Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί την αφεντιά του να παίρνει ικανοποίηση απ’ το να ‘ναι άρρωστος ή να προκαλεί συμπτώματα ασθένειας στον ίδιο του τον εαυτό; Κι όμως, υπάρχει ένα σύνδρομο στο οποίο οι πάσχοντες παίρνουν ευχαρίστηση από αυτό ακριβώς. Να ‘ναι, δηλαδή, άρρωστοι. Πρόκειται για το σύνδρομο Μινχάουζεν, το οποίο πήρε το όνομά του απ’ τον Βαρόνο Μινχάουζεν, ο οποίος πολέμησε στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και γυρνώντας άρχισε να διηγείται φανταστικές ιστορίες για τις περιπέτειές του στη διάρκεια του πολέμου. Πρόκειται για μια πλασματική κατάσταση ασθένειας, προκαλούμενη ή προσποιούμενη απ’ το ίδιο το άτομο.

Στην αρχή τα συμπτώματα μπορεί να ‘ναι προσποιητά, αλλά σε προχωρημένο στάδιο προκαλούν επίτηδες πραγματικά συμπτώματα στον εαυτό τους. Στόχος τους; Η αγάπη, η προσοχή κι η φροντίδα που λαμβάνουν απ’ το εκάστοτε ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι συνηθίζουν να τρέχουν σε νοσοκομεία, κλινικές και σε υπηρεσίες ψυχικής και σωματικής υγείας, ισχυριζόμενοι πως κάτι έχουν και παρουσιάζουν συμπτώματα όπως αιμόπτυση, κοιλιακό άλγος, πονοκεφάλους, ιλίγγους, συμπτώματα που είναι δύσκολο να επαληθευθούν από εργαστηριακές εξετάσεις.

Συνήθως, τα αποτελέσματα των εξετάσεων είναι συγκεχυμένα, δε συνάδουν με τα συμπτώματά τους και τότε δυσανασχετούν με το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και πάνε αλλού. Το κίνητρο δεν είναι ούτε οικονομικό ούτε υλικό. Είναι ψυχικό. Παίρνουν ικανοποίηση με το να μπαίνουν στον ρόλο του ασθενούς. Λειτουργούν σαν μικρά παιδιά που θα έκαναν τα πάντα για να τραβήξουν την προσοχή των γονιών τους και το ενδιαφέρον τους. Κι ίσως έτσι να νιώθουν μέσα τους, τελικά. Ένα μικρό πληγωμένο παιδί που προσπαθεί με κάθε θεμιτό κι αθέμιτο τρόπο να κάνει τους άλλους να ασχοληθούν μαζί του. Η λήψη του ρόλου του “ασθενή” εξυπηρετεί τις ψυχολογικές τους ανάγκες κι άλλα ψυχικά κενά που οι ίδιοι αντιμετωπίζουν.

Τα άτομα που πάσχουν από αυτό το σύνδρομο είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία γυναίκες και συνήθως έχουν κάποια σχέση με τα επαγγέλματα της υγείας ή έχουν αρκετές γνώσεις ούτως ώστε να παραπλανήσουν τους γιατρούς και να τους καθοδηγήσουν στη συγκεκριμένη διάγνωση ασθένειας που έχουν στο μυαλό τους. Είναι πολύ καλά ενημερωμένοι για τα συμπτώματα και την κλινική εικόνα της κατάστασης που ενσαρκώνουν.

Έρευνες έχουν εντοπίσει κάποια κοινά χαρακτηριστικά σε αυτά τα άτομα, όπως διαταραχές προσωπικότητας, τραυματική παιδική ηλικία, κακοποίηση, παραμέληση ή θυματοποίηση ως παιδιά του συνδρόμου αυτού. Παρ’ όλα αυτά, χρειάζεται πολλή έρευνα ακόμη για να εντοπιστούν τα ακριβή τους κίνητρα κι οι βαθύτερες ψυχικές ανάγκες που τους κινητοποιούν.

Στην πιο βαριά κι επικίνδυνη μορφή του συναντάμε το Μινχάουζεν διά αντιπροσώπου. Εκεί το άτομο προκαλεί συμπτώματα σε κάποιον άλλον, “αδύναμο”, που βρίσκεται υπό την εποπτεία ή τη φροντίδα του. Τα θύματα μπορεί να ‘ναι παιδιά, ηλικιωμένοι ή άτομα με ειδικές ανάγκες. Πάνω απ’ το ογδόντα τοις εκατό των περιπτώσεων αφορά σε μητέρες που προκαλούν ή επινοούν συμπτώματα εικονικής νόσησης στα παιδιά τους, ενώ παράλληλα δίνουν την εικόνα ότι ενδιαφέρονται πάρα πολύ γι’ αυτά. Ως αποτέλεσμα της επιθυμίας της μητέρας να υπάρξει νόσος, έχουν παρατηρηθεί εσκεμμένες προκλήσεις ασφυξίας, τραυματισμοί και δηλητηριάσεις σε παιδιά.

Θεωρείται μια ακραία μορφή παιδικής κακοποίησης που είναι δύσκολα ανιχνεύσιμη, διότι η μητέρα παρουσιάζεται πολύ στοργική και φροντιστική. Θέλουν “απλά” τραβήξουν την προσοχή των άλλων, να προκαλέσουν το ενδιαφέρον και τη στοργή τους. Στην περίπτωση αυτή μπαίνουν στον ρόλο του ασθενούς διά αντιπροσώπου. Ποια μάνα θα κακοποιούσε το ίδιο της το παιδί για να τραβήξει την προσοχή; Σαφώς, το σύνδρομο έχει μεγάλη συσχέτιση με διαταραχές προσωπικότητας. Οπότε δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τα κίνητρα αυτών των γυναικών καθαρά με τους κανόνες της λογικής.

Η ανάγκη τους για προσοχή είναι βαθιά, πηγάζει απ’ τα βαθύτερα στρώματα της ψυχοσύνθεσής τους, σχετίζεται με χαμηλή αυτοεκτίμηση κι υπερπηδά τη λογική και την αγάπη ή το ενδιαφέρον για τα ίδια τους τα σπλάχνα. Έχουν σκοπό να κερδίσουν την προσοχή, διαβεβαίωση, συμπάθεια κι ενασχόληση των γύρων τους με τις ίδιες. Έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και, μέσα απ’ τον έλεγχο που ασκούν στα θύματά τους, λαμβάνουν αυτό που χρειάζονται, αφού πλέον νιώθουν δυνατές που εξαρτάται η ζωή κάποιου απ’ τις ίδιες.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μιας 34χρονης μητέρας απ’ την Αμερική, η οποία πήγε τον γιο της στο νοσοκομείο 323 φορές και τον υπέβαλε σε 13 επεμβάσεις απ’ το 2009 έως το 2016, προκαλώντας του τεχνητές μολύνσεις κι αδυναμία. Χρειάστηκε να περάσουν 8 χρόνια για να καταλάβουν οι αρμόδιες αρχές κι οι γιατροί ότι κάτι δεν πάει καλά. Είναι πολλές κι οι περιπτώσεις γυναικών serial killers που έχουν το συγκεκριμένο σύνδρομο. Συνήθως, ανήκουν στην κατηγορία εκείνη που η εγκληματολογία ονομάζει «Άγγελοι του Θανάτου».

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσπαθήσεις να δεις την κατάσταση απ’ την πλευρά του θύτη ή του πάσχοντος. Ως άνθρωποι συνηθίζουμε να μένουμε στα γεγονότα και στο αποτρόπαιο κάποιων πράξεων και δεν μπαίνουμε στη διαδικασία να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την ψυχοσύνθεση, τα γεγονότα και τις κινητήριες δυνάμεις που οδήγησαν αυτά τα άτομα σε τέτοιο σημείο. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πως μια διαταραγμένη προσωπικότητα ίσως είναι κατά βάθος μια ψυχή που υποφέρει και χρήζει βοήθειας.

Κοιτάμε τις πράξεις γιατί μόνο αυτές έχουν σημασία. Ή μήπως όχι;  Η επιλογή της οπτικής γωνίας που θα αντιμετωπίσουμε και θα αναλύσουμε κάθε φορά μια κατάσταση, είναι καθαρά δική μας. Και συνήθως ένας φακός τριακοσίων εξήντα μοιρών μας επιτρέπει να δούμε ολοκληρωμένα όλες τις πλευρές και μας προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση της εκάστοτε κατάστασης.

 

Συντάκτης: Ρέα Τσαπατσάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη