Ανέκαθεν οι φίλοι μας αποτελούσαν, όπως κι εμείς για εκείνους, το καταφύγιό μας, το στήριγμά μας και τον προσωπικό μας ψυχολόγο. Δεν υπάρχει περίπτωση να προκύψει το οποιοδήποτε πρόβλημα, από το πιο ασήμαντο έως και το πιο σοβαρό και να μην απευθυνθούμε σ’ αυτούς για βοήθεια και συμπαράσταση. Ασφαλώς το ίδιο σπεύδουν να κάνουν κι εκείνοι.

Όλοι μας λοιπόν, έχουμε ξοδέψει ώρες ολόκληρες, προκειμένου ν’ αφουγκραστούμε τις ανησυχίες, τα προβλήματα και περισσότερο απ’ όλα, τα λάθη των φίλων μας, σ’ όλα τα επίπεδα-φιλικό, κοινωνικό, επαγγελματικό και κυρίως σχεσιακό. Ατελείωτες συζητήσεις, αναλύσεις υψηλών προδιαγραφών, με σκοπό να τους βοηθήσουμε ώστε να διαχειριστούν τα όποια λάθη τους, να τους συμβουλέψουμε με αγάπη και κατανόηση και να τους κατευθύνουμε προς τη σωστότερη δυνατή λύση ή συμβουλή.

Και κατά τη διάρκεια αυτών των συζητήσεων, συμβαίνει το εξής μαγικό, αντιλαμβανόμαστε πλήρως τα δικά μας προσωπικά λάθη, τα οποία πράξαμε σε ανάλογη περίπτωση. Είναι κανόνας πως τη στιγμή που ακούμε προσεχτικά, σχεδόν ευλαβικά την περιγραφή των φίλων μας για το πρόβλημά τους, ανακαλούμε στη σκέψη μας όλα τ’ αντίστοιχα δικά μας περιστατικά, τα οποία προβάλλονται σαν ταινία μικρού μήκους στο μυαλό μας. Και καθώς η ταινία παίζει, εντοπίζουμε κι αναγνωρίζουμε αμέσως τα λάθη στα οποία υποπέσαμε τότε.

Είναι λογικό να συμβαίνει αυτό, αφού πλέον βρισκόμαστε σε κατάσταση πλήρους διαύγειας και καθαρότητας της σκέψης, με τη λογική να έχει τον κύριο λόγο, από τη στιγμή που το πρόβλημα δεν είναι δικό μας. Κι όχι με την εγωιστική έννοια, αλλά με την έννοια ότι, εφόσον δεν είμαστε οι άμεσα εμπλεκόμενοι, δεν παρεμβάλλεται το οποιοδήποτε συναίσθημα, το οποίο, καλώς ή κακώς, θολώνει την κρίση μας για σωστές αποφάσεις.

Κι είναι εκείνη η μοναδική στιγμή, για το χατίρι και το καλό του φίλου μας και μόνο, που ρίχνουμε κάθε άμυνα κι εγωισμό, αποδεχόμενοι τα δικά μας αντίστοιχα λάθη, τα οποία μάλιστα τα υποδεικνύουμε σαν παράδειγμα προς αποφυγή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Παραθέτοντάς τα ένα προς ένα και με σκοπό να ενισχύσουμε την άποψή μας, τονίζουμε το πώς τα δικά μας κακώς κείμενα οδήγησαν σε μια άσχημη ή αρνητική έκβαση στο δικό μας όμοιο περιστατικό.

Όσο μιλάμε και ρίχνουμε πλήρως τις σκέψεις και τις άμυνες μας και μέσα από τις συμβουλές, τις οδηγίες διαχείρισης και τις αναλύσεις μας, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε πόσο λανθασμένα χειριστήκαμε κάποτε το δικό μας σχετικό συμβάν. Τόσο περισσότερο αντιλαμβανόμαστε πόσο διαφορετικά θα μπορούσαμε να είχαμε αντιμετωπίσει την τότε κατάσταση και ν’ αποφύγουμε μ’ αυτό τον τρόπο τις αρνητικές επιπτώσεις, όσο αυτό είναι εφικτό βέβαια.

Μ’ έναν απίστευτο, αβίαστο κι έμμεσο τρόπο, η αρχικά ψυχανάλυση του φίλου μας καταλήγει στον δικό μας απολογισμό. Τελειώνει η συζήτηση κι νιώθουμε έναν περίεργο συνδυασμό συναισθημάτων. Από τη μία νιώθουμε ένα βάρος, αναλογιζόμενοι πόσο διαφορετική θα ήταν η τροπή στη δική μας κατάσταση αν είχαμε την ίδια καθαρότητα σκέψης όπως τώρα ώστε να διαχειριστούμε με εντελώς διαφορετικό τρόπο την κρίση. Από την  άλλη μας κατακλύζει ένα αίσθημα κάθαρσης και λύτρωσης που, έστω και τώρα, καταφέραμε να δούμε καθαρά τα δικά μας λάθη κι άρα ν’ αναθεωρήσουμε για ανθρώπους και καταστάσεις αλλά και για τις δικές μας επιλογές.

 

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου