Στην εποχής ενός «πάντα», διαφορετικού κι αλλιώτικου. Μία λέξη με χιλιάδες ερμηνείες. Πόσες φορές ξεστομίστηκε ή ακούστηκε στον βωμό μιας προσπάθειας πειθούς περί συναισθήματος κι ενδιαφέροντος; Πόσες φορές έγινε απλώς χρήση αυτής της λέξης χωρίς καμία σημασία της έννοιάς της; Πόσες φορές τροφοδότησε ελπίδες αγάπης και ισοπέδωσε κάθε είδους εγωισμό; Πόσες φορές ξεστομίστηκε με φευγαλέα λόγια, περαστικά; Πόσες φορές λύγισε εκείνους που έμοιαζαν πιο αλύγιστοι και από τα πιο γερά ατσάλια; Πόσες φορές ανέτρεψε αποφάσεις χωρισμού κι έκανε τα πιο μεγάλα πισωγυρίσματα; Και πόσες άλλες φορές αυτή η λέξη καθόρισε εξελίξεις στις ζωές μας χαμένες στο μέτρημα του χρόνου, περιστρεφόμενη από συναισθήματα;

Μια λέξη με τόσο βαθύ νόημα όσο και τα νερά που κρύβουν τη χαμένη Ατλαντίδα. Στο συνδυασμό της με άλλες λέξεις έχει εκφράσει πολλές φορές τον έρωτα και την αγάπη. «Θα σ’ αγαπώ για πάντα», «Θα είμαι για πάντα εδώ», «Θα βρίσκομαι για πάντα στο πλευρό σου». Και τόσα άλλα «πάντα» που έρχονται με ένα «θα» να τα κρατάει από το χέρι. Όλα υποσχέσεις για το μέλλον που έχουν ακουστεί είτε σε τρυφερές στιγμές με σκοπό να χτίσουν την ελπίδα για κάτι άφθαρτο, είτε σε στιγμές αποχαιρετισμού με σκοπό τη διαβεβαίωση ότι τα συναισθήματα θα έχουν συνέχεια και μετά από αυτόν. Πόσο εύκολα όμως λέγεται και πόσο δύσκολα γίνεται τελικά πραγματικότητα; Πόσο δύσκολα εκφράζεται μέσα από πράξεις αλλά πόσο εύκολα το ενστερνίζεται κανείς;

 

]

 

Το άτομο που ξεστομίζει τη λέξη αυτή, αρχικά ψάχνει να κατευνάσει τον εγωισμό του και να προβάλει την αλήθεια τη λίγο βαθύτερη, την απαλλαγμένη από τον κυνισμό. Χρειάζεται μεγάλη προσωπική ψυχική μάχη για να αποδεχθεί αυτήν τη δέσμευση κι ακόμη περισσότερο θάρρος για να τη μοιραστεί. Ξεπερνά τα όρια του εαυτού του, αφού παραδέχεται μια αδυναμία του, η οποία μεταφράζεται σε έναν όρκο που εκ των πραγμάτων είναι υποχρεωμένος να αθετήσει λόγω της θνητότητάς του.

Από την άλλη ο δέκτης αδημονεί να κατανοήσει αν αυτό που μόλις άκουσε είναι αληθινό ή αν ξεστομίστηκε πάνω σε μια παρόρμηση της στιγμής, ξεπερνώντας το χρονικό πλαίσιο στο οποίο ανήκει. Ίσως αναρωτηθεί αν πρόκειται για μια προσπάθεια χειραγώγησης, για παραπλάνηση συναισθημάτων. Αν πρόκειται τελικά για ένα ξέσπασμα ειλικρίνειας ή ένα -σχεδόν φτηνό- τρικ που προσθέτει λάμψη στο τώρα. Και μέσα σ’ όλο αυτό το όμορφα αληθινό ή στημένο σκηνικό, ο δέκτης μπαίνει στο τριπάκι της ανταπόδοσης, χωρίς να υπάρχει σίγουρη αμοιβαιότητα. Αυτό γίνεται είτε για να μην πληγώσει είτε για να μην απογοητεύσει τον άλλον.

Πολλές φορές, το «πάντα» περιγράφει τα συναισθήματα που θα συνεχίζουν να υπάρχουν μεταξύ δυο ανθρώπων που κάποτε αγαπήθηκαν πολύ αλλά οι δρόμοι τους δε θα συνεχίσουν να είναι παράλληλοι. Όπως κι αν συνεχίζει η ζωή, χωριστά ή μαζί, το δέσιμο που έστω και μία φορά θα νιώσουμε δεν μπορεί να το αλλάξει τίποτα και κανείς στον κόσμο. Γιατί πολύ απλά όσα νιώθει η καρδιά ανήκουν εξ ορισμού στα πιο αληθινά συναισθήματα. Υπάρχει και δε σβήνεται. Και αυτό το αληθινό, έχει την περίεργη τάση να αρκείται σε μια στιγμή για να χαραχτεί και να παραμείνει αναλλοίωτο στο χρόνο και στα γεγονότα, κάνοντας έτσι το χιλιοειπωμένο «πάντα» να ζώνεται με δόσεις της αλήθειας μας. Το συναίσθημα κάνει εμφάνιση μέσα σε μια, φαινομενικά, στιγμή περαστική και τελικά μένει μαζί μας σαν μόνιμος συγκάτοικος.

Στην περίπτωση του χωρισμού, το «πάντα» ακούγεται να γελάει στα αυτιά μας σε σχεδόν ειρωνικούς τόνους. Ο δέκτης ψάχνει να καταλάβει το λόγο ύπαρξής του αφού δεν υπάρχει ελπίδα επανασύνδεσης. Είναι μια προσπάθεια ωραιοποίησης της κατάληξης των γεγονότων ή είναι μια αληθινή κατάθεση ψυχής;

Και κάπου εδώ γεννάται η απορία, μπορεί άραγε να υπάρξει το «για πάντα» χωρίς να συνεχίσει να υπάρχει σχέση; Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να ορκίζεται αυτήν την ψυχική δοτικότητα σε κάποιον άλλον, που δε θα είναι πλέον μέρος της ζωής του;

Μπορεί να υπάρξει και πάντα θα υπάρχει το για πάντα. Αυτό που διαφέρει είναι ο προσδιορισμός της έννοιας και της σημασίας του. Ένας άνθρωπος που κάποτε αγάπησε κάποιον πραγματικά, πάντα θα τον αγαπάει και θα τον νοιάζεται και πάντα θα είναι δίπλα του με έναν ξεχωριστό τρόπο. Αυτό που διαφέρει είναι το πώς πάντα θα είναι δικός του. Θα είναι, αλλά με ένα διαφορετικό και ξεχωριστό τρόπο. Και αυτό γιατί με κάθε χρήση της συγκεκριμένης λέξης, ένα μικρό κομματάκι από το μέσα μας κλειδώνει και αφιερώνεται εκεί. Και το κλειδί, το παραδίδουμε στον άλλον και παύουμε να έχουμε τον έλεγχό του.

Αλίμονο μόνο σε όσους δεν έχουν νιώσει την όμορφη αυτή λέξη και δεν την έχουν εκφράσει ποτέ. Σε όσους αφήνουν κάθε μικρό κομμάτι τους ξεκλείδωτο και διαθέσιμο για γενική χρήση. Η αγάπη δεν είναι επισκέπτης στιγμιαίος, αλλά άπαξ και δια παντός. Για αυτό είναι και σημαντικό να βγαίνει αληθινά και αβίαστα. Ο άνθρωπος που την ξεστομίζει να δείχνει σεβασμό στην πιθανότητα ο δέκτης να θελήσει να την αξιοποιήσει στο έπακρο, αφήνοντας τον εαυτό του σε ένα λιμάνι για παντοτινή αγκυροβόληση.

Επειδή η ζωή δε μας χαρίζεται, της χρωστάμε ειλικρίνεια. Και αυτή η λέξη πρέπει να έχει πάντα ατόφια σημασία. Να σταματήσει η άσκοπη και ανούσια χρήση της από δόλια στόματα. Να λέγεται μόνο από καθαρά κίνητρα. Γιατί το «πάντα» πρέπει να έχει τιμιότητα. Να θυμάστε ότι αυτός ο κόσμος έχει ανάγκη από αλήθεια και αυτή η ανάγκη θα είναι «πάντα» εκεί!

 

Συντάκτης: Άντρη Χατζηγιάγκου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη