Είναι αστείο, αν το καλοσκεφτεί κανείς, πόσο εύκολα «πέφτουμε» σε παρόμοια μοτίβα συμπεριφοράς με το διπλανό μας ή με κάποιον εκεί έξω ακόμα κι αν δεν τον γνωρίζουμε. Πανομοιότυπες συμπεριφορές και τρόποι σκέψης, φυσικά, δε μας κάνουν ίδιους με κάποιον άλλο, μην μπερδευτείτε.

Αυτό που καλείστε όμως να κάνετε εικόνα κατά την ανάγνωση του συγκεκριμένου κειμένου είναι να θυμηθείτε ή και να σκεφτείτε πώς πράξατε τη στιγμή που ένας επαίτης ζήτησε τη βοήθειά σας ζητώντας είτε χρήματα είτε να του πάρετε κάτι να φάει, οτιδήποτε άλλο μπορεί να σας έρθει αυτή τη στιγμή στο μυαλό.

Κάποιοι σε μια τέτοια περίσταση θα ανοίξουν αμέσως την τσάντα και το πορτοφόλι να δώσουν ό,τι μπορούν. Άλλοι θέλουν να κάνουν την ίδια κίνηση μα είναι βιαστικοί και δεν μπορούν να κάνουν το παραμικρό, απλώς συνεχίζουν να βαδίζουν. Υπάρχουν κι αυτοί που αδιαφορούν –υπάρχουν άλλα στη λίστα με τις προτεραιότητές τους για εκείνη τη στιγμή και δεν είναι να ανοίξουν το πορτοφόλι τους- και τους προσπερνάνε. Είναι φυσικά κι αυτοί που δεν υποστηρίζουν αυτού του είδους «ενασχόλησης» και θεωρούν πως είναι λάθος μία τέτοια κίνηση –των παραπάνω- για να την κάνουν και οι ίδιοι.

Δεν έχει σημασία όμως σε ποια κατηγορία ανήκει ο καθένας διότι το ζουμί της υπόθεσης βρίσκεται στις επόμενες γραμμές.

Βαδίζεις προς τον προορισμό σου, δεν υπάρχει άνθρωπος τριγύρω μέχρι που φτάνεις σ’ ένα παγκάκι όπου κάθεται κάποιος μ’ ένα ποτήρι πλαστικό στο χέρι στραμμένο προς εσένα ζητώντας μία βοήθεια. «Ας του δώσω μωρέ κάτι ψιλά» σκέφτεσαι κι αμέσως ανοίγεις το πορτοφόλι σου.

Πάμε αλλού τώρα. Βαδίζεις μέσα στο πλήθος και κάπου εκεί βλέπεις πάλι κάποιον που ζητάει μία μικρή βοήθεια. «Θα του έδινα κάτι αλλά είναι τόσοι που περνάνε από δίπλα του, όλο και κάποιος θα την κάνει την καλή, άλλωστε βιάζομαι, ας βοηθήσουν οι άλλοι» λες από μέσα σου καθώς συνεχίζεις προς τον προορισμό σου ή έστω και τη βόλτα σου.

Σκεφτείτε λοιπόν εκείνες τις φορές που δεν υπάρχει κανένας τριγύρω πόσο εύκολα δίνουμε χρήματα ή γενικότερα βοηθάμε έναν επαίτη και πόσο πολύ θα το σκεφτούμε όταν βρισκόμαστε σε πλήθος, είτε εν τέλει το κάνουμε είτε όχι. Και ναι, είναι κοινωνικό-ψυχολογικό φαινόμενο κι έρχεται με το όνομα bystander effect.

Bystander effect/apathy: Η επίδραση-απάθεια των παρευρισκόμενων ή αλλιώς το σύνδρομο Genovese είναι ένα φαινόμενο κοινωνικής ψυχολογίας στο οποίο αρνούμαστε να πάρουμε την ευθύνη ή να δώσουμε βοήθεια όταν άλλα άτομα είναι παρόντα.

Πριν πούμε όμως το οτιδήποτε, θα σας κάνω μια γρήγορη αναδρομή στο παρελθόν και θα σας πάω στη Νέα Υόρκη το 1964, στις 3 το ξημέρωμα. Η Kitty Genovese (απ’ την οποία ονομάστηκε και το φαινόμενο αυτό) γυρνούσε από τη δουλειά της όταν μια κτηνώδης επιθυμία κάποιου έβαλε τέλος στη ζωή της έξω από διαμέρισμά της. Οι φωνές και το δυνατό της κλάμα, που διήρκεσαν τουλάχιστον μισή ώρα, δεν ήταν αρκετά να κάνουν τους γείτονες κι όσους την άκουγαν –ή κι έβλεπαν- να καλέσουν βοήθεια. Δεκάδες άνθρωποι βρίσκονταν κοντά μα κάτι τους έκανε να παραλύσουν και δεν τόλμησαν να τη βοηθήσουν.

Είτε ήταν ο φόβος που τους παρέλυσε είτε οτιδήποτε άλλο, μπορείτε να φανταστείτε πόσο συντάραξε τον κοσμάκι η απάθεια δεκάδων ανθρώπων-μαρτύρων στη θέα αυτού που συνέβη.

Αυτοί που μελέτησαν την υπόθεση αυτή, εστιάζοντας στη συμπεριφορά των ανθρώπων αυτών, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως γενικότερα οι άνθρωποι σε πολλές καταστάσεις, ή μάλλον σε περιστάσεις όπως αυτές που προαναφέρθηκαν, αρνούμαστε να πάρουμε την ευθύνη και τη «σκορπάμε» σε όσους βρίσκονται δίπλα μας και το φαινόμενο αυτό ονομάστηκε “Diffusion of responsibility”, δηλαδή «διάδοση ευθύνης».

Στην ουσία όταν ερχόμαστε στη θέση να βοηθήσουμε κάποιον ενώ υπάρχουν κι άλλοι γύρω μας που μπορούν να το κάνουν, επαναπαυόμαστε στη βοήθεια των άλλων και μία εξήγηση γι’ αυτό είναι πως πιστεύουμε ότι για κάποιον άλλο είναι πιο εύκολο να βοηθήσει απ’ ό,τι είναι για εμάς, ενώ μία άλλη είναι η αμηχανία που θα νιώσουμε αφού όλα τα βλέμματα στραφούν επάνω μας με μία τέτοια κίνηση, κάτι που οι περισσότεροι ενδεχομένως αποφεύγουμε.

Το θέμα όμως είναι πως όλοι όσοι προσπερνούν, σκέφτονται το ίδιο ακριβώς· «Αφού μπορεί κάποιος άλλος, γιατί να το κάνω εγώ;». Και κάπως έτσι, μέσα στο πλήθος δεν υπάρχει ούτε ένας τις περισσότερες φορές να φανεί λίγο παραπάνω φιλάνθρωπος, έστω για τα μάτια του κόσμου, γιατί αυτά είναι ενδεχομένως που φοβάται και επαναπαύεται. Όχι όλοι, προφανώς, εξ’ άλλου οι λόγοι αναλύθηκαν και παραπάνω και όσοι ξέρουν, ξέρουν.

Μήπως όμως να πάψουμε να σκεφτόμαστε όπως όλοι, ειδικά όταν μας είναι προφανέστατο –βλέπε περίγυρο- και εν τέλει να την κάνουμε την καλή; Ένα βήμα παραπάνω, στην τελική, δεν έβλαψε κανένα!

Συντάκτης: Μαρία Εφρεμίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου