Κάνε εικόνα μια μεγάλη φούσκα να σε περιτριγυρίζει και να σε προστατεύει ιδανικά. Μέσα της φαντάσου πως βρίσκονται όλα όσα σκέφτεσαι, αγαπάς, πονάς, θέλεις ή δε θέλεις κοντά σου. Οι συνηθισμένοι τρόποι με τους οποίους αντιδράς, εκνευρίζεσαι, επιλέγεις ή απορρίπτεις, τα γούστα σου, τα κέφια σου, οι εμπειρίες κι οι αναμνήσεις σου. Όλα. Να σου πω πότε αλλάζει αυτού του είδους η κοσμοθεωρία; Τη στιγμή ακριβώς που αποφασίζεις να τη σπάσεις. Κάνεις μια απότομη κίνηση και τσακ! Ελευθερία; Δεν ξέρω. Αλλαγή, σίγουρα! Μια αλλαγή που, ίσως, σοκάρει το μέσα σου αλλά κι εκείνους που τόσο καλά σε ξέρουν. «Πού έχεις πάει;», «Τι σου συμβαίνει;» κι άλλα τέτοια πολλά, μα δικαιολογημένα.

Το μυαλό γκρεμίζει τις παρωπίδες, τα μάτια δεν κοιτούν μονάχα μπροστά αλλά συνειδητοποιούν πως υπάρχουν κι άλλες πλευρές, τα όρια πάνε ένα βήμα παραπέρα και τα «πρέπει» φαντάζουν πια αστεία. Όταν αντιληφθεί κανείς πως οι ερωτήσεις είναι αμέτρητες, ενώ οι απαντήσεις ελάχιστες αναζητά την ουσία, όχι στο να κάνει τα ερωτηματικά τελείες ή θαυμαστικά, αλλά κάπου αλλού, σ’ ένα «αλλού» απαλλαγμένο από λογική, γεμάτο συναίσθημα και θέληση. Δεν προσπαθείς όταν ξέρεις πως το τέλος έχει ήδη προεξοφληθεί, δε βρίσκεις νόημα σ’ αυτό. Ματώνεις για όσα αβέβαια σου κόβουν τα πόδια, για όσα άγνωστα σου κεντρίζουν το ενδιαφέρον, για όσα μυστήρια σε προκαλούν να τα λύσεις κι ας πονέσεις. Τουλάχιστον θα μάθεις.

Αν ρωτήσεις κάποιον εκεί έξω «ποιο είναι το νόημα της ζωής;» το πιο πιθανό είναι να πελαγώσει στο άκουσμα της ερώτησης, να κάνει έναν μορφασμό και να ‘χει και δίκιο. Ίσως απαντήσει κάτι όμορφο, κάτι που πραγματικά αξίζει γι’ αυτόν, κάτι που όντως θέλει να πραγματοποιήσει στην πορεία της ζωής του. Ίσως, όμως, να μην απαντήσει και τίποτα. «Μεγάλη συζήτηση είναι αυτή!». Πάσο. Μεγάλη η συζήτηση, μικρή η ζωή. Αυτό, μάλλον, το ξέχασες, ε;

Όταν μας λένε να μην προσπερνάμε τα μικρά κι εκ πρώτης όψεως ασήμαντα πράγματα εμείς κουνάμε το κεφάλι μας καταφατικά, τάχα πως καταλαβαίνουμε. Στην ουσία μας δίνουν το κλειδί για όλες τις πόρτες αυτού του κόσμου μέσα σε μία φράση, μας προειδοποιούν ότι πασχίζουμε και δυσκολευόμαστε για μία απάντηση εν τέλει εύκολη. Εμείς απλώς συμφωνούμε. Όλα βρίσκονται έξω απ’ τη φούσκα. Έξω και χαμηλά.

Κάπως, έτσι, αναζητούμε απαντήσεις και σ’ άλλους. Ψάχνουμε μέσα στα μάτια τους να βρούμε εμάς ή έστω κάτι δικό μας, ταιριάζουμε, κουμπώνουμε, μαγικά ή με κόπο. Δεν υπάρχει τελειότητα στις ανθρώπινες σχέσεις, δεν υπάρχει το «ιδανικό». Αν αυτό δεν είναι απόλυτη και ξεκάθαρη απάντηση, δεν ξέρω τι μπορεί να είναι. Μικρό κι ασήμαντο; Ναι, μα κρύβει από πίσω όλα τα χρώματα της γης, όλα τα ουράνια τόξα του κόσμου και προστατευμένος μέσα στη φούσκα σου -δυστυχώς- δεν μπορείς να το συλλάβεις. Ωραία και τα comfort zones, σου δείχνουν τα βήματα ώστε να μη σου φανεί βουνό ο αυτοσχεδιασμός, αλλά για πόσο; Θα σπάσει η ψυχή τη φούσκα, μην αγχώνεσαι.

Όταν γελάς, μένεις -εγώ αυτό ξέρω. Αυτό ψάχνουμε καταβάθος -έστω κι ασυνείδητα- κάποιον που θα μας κάνει να δούμε τον κόσμο αλλιώτικα, μ’ έναν τρόπο που μόνοι μας θα απορρίπταμε αμέσως. Δε χρειάζεται να είναι ο πιο σωστός τρόπος ούτε να βγάζει νόημα σε άλλους. Οι απαντήσεις είναι δίπλα μας και επειδή κάτι τέτοιο φαντάζει αδύνατον -σχεδόν ουτοπικό- επιμένουμε να προσπαθούμε, να δυσκολευόμαστε και να μπλέκουμε μόνοι μας όσα μας δίνονται λυμένα.

Αυτό που -ίσως- αξίζει περισσότερο σ’ αυτό τον κόσμο είναι στο τέλος της ημέρας να ‘χεις κάνει αυθόρμητα τις επιλογές σου, να ‘χεις κρατήσει δίπλα σου όσα και όσους αγαπάς και να γελάς βαθιά, χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις, υπεραναλύσεις και αμφισβήτηση της χαράς σου. Κι άσε τους να ψάχνουν τα «μεγάλα», τα «ασύγκριτα»και «παραμυθένια»τους όσο εσύ θα γεμίζεις και θα γουστάρεις πραγματικά αυτά που ζεις, έχοντας βρει ουσία και μαγεία στο «μαζί» που εκείνοι ούτε καν πλησίασαν ποτέ τους. «Φτάνει να είμαστε μαζί και να γελάμε!». Αυτό και μόνο αρκεί. Μας αρκεί.

Συντάκτης: Γωγώ Κυριακίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.