Μία αδυναμία συνεννόησης, όσο να πεις, εμείς οι άνθρωποι την έχουμε. Συχνό, επομένως, φαινόμενο το άλλα να λέει ο ένας κι άλλα να καταλαβαίνει ο άλλος, το να μιλάς μόνο για να απαντήσεις κι όχι για να ακούσεις ή να μη μιλάς καν όταν πρέπει και γι’ αυτά που πρέπει. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, ότι οι περιπτώσεις συγχυσμένης –ανεπιτυχούς– επικοινωνίας είναι πολλές στην καθημερινή μας συναναστροφή με το περιβάλλον μας. Μάλιστα, οι παρεξηγήσεις έχουν γίνει ακόμη περισσότερες από τότε που οι άνθρωποι άρχισαν να στέλνουν πολλά μηνύματα ο ένας στον άλλο πατώντας απλώς ένα κουμπί.

Το εύκολο και γρήγορο κατέληξε να ‘ναι ατσούμπαλο και πρόχειρο, γιατί ανάμεσα στα τόσα μηνύματα που έχεις να απαντήσεις, πώς να προσέξεις το ένα και να το γράψεις σωστά; Συνήθως βιάζεσαι και δεν κοιτάς τα λάθη σου, ούτε τις λέξεις που αλλάζουν αυτόματα απ’ το autocorrect. Τι, δε θα καταλάβει ο συνομιλητής σου ότι γελάς αν γράψεις «ψαψαψα» αντί για «χαχαχα»; Δεν ξοδεύεις τον χρόνο σου για διορθώσεις και λεπτομέρειες.

Αυτή η απροσεξία, λοιπόν, είναι κάτι που μπορεί να δημιουργήσει πραγματικά αστείες συζητήσεις αν τρολάρει ο ένας λίγο παραπάνω τον άλλο. Ειδικά εκείνοι που κάνουν συστηματικά τέτοια λάθη, δεν είναι απίθανο να δέχονται ένα κάποιο bullying απ’ τους φίλους τους. Αχάριστοι! Αφού και νόημα βγάζουν και γελάνε, τι παράπονο έχουν;

Η αλήθεια είναι πως το autocorrect μπορεί να δημιουργήσει από πολύ επικές έως και πολύ αμήχανες συζητήσεις. Έχει το θράσος και παίρνει πρωτοβουλίες από μόνο του, το άτιμο, κι επιμένει να αλλάζει τις λέξεις. Επίτηδες το κάνει, δεν εξηγείται αλλιώς. Για ποιον άλλο λόγο να αλλάζει πάντα το «καλή» με το «κακή», βγάζοντάς μας φίδια που εύχονται «κακή επιτυχία»; Όχι, πείτε μου!

Καταλαβαίνεις επίσης ότι όταν το «Τι κάνεις;» διορθώνεται αυτόματα σε «Το κάνεις;», η συζήτηση αρχίζει και παίρνει μία πολύ διαφορετική, περίεργη, τροπή απ’ την αρχική πρόθεσή της, που μπορεί να προκαλέσει τρελό γέλιο, άκυρους συνειρμούς κι εγγυημένα πειράγματα. Σίγουρα ξέρεις την απάντηση αν το κάνει το φιλαράκι σου, Πες μου τώρα κι εσύ ότι αν αντίστοιχα σου τύχαινε να γράψεις κατά λάθος αντί για «Τι ωραία», «Τι ωάρια», δε θα το τρόλαρες;

Αν έχεις πέσει μία φορά θύμα του κορέκτορα  ή αν πέφτεις συνεχώς, καταλαβαίνεις τι εννοώ, αλλά ως ένα βαθμό το απολαμβάνεις κιόλας. Γιατί με τους συνειρμούς που προκύπτουν απ’ το πουθενά, γεννιούνται κι ατάκες που κάνουν τον παραλήπτη να το διασκεδάζει κι όλη την παρέα να ξεκαρδίζεται στα γέλια. Μέχρι και να πληρώσει μόνος όλα όσα ήπιατε μπορεί να καταλήξει κάποιος, αν ήθελε να πει «θα ξεράσω» και διορθώθηκε το μήνυμα σε «θα κεράσω». Δεν έχει σημασία, αφού το έγραψε, θα το κάνει -ας πρόσεχε την ορθογραφία του.

Μην είμαστε αγνώμονες, μας γλυτώνει συχνά από πολλά ορθογραφικά λάθη, αλλά ακόμη συχνότερα δημιουργεί μία συνεννόηση μπουζούκι, που μάλλον κατά βάθος την απολαμβάνει κιόλας. Κάπως έτσι, σου ξεφεύγει αρχικά ένα λάθος, στο διορθώνει εκείνος όπως θέλει, το αλλάζεις ξανά, και πάλι στέλνεις άλλα ‘ντ’ άλλων μέχρι κάποια στιγμή να το πετύχεις ή να κουραστείς και να παραιτηθείς. Από «χαμό ύλης», λοιπόν, συνεχίζει με «χαζούλης» κι επιτέλους καταλήγει στο «χαμούλης» που ήθελες εξαρχής να στείλεις.

Καθημερινό φαινόμενο αυτά τα λάθη κι ίσως, τελικά, να μη θέλουμε να τα αλλάξουμε.  Δεν ξέρουμε ελληνικά, αφήστε μας. Πολλά και κατά κύριο λόγο ευχάριστα τα ευτράπελα που προκύπτουν. Μας αρέσουν οι ξαφνικές αφορμές για καζούρα κι όταν η συζήτηση, απ’ το πουθενά, γίνεται σχετικά βρόμικη, ακόμα καλύτερα.

Όσο κι αν γκρινιάζουμε, τον αγαπάμε, αφού αυτό το πειραχτήρι, ο κορέκτορας, και διορθώνει αυτόματα τα λάθη μας και βάζει το ρίσκο και τη φαντασία στη ζωή μας, προσφέροντάς μας άπειρο γέλιο.

Με ένα σμπάρο, δύο τρίγωνα -Πανοράματος.

 

Συντάκτης: Σοφία Μπουμπάρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη