Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που βλέπουν μέσα μας, μας μιλούν και ό,τι μας λένε είναι σαν μια κατάδυση στις πιο αφώτιστες πλευρές μας. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν αναπτυγμένη την ενσυναίσθηση, ακούν τι λέμε και μας μιλάνε, όπως θα μιλούσαν στον εαυτό τους. Συχνά η συζήτηση με έναν τέτοιο άνθρωπο μπορεί να μας ξενίσει, ακόμα και να μας τρομάξει. Πώς μπορεί να ξέρει τόσα πολλά για εμάς; Αυτοί οι άνθρωποι είναι σπάνιοι φίλοι και σύντροφοι.

Κάνει κάτι που οι περισσότεροι άνθρωποι δυσκολεύονται να κάνουν, αφήνει την ασφάλεια του εγώ του και μπαίνει στο «εσύ». Αυτό σημαίνει ότι έχει κάνει μεγάλη δουλειά με τον εαυτό του και μπορεί να κάνει χώρο μέσα του για να νιώσει τον άλλον άνθρωπο. Πόσο δύσκολο ακούγεται αυτό. Το λέμε συχνά σαν ατάκα «μπες στη θέση του άλλου, νιώσε πώς μπορεί να νιώθει» και δεν κατανοούμε πόσο τρομακτικά δύσκολο είναι να σκεφτείς για λίγο σαν τον άλλο άνθρωπο, να αφήσεις για λίγα δευτερόλεπτα τη δική σου παντοδυναμία, παντοκρατορία και να γίνεις ένας άλλος. Στη δικιά μας εποχή αυτό έγινε ακόμα πιο δύσκολο, αφού μείναμε καιρό μακριά, ο ένας από τον άλλο, μάθαμε να στηριζόμαστε στην παρέα του εαυτού μας, ενώ μέσα μας μπορεί και να έχει καταγραφεί η παρουσία του άλλου σαν απειλή και ρίσκο για την ακεραιότητά μας.

Οι άνθρωποι που βλέπουν μέσα μας ακόμα πριν δούμε εμείς οι ίδιοι τι μας συμβαίνει, είναι ένα πρότυπο γιατί σημαίνει ότι κοιτάζουν πρώτα βαθιά μέσα τους. Αυτό το βλέμμα που στρέφεται στη δικιά μας ύπαρξη, αυτό το βλέμμα που ψάχνει τι κάνουμε λάθος, τι θέλουμε πραγματικά, τι είναι σημαντικό, αυτό το βλέμμα είναι το πιο δύσκολο. Γιατί;

Γιατί πάντα προτιμούμε να το στρέψουμε αλλού και να σχολιάσουμε τον άλλον άνθρωπο, να ψάξουμε τις δικές του αδυναμίες και δυσκολίες, αρνούμαστε να δούμε μέσα μας τι συμβαίνει, γιατί φοβόμαστε τι θα αντικρίσουμε. Έτσι κάνουμε το πιο εύκολο κι αναμενόμενο, στρέφουμε αλλού το βλέμμα, κοιτάμε τον απέναντι, τον ξένο, τον άλλο. Εκεί έχουμε τόση ευκρίνεια στο να δούμε τι συμβαίνει και φυσικά τι πάει λάθος, αμέσως βρίσκουμε τα προβλήματα και τα ψεγάδια. Εάν ήμασταν εμείς, θα τα κάναμε όλα καλύτερα.

Τρομάζουμε λοιπόν γιατί δεν μπορούμε να στρέψουμε το βλέμμα σε εμάς, ενώ θαυμάζουμε την ορθή σκέψη, τις στοχευμένες επισημάνσεις, τις οδηγίες με αγάπη, αρχικά αντιδρούμε, κάτι μας τσιμπάει μέσα μας. Είναι ο εγωισμός μας. «Πώς γίνεται να βλέπει μέσα μου κι εγώ να φοβάμαι να κοιτάξω;» Είδε όμως. Kαι το πέτυχε για τη δική του προσωπικότητα πρώτα. Πήρε βαθιά ανάσα, έμεινε μακριά από περισπασμούς και διασπάσεις κι έψαξε. «Τι πιστεύω; Τι με φέρνει σε άμυνα; Τι μου είναι ξένο και τι οικείο;» Τόσα ερωτήματα. Δύσκολα να απαντηθούν- αρκετά μπορούν να μείνουν για πάντα αναπάντητα. Όμως το να κάνει κανείς το πρώτο βήμα να προσπαθήσει να δει τι του συμβαίνει και να εξερευνήσει μέσα του από διαφορετικούς δρόμους, σίγουρα θα αποδώσει καρπούς, περισσότερους από το να στραφεί στο τι κάνουν οι γύρω του, κρίνοντας και νιώθοντας ανώτερος στην επιφανειακή αυτή σύγκριση.

Κρατήστε κοντά σας αυτούς που κοιτούν βαθιά μέσα σας και σας ψάχνουν, αυτούς που όταν έχετε χαθεί ξέρουν πού θα σας βρουν. Υπάρχει ένας τέτοιος άνθρωπος για κάθε έναν από εμάς, όμως θα τον αναγνωρίσουμε μόλις κάνουμε κι εμείς το πρώτο βήμα κι αρχίσουμε να στέφουμε το βλέμμα μας αλλού. Μπορεί μια καλή αρχή να είναι το βλέμμα μας να πέσει στη δικιά μας αντανάκλαση στον καθρέφτη. Επόμενο βήμα: «κοιτάω εμένα χωρίς τον καθρέφτη». Θέλει γερό στομάχι στην αρχή, αλλά είναι μια δυναμική σχέση, η σχέση με τον εαυτό μας. Δεν τελειώνει ποτέ και πάντα θα έχει κάτι καινούριο να μας δώσει. Κι όποιος αυτό μπορεί να το ανακαλύψει και γι’ άλλους, έχει έρθει λιγάκι πιο κοντά σε ό,τι τελοσπάντων αποκαλούμε νόημα της ζωής.

Συντάκτης: Αιμιλία Λυμπέρη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου