«Ή εσύ ή κανένας.» Σίγουρα το ‘χεις σκεφτεί για κάποιον. Εκείνον τον άνθρωπο στον οποίο πάντα θα ανατρέχεις, τον οποίο πάντα θα σκέφτεσαι και θα αναπολείς, αυτόν που νιώθεις ότι είναι το μεγαλύτερο αίσθημα της –ως τώρα, τουλάχιστον– ζωής σου. Όσους κι αν γνωρίσεις, όσα κι αν αισθανθείς, ο έρωτας που τελικά δεν ευδοκίμησε, αυτός που δεν έζησες ποτέ, ή ακόμα ο πρώτος σου μεγάλος έρωτας, θα γυρνάει ξανά και ξανά στο μυαλό σου. Ύπουλα και μυστικά, ακόμα κι αν δεν το θέλεις.

Δύσκολα σου φεύγει η καψούρα για έναν άνθρωπο με τον οποίο η ιστορία δεν εξελίχθηκε όπως την περίμενες, που σου άφησε ένα «αν» κι ένα παράπονο κληρονομιά. Με κάποιον τρόπο θα ξετρυπώσει πάλι εκείνο το πρόσωπο στον νου σου, κάτι θα θυμηθείς, κάποιος θα αναφέρει κάτι σχετικό, κάτι θα δεις ή, ακόμη, θα ονειρευτείς, και κάπως θα έρθει πάλι στην επιφάνεια το συναίσθημα που πίστευες ότι είχες θάψει βαθιά.

Πολλοί περνάν, φεύγουν, έρχονται, μένουν –για λίγο ή πολύ– αλλά είναι ένας για τον οποίο φωνάζει το μέσα σου, καίγεσαι να μαθαίνεις νέα του κι (έστω υποσυνείδητα) αρνείσαι να παραδεχτείς το οριστικό φινάλε, σαν μια ανάγκη να πιστεύεις ότι κάπου, σε μια παράλληλη πραγματικότητα, η ιστορία σας ακόμα ζει.

Κι αυτή η πίστη σε μια παράλληλη πραγματικότητα, που μας παρηγορεί, είναι κι η δύναμη που μας παρασύρει στο να δημιουργούμε, που μας εμπνέει και μας δίνει λόγους να συνεχίζουμε και κάτι να περιμένουμε. Ποιος θέλει να διώξει την έμπνευση, τα χρώματα, τις λέξεις, τα συναισθήματα, το ρίγος που προκαλούν οι σκέψεις στην ιδέα και μόνο του άλλου; Είναι όμορφο καμιά φορά να παρασύρεσαι στο «αν ήταν όλα αλλιώς», να το ζεις, να νιώθεις να καίγεσαι. Αλλά, πρόσεχε, αρχίζει να γίνεται επικίνδυνο όταν αυτή η ελπίδα κι η αναμονή σου στερούν μια αληθινή ευτυχία.

Όσο το ελέγχεις, ο άνθρωπος αυτός, που μαθαίνεις πλέον να τον αγαπάς και να τον νοιάζεσαι μόνος σου, σου μαθαίνει την ανιδιοτέλεια, γιατί συνειδητά προσφέρεις απλόχερα κάθε σκέψη και συναίσθημά σου κάπου, χωρίς να παίρνεις κανένα αντάλλαγμα. Όταν δίνουμε έτσι απλόχερα τον εαυτό μας μάς μαθαίνουμε καλύτερα, μαθαίνουμε τις αντοχές μας, μαθαίνουμε να αφοσιωνόμαστε και να δενόμαστε χωρίς όρους. Αρκεί κι εδώ να μην το παρακάνουμε, να μην ξοδευτούμε, να μη σκορπιστούμε.

Ας μη γελιόμαστε, ναι μεν μέσα μας είναι μεγαλύτεροι οι έρωτες που δε ζήσαμε ή αυτοί που παραλίγο να ζήσουμε, αλλά κουβαλούν κι ένα μεγάλο «αλλά». Δε σου προσφέρουν πληρότητα, σε αφήνουν πάντα σε ένα ενδιάμεσο χώρο μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Και μόνο αν κάτι έχει ολοκληρωθεί μέσα σου μπορείς να το βιώσεις στο απόλυτα κι ύστερα, όταν ξεθωριάσει, να το ξεπεράσεις. Είναι, λοιπόν, όλο αυτό το ανεκπλήρωτο εν τέλει έρωτας;

Ναι, πάντα υπάρχει ένα πρόσωπο για το οποίο θα αναρωτιέσαι πώς θα πήγαιναν τα πράγματα και πού θα τράβαγε η ζωή αν ήσασταν μαζί. Πάντα θα το σκέφτεσαι, θα βγαίνει μπροστά στις πιο σκοτεινές στιγμές σου, θα παρακαλάς να σου στείλει, θα κρατάς τον εαυτό σου να μη λυγίσει σε μεθυσμένα μηνύματα. Θα νιώθεις ερωτευμένος, θα παρακαλάς για μια συνάντηση και θα ανυπομονείς για μια ματιά. Θα μαθαίνεις κάτι τυχαία και δε θα βρίσκεις ησυχία, δε θα περνά ποτέ απαρατήρητο οτιδήποτε κι αν κάνει. Και αυτό γιατί καμία καθημερινότητα δεν αλλοίωσε τη σχέση σας, καμία αναμεταξύ σας συνθήκη δεν αναιρεί όσα ένιωσες.

Αλλά, να ξέρεις, υπάρχει και κάτι περισσότερο από αυτό. Ο έρωτας που δεν τολμάς να φανταστείς, γιατί είσαι πολύ απασχολημένος να αναπολείς κάτι που τελικά δεν άνθισε ποτέ ή που πρόλαβε κιόλας να μαραθεί. Είναι αυτός που θα σε ξυπνήσει απ’ τις ψευδαισθήσεις σου, θα σου δείξει τι σημαίνει να ζεις, να δίνεσαι, να αγαπιέσαι. Κι είναι αυτός που τα βράδια θα σε ηρεμεί, δε θα σε ξαγρυπνά.

Επειδή, δεν το ζήσατε σε κάνει να νιώθεις πως δε δοκίμασες τελικά όσα θα ήθελες από τη ζωή. Η ζωή, όμως, είναι πάνω απ’ τις επιλογές μας και τα δικά μας θέλω. Ώρες-ώρες αποφασίζει μονάχη της για εμάς, και δεν πά’ να χτυπιόμαστε εμείς κάτω, αυτή δε θα μας κάνει το χατίρι. Θα μας φέρει αυτό που θέλει, γιατί κάτι παραπάνω ξέρει κι ας μην την καταλαβαίνουμε εξαρχής. Εσύ να προσπαθείς για το καλύτερο, κι από ‘κει και πέρα να εμπιστεύεσαι τη ζωή.

Κάτι που δεν άρχισε ποτέ, δε θα τελειώσει, κι όσο βολικό κι αν είναι το να περιμένεις χωρίς να δρας και να αντιδράς, τόσο θα περνάει η ζωή από μπροστά σου. Κράτα ό,τι καλό έχεις να θυμάσαι από αυτόν τον ένα που δεν μπορείς να ξεχάσεις, και προχώρα μπροστά. Είπαμε, η ζωή ξέρει καλύτερα από τον καθένα, κάν’ τη φίλη σου, μην τη στήνεις στον τοίχο.

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη