Είναι εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία συνιστούμε σε κάποιον να χωρίσει απ’ το σύντροφό του, έχοντας ελάχιστα στοιχεία στη διάθεσή μας. Μόνο που βρισκόμαστε στην απ’ έξω οπτική θεώρηση της κατάστασης ενός ζευγαριού- θέση που έτσι μας αρμόζει να έχουμε- δεν μπορούμε να είμαστε αντικειμενικοί.

Και στην τελική δεν πρέπει, γιατί αν δεν υπάρχει εμφανές πρόβλημα που καταπατά τον προσωπικό χώρο, τα δικαιώματα, την αξιοπρέπεια ή/και την ελευθερία του ατόμου που στρέφεται σε εμάς για συμβουλή, δεν υπάρχει χώρος για την προσωπική μας τοποθέτηση. Ειδικά έχοντας ακούσει μόνο τη μια πλευρά. Οι δύο άνθρωποι που απαρτίζουν μια ερωτική σχέση ξέρουν τα μεταξύ τους, τα όρια ο ενός του άλλου καθώς και το μέγεθος του πάθους, του έρωτα και της αγάπης τους. Είναι λοιπόν κάποια πράγματα που, ακόμα κι αν μας έχει ζητηθεί, δεν τα αγγίζουμε.

Εμείς 9 στις 10 περιπτώσεις λέμε, «παράτησε τον το γελοίο» ή «ξέχνα την την παλιοεγωίστρια», χωρίς καν να συνειδητοποιούμε την ευθύνη του λόγου μας. Καταρχάς, δεν έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα απλά από τις περιγραφές του φίλου μας. Κι αυτό αποτελεί πρόβλημα βασικά γιατί πράγματα που για τον μεν είναι εξοργιστικά, ο δε μπορεί να μην τα αντιλαμβάνεται καν. Γιατί αν κάτι μπορεί να λυθεί, αλλά με τη δική μας ακραία δήλωση του «χώρισε» και την προτροπή που παρέχουμε στον μεν να τα παρατήσει τόσο εύκολα χωρίς περαιτέρω προσπάθεια για μια κατάσταση, εγκαταλείπει την ευκαιρία του για ευτυχία. Κάνουμε έτσι, αυτόματα, τον μεν να αφήσει κάτι που εν γένει τον έκανε χαρούμενο και που υπό τη σκεπή της νηφαλιότητας δε θα σκεφτόταν καν να πράξει.

Αδιαφορούμε; Βιαζόμαστε να δώσουμε μια απάντηση να ξεμπερδεύουμε απ’ το πρόβλημα του άλλου; Ή απλώς γουστάρουμε να χωρίζει κόσμος; Τίποτε από αυτά δε μας δίνει ελαφρυντικό, είναι όλα εξίσου θλιβερά όταν συμβαίνουν καθώς δε μιλάμε για μια απλή συμβουλή «κόψε το κάπνισμα» ή «αθλήσου», αλλά για την κοινή διαβίωση στο τώρα και στο μετέπειτα δύο εραστών.

Ζητάμε την ενσυναίσθηση όταν βρισκόμαστε εντός της καταστάσεως, αλλά όταν είμαστε αυτοί που κρινόμαστε να την κατέχουμε κρίνουμε με την εγωιστική οπτική του φιλελεύθερου, αντιστασιαστή, του «κάτω η καταπίεση» και του «γροθιά στο κατεστημένο» ανθρώπου που προάγει την αντίληψη της γρήγορης, μα επίπονης κι άλογης, επιλογής. Δεν έχει προλάβει καλά-καλά να σου εξηγήσει ο μεν την κατάσταση κι εσύ σχηματίζεις μια γνώμη πέρα για πέρα εκτός consept που στην τελική ο απεγνωσμένος σου ακροατής δεν έχει την κριτική ικανότητα να την απορρίψει.

Ο μεν σε βλέπει -μεταξύ μας, λανθασμένα- σαν τη σανίδα σωτηρίας του. Κρεμάμενος, λοιπόν, καθώς είναι από τα χείλη σου δε θα επεξεργαστεί κι ιδιαίτερα την πληροφορία που θα του προσφέρεις. Εσύ λοιπόν γιατί δε μεριμνάς για τον άμοιρο τον μεν, αναδιατυπώνοντας τη γνώμη σου επάνω στα πρότυπα της σχέσης του; Φτιάξε ένα νοητό σχεδιάγραμμα πάνω στο οποίο συμπλήρωσε και τη γνώμη του δε. Μη συμβουλέψεις, αλλά προβλημάτισε τους μεν και δε παρουσιάζοντάς τους την πλευρά του σχεδιαγράμματος που δε γνώριζαν.

Δε θα σε ωφελήσει σε κάτι ένας επικείμενος χωρισμός ο οποίος επήλθε με τη δική σου συμβολή. Ούτε θα διώξει φαντάσματα του παρελθόντος, ούτε θα σου προσφέρει γαλήνη.Φαντάσου λίγο τους μεν και δε μετά το τέλος μιας σχέσης που κι οι δύο επιθυμούσαν να κρατήσουν. Τώρα βάλε τον εαυτό σου να αναβιώσει τα συναισθήματα έπειτα  από έναν τέτοιο χωρισμό μετά από παρότρυνση τρίτου. Σ’ αρέσει αυτό που ανακάλεσε η μνήμη σου;

 

Συντάκτης: Μαγδαληνή Μαρία Παπάζογλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου