Σε ένα σημερινό γίγνεσθαι, κοιμόμαστε και ξυπνάμε με φόβο για το ιδιαίτερο.

Έχουμε συνηθίσει τις κλασικές καφέ πόρτες, φτιαγμένες από ξύλο, κι οτιδήποτε διαφορετικό μας τρομοκρατεί. Το περιεχόμενο του καθενός αποτελεί το πολύτιμό του και κανείς δεν αφήνει ελεύθερη την κύρια είσοδό του.

Η διάθεση για την έκθεση του αλλιώτικου αναδύεται και μπερδεύει. Μπερδεύει γιατί συνυπάρχει η αποδοχή με την απόρριψη. Η διάδοση του διαφορετικού προωθείται ως ξεχωριστή είδηση∙ προβάλλεται ό,τι ανταποκρίνεται καλύτερα στη ζήτηση, στα νούμερα, σε μία μεμονωμένη πραγματικότητα. Μια μικρογραφία της κοινωνίας καλεί τους ενδιαφερόμενους να διατηρήσουν τη μοναδικότητά τους, μόνο αν την τονίσουν, μόνο αν συνεχίσουν να διαφέρουν με όλα τα φώτα στραμμένα πάνω τους. Αυτές οι πόρτες, όμως, έχουν χάσει ήδη το νόημά τους. Έχουν χάσει αυτό το ξεχωριστό χρώμα, που τις διακρίνει απ’ το κλασικό καφέ. Έχουν ξεθωριάσει γρήγορα και παίρνουν το χρώμα που τους δίνουν οι άλλοι.

Ο καθένας από εμάς, λοιπόν, είναι μια πόρτα. Το καφέ χρώμα είναι το κλασικό, που τον έχει ρουτινιάσει και τον έχει εντάξει σε μια ίσια γραμμή σε ένα καρδιογράφημα. Όμως, υπάρχουν και πόρτες που έχουν διατηρήσει το δικό τους χρώμα και συνεχίζουν να τραβούν την προσοχή. Αλλά κι αυτές δέχονται αλλοιώσεις κι επιρροές απ’ το ευρύ σύνολο. Όσοι πειράζουν το διαφορετικό, έχουν ζηλέψει την ιδιαιτερότητά του.

Είναι δύσκολο να συνυπάρχεις με ξεχωριστούς, όταν εσύ ο ίδιος έχεις χαθεί και δεν ξέρεις τι σε διακρίνει. Δεν έχεις επιλέξει να αλλάξεις χρώμα και παραμένεις μια κλασική καφέ πόρτα, όπως οι πολλές. Ό,τι διαφορετικό τρομάζει κι ελκύει παράλληλα. Θα ήθελες να του μοιάσεις. Μάλιστα, μπορεί να χτύπησες μια φορά, αλλά να μην μπόρεσες να δεχτείς ότι έχει άλλο χρώμα και να το απέκλεισες.

Η αλήθεια είναι ότι οι πόρτες συμβολίζουν κι ευκαιρίες. Διστάζουμε να ανοίξουμε πόρτες, διστάζουμε να γνωρίσουμε το κάτι καινούριο που μπορεί να μας επιφυλάσσει κάτι απ’ τα «θέλω» μας. Οι πόρτες θυμίζουν το άγνωστο που έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Θυμίζουν εκείνες τις σφοδρές επιθυμίες που έχουμε εγκαταλείψει και δεν τις αναζητάμε πλέον, γιατί τις θεωρούμε ξεγραμμένες. Ρίχνουμε τα στάνταρ μας γιατί κάποιοι μας υπέδειξαν ότι δεν αξίζουμε να διεκδικούμε τα όνειρά μας. Ότι δεν αξίζουμε να διεκδικούμε πλάνα, να οραματιζόμαστε τον εαυτό μας ολοκληρωμένο.

Τα όνειρα είναι κίνητρα για συνεχή πάλη. Όποιος σε ξεριζώνει από αυτά σε απομονώνει σε μία δική του άποψη για ‘σένα. Κι εκεί δεν υπάρχει χώρος για τίποτα άλλο, εκτός απ’ την άποψή του άλλου. Το να απομακρύνεσαι απ’ τα επιθυμίες και τους στόχους σου συνάδει με την απόκλιση της δικής σου ταυτότητας. Απαρτίζεσαι από γνώμες κι όχι από μία άποψη. Τη δική σου.

Ξαναχτύπα, λοιπόν, γιατί το χρώμα αλλάζει πολύ πιο εύκολα από όσο νομίζεις. Οι ευκαιρίες που ψάχνεις με ανθρώπους και σχέδια τριγυρνάνε πίσω από τέτοιες πόρτες που τις αποκλείεις κι ίσως δεν τους δίνεις κανένα ενδιαφέρον. Άρχισε να αναγνωρίζεις τα χρώματα στις πόρτες κι ιδιαίτερα στη δική σου. Το δικό σου χρώμα θα ξεθωριάσει, θα αλλάξει, θα αλλοιωθεί, αλλά θα ‘ρθει η στιγμή που πρέπει να παγιωθεί.

 

Συντάκτης: Θεόδωρος Σωτηρόπουλος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη