίζεται από στολές στα σώματα, αλλά κάπως έτσι λειτουργούν αρκετές εταιρείες. Όλοι πρέπει να φαίνονται ίδιοι, παρόλο που δεν είναι. Συνεπώς, για να μπορεί κάποιος να απολαμβάνει ένα καλό βιοτικό επίπεδο θα πρέπει να κάνει υποχωρήσεις και να αλλάξει το σύνολο της αισθητικής του. Κι αυτό είναι μονάχα ένα δείγμα, ένδειξη του καταναγκασμού που υπάρχει.

Η διχοτομία έχει αντικατασταθεί από μαζικές ταξινομήσεις, αλλά δεν μπορεί να ισχύουν όλα για όλους, γιατί οι διαφορές είναι λεπτές κι όχι τόσο φανερές όσο φαίνονται ότι είναι. Ο καταναγκασμός υπάρχει ως χαρακτηριστικό γνώρισμα των κοινωνιών απ’ τους νόμους μέχρι τους απλούς κανόνες. Οι άγραφοι είναι εκείνοι που απογειώνουν το συναίσθημα αυτό, εφόσον δεν τους γνωρίζει κάποιος για να ξέρει τι πρόκειται να αντιμετωπίσει, κι απλά βρίσκεται σε χάος και σύγχυση για να γίνει επιθυμητός, πόσο μάλλον μέσω των social media. Εκεί ο καθένας προβάλλει το φαίνεσθαι για να απολαμβάνει την αποδοχή. Εκεί είναι πολλά απ’ τα πρότυπα αισθητικής.

Από εκεί παίρνει γραμμή για το αν θα ‘ναι αρεστός ή όχι.

 

Συντάκτης: Θεόδωρος Σωτηρόπουλος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη